Παραινετικά

Πατερικὲς Ἐρωταποκρίσεις Ἁγίου Ἀναστασίου τοῦ Σιναΐτου

Ἐρώτηση 71η: Πῶς πρέπει νὰ ἐννοοῦμε τό «Νὰ προσεύχεσθε νὰ μὴ συμβεῖ ἡ φυγή σας κατὰ τὸν χειμώνα ἢ τὸ Σάββατο;» (Ματθ. 24, 20).

ag.pateras

Ἀπάντηση:
Πρέπει νὰ ποῦμε ὅτι ὁ Θεὸς δὲν ἔκανε κακὸν χειμώνα ἢ Σάββατο. Γιατὶ εἶναι γραμμένο· «Τὸ καλοκαίρι καὶ τὴν ἄνοιξη σὺ τὰ ἔπλασες αὐτά» (Ψαλμ. 73, 17). Σὲ χειμώνα βέβαια βρισκόμαστε ὅταν μᾶς καταδυναστεύουν τὰ πάθη τῆς σάρκας μας, ἐνῶ σὲ Σαββάτο ὅταν περνοῦμε τὴν ζωή μας χωρὶς νὰ ἐργαζόμαστε. Γι’ αὐτὸ λέγει· «Εἶναι μακάριος ὁ δοῦλος ἐκεῖνος, τὸν ὁποῖον ὅταν θὰ ἔλθει ὁ Κύριος θὰ τὸν βρεῖ ἄγρυπνο» (πρβλ. Λουκ. 12, 37).

  Ἐρώτηση 73η: Πῶς ὁ ληστὴς εἰσῆλθε στὸν Παράδεισο πρὶν ἀπὸ τὴν Ἀνάσταση;

 Ἀπάντηση:
Αὐτοὶ ποὺ ἀρνοῦνται τὴν ἀνάσταση τῶν σωμάτων, προβάλλουν τό· «Σήμερα θὰ εἶσαι μαζί μου στὸν παράδεισο» (Λουκ. 23, 43), λέγοντας ὅτι οἱ ψυχὲς ἀπολαμβάνουν τὶς ἀμοιβὲς χωρὶς τὰ σώματα. Γιατὶ ὁ ληστής, λέγουν, μπῆκε στὸν παράδεισο χωρὶς τὸ σῶμα, καὶ εἶναι φανερὸν ὅτι δὲν ὑπάρχει ἀνάσταση τῶν σωμάτων.

στόσο, ὅταν ἔπρεπε νὰ ἀγωνισθοῦμε, τὸ μεγαλύτερο μέρος τῶν ἱδρώτων τὸ δέχθηκε τὸ σῶμα, καὶ ὅταν ἔρχεται ὁ καιρὸς τοῦ στεφανώματος, στεφανώνεται μόνον ἡ ψυχή; Δὲν ἀκοῦς τὸν Παῦλο ποὺ λέγει· «Πρέπει νὰ παρουσιασθοῦμε στὸ βῆμα τοῦ Χριστοῦ, γιὰ νὰ λάβει ὁ καθένας τὴν ἀμοιβή του ἀνάλογα μὲ τὰ ὅσα ἔκανε μὲ τὸ σῶμα» (Β΄ Κορ. 5, 10), καὶ ὅτι «Πρέπει τὸ θνητὸ αὐτὸ σῶμα νὰ ἐνδυθεῖ τὴν ἀθανασία»; (Α΄ Κορ. 15, 53).

στε λοιπὸν ὁ Κύριος, μιλῶντας γι’ αὐτὸ ποὺ θὰ γινόταν ὁπωσδήποτε στὸ μέλλον, εἶπε στὸν ληστή· «Σήμερα κιόλας θὰ εἶσαι μαζί μου στὸν παράδεισο», ὅπως καὶ ἀλλοῦ λέγει· «Αὐτὸς ποὺ δὲν πιστεύει στὸν Υἱό, ἔχει ἤδη καταδικασθεῖ» (Ἰω. 3, 18). Ἄν καὶ βέβαια δὲν ἔχει ἀκόμη γίνει ἡ ἀνάσταση οὔτε ἡ κόλαση. Πῶς λοιπὸν ἔχει καταδικασθεῖ; Ὁπωσδήποτε ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες του. Καὶ ἀλλοῦ πάλι· «Αὐτὸς ποὺ πιστεύει στὸν Υἱὸ ἔχει μεταβεῖ ἀπὸ τὸν θάνατο στὴν ζωή» (πρβλ. Ἰω. 5, 24). Δὲν εἶπε θὰ μεταβεῖ, ἀλλὰ ἔχει κιόλας μεταβεῖ, ἀναφέροντας ὡς γενόμενα αὐτὰ ποὺ ἀναντίρρητα πρόκειται νὰ συμβοῦν στὸ μέλλον.

τσι καὶ στὸν ληστὴ προεῖπε αὐτὸ ποὺ ὁπωσδήποτε θὰ γινόταν. Ἄλλωστε καὶ οἱ ἰατροὶ ὅταν δοῦν κάποιον ποὺ δὲν ἔχει ἐλπίδες νὰ ζήσει, λέγουν· ἔχει ἤδη πεθάνει, εἶναι νεκρός, ἄν καὶ τὸν βλέπουν ἀκόμη νὰ ἀναπνέει. Καὶ ὅπως ἐκεῖνος δὲν ἔχει ἐλπίδα σωτηρίας καὶ ἔχει πεθάνει γιὰ τοὺς ἰατρούς, ἔτσι καὶ ὁ ληστὴς ἐπειδὴ δὲν ὑπῆρχε ἡ πιθανότητα νὰ ἐπιστρέψει στὴν ἀπώλεια, εἰσῆλθε στὸν παράδεισο μὲ τὴν ἀπόφαση, ἀλλὰ ὄχι πραγματικά. Ἔτσι καὶ ὁ Ἀδὰμ ἄκουσε· «Τὴν ἡμέρα ποὺ θὰ φᾶτε ἀπὸ τὸ δένδρο, θὰ πεθάνετε» (Γεν. 2, 17). Ὄχι βέβαια ὅτι πέθανε τὴν ἡμέρα αὐτή, γιατὶ ἔζησε ἐννιακόσια τριάντα χρόνια μετὰ ἀπὸ τὴν ἡμέρα ἐκείνη. Πῶς λοιπὸν ὁ Θεὸς εἶπε ὅτι, «Αὐτὴ τὴν ἡμέρα θὰ πεθάνετε;». Ἐννοοῦσε τὴν ἀπόφαση, καὶ ὄχι τὴν πραγματοποίηση.

τσι λοιπὸν νὰ ἐννοεῖς καὶ αὐτὰ ποὺ εἰπώθηκαν γιὰ τὸν ληστή, ἀφοῦ δὲν ἦταν ἀκόμη ὁ καιρὸς τῆς ἀνταποδόσεως. Διότι ὁ Ἀπόστολος λέγει γιὰ τοὺς δικαίους· «Ὅλοι αὐτοί, ἄν καὶ εἶχαν καλὴ μαρτυρία γιὰ τὴν πίστη τους, δὲν ἔλαβαν ὅ,τι τοὺς ὑποσχέθηκε ὁ Θεός, ἐπειδὴ γιὰ μᾶς προέβλεψε κάτι καλύτερο, γιὰ νὰ μὴ φθάσουν ἐκεῖνοι στὴν τελειότητα χωρὶς ἐμᾶς» (Ἑβρ. 11, 39-40).

 

Ἐρώτηση 150ή: Πῶς πρέπει νὰ ἐννοοῦμε τό, «Αὐτὸς ποὺ ἔχει ἱμάτιο νὰ τὸ πουλήσει καὶ νὰ ἀγοράσει μαχαίρι;»

Ἀπάντηση:
Θέλοντας ὁ Κύριος νὰ κάνει γνωστὴ στοὺς ἀποστόλους τὴν ἐναντίον του ἐπίθεση τῶν Ἰουδαίων, τὴν δήλωσε μὲ τὸν συμβολισμὸ τοῦ μαχαιριοῦ. Γιατί, ἀφοῦ εἶπε «ἄς ἀγοράσει μαχαίρι» (Λουκ. 22, 36), πρόσθεσε· «διότι πρέπει νὰ ἐκπληρωθοῦν ὅσα εἶναι γραμμένα γιὰ μένα, δηλαδή, Συναριθμήθηκε μεταξὺ τῶν ἀνόμων» (Λουκ. 22, 37). Ὥστε λοιπὸν οὔτε τὸ ἀποσιώπησε τελείως, γιὰ νὰ μὴν ταραχθοῦν μὲ τὴν ξαφνικὴ ἔφοδο, οὔτε πάλι τοὺς τὴν ἔκανε τελείως γνωστή, γιὰ νὰ μὴν κυριευθοῦν ἀπὸ κάποια δειλία. Καὶ ὅταν οἱ μαθητὲς εἶπαν, «νά, ἐδῶ ὑπάρχουν δύο μαχαίρια», χωρὶς νὰ ἔχουν καταλάβει τὸ λεχθέν, αὐτὸς ἀπάντησε· «εἶναι ἀρκετά» (Λουκ. 22, 38).

ν καὶ βέβαια δὲν ἦταν ἀρκετά. Γιατί, ἄν ἤθελε αὐτοὶ νὰ χρησιμοποιήσουν ἀνθρώπινη βία, δὲν ἔφταναν οὔτε καὶ ἑκατὸ μαχαίρια ἄν ὑπῆρχαν. Ἐὰν πάλι δὲν ἤθελε αὐτό, τότε καὶ τὰ δύο ἦταν περιττά. Καὶ ὅμως, δὲν διέλυσε τὸ αἴνιγμα. Αὐτὸ ἄλλωστε φαίνεται νὰ τὸ κάνει σὲ πολλὲς περιπτώσεις. Ὅταν δηλαδὴ δὲν καταλαβαίνουν αὐτὸ ποὺ εἶπε, τὸ παρατρέχει καὶ ἀφήνει μὲ τὴν ἔκβαση τῶν πραγμάτων νὰ κατανοηθοῦν αὐτὰ ποὺ ἐλέχθησαν, ὅπως καὶ ὅταν εἶπε· «γκρεμίστε τὸν ναὸ τοῦτο» (Ἰω. 2, 19).

([Ἁγίου] Ἀναστασίου τοῦ Σιναΐτου, «Ἐρωταποκρίσεις», Ἅπαντα τὰ ἔργα, Φιλοκαλία, τ. 13Γ, ἐκδ. ΕΠΕ, Θεσσαλονίκη 1998, σελ. 68-69, 72-75, 220-221, μὲ κάποιες τακτοποιήσεις στὴν ἀπόδοση)