Νέα

Ἵδρυσις Ἱεραποστολῆς στὴν Ἀφρικανικὴ Δηµοκρατία τοῦ Τόγκο ἀπὸ τὴν Ἱερὰ Ἐπισκοπὴ Λούνης Ἰταλίας

Tongo3

ΜΕΤΑ ἀπὸ µία περίοδο προετοιµασίας, στὴν διάρκεια τῆς ὁποίας ὁ Ἀρχιδιάκονος π. Παῦλος Ἁγιοσεραφειµίτης ἐργάσθηκε µὲ πολλὴ ἀγάπη καὶ ἐπιµέλεια, ὁ Θεοφιλέστατος Ἐπίσκοπος Λούνης καὶ Ἔξαρχος στὴν Ἰταλία κ. Σιλουανός, µετέβη στὸ Τόγκο ἐπὶ δεκαήμερον περίπου, προκειµένου νὰ ἱδρύση ἐπισήµως τὴν Ὀρθόδοξη Ἱεραποστολὴ στὴν χώρα αὐτή, µὲ τὴν τοποθέτησι τοῦ Θεµελίου Λίθου µιᾶς Ἐκκλησίας, ἀφιερωµένης στοὺς Ἁγίους Πρωτοκορυφαίους Ἀποστόλους Πέτρο καὶ Παῦλο (µὲ συνηµµένους ἐνοριακοὺς χώρους), ὡς καὶ τὸν Θεµέλιο Λίθο τοῦ Κέντρου Ὑγείας «Νέα Ζωή», ὁ ὁποῖος ἀναπληρώνει µία σοβαρὴ ἔλλειψι στὴν περιοχὴ τοῦ χωριοῦ Κνπάλα, ὄχι πολὺ µακριὰ ἀπὸ τὴν περιοχή, ὅπου θὰ δηµιουργηθῆ τὸ νέο ἀεροδρόµιο τῆς πρωτεύουσας Λοµέ.

Tongo1


Ὁ Ἐπίσκοπος κ. Σιλουανὸς ἀναχώρησε ἀπὸ τὴν Ἰταλία στὶς 10/23 Ἰουνίου 2014, μὲ τὴν συνοδία τοῦ προσωπικοῦ του Γραµµατέως, τοῦ Ἀναγνώστου Ἀµβροσίου Καζιούκ· τὸν ὑποδέχθηκε στὸ ἀεροδρόµιο τοῦ Τόγκο ὁ Ἀρχιδιάκονος π. Παῦλος, τογκολέζικης καταγωγῆς, καὶ µερικοὶ ἀντιπρόσωποι τοῦ πληθυσµοῦ.


Τὶς πρῶτες ἡµέρες τῆς παραµονῆς του, ὁ Ἐπίσκοπος φρόντισε γιὰ τὴν νόµιµη ἀναγνώρισι τῆς Ἐπαρχίας Λούνης - Ἐξαρχίας Ἰταλίας τῆς Ἐκκλησίας τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν Ἑλλάδος ἀπὸ τὴν Δηµοκρατία τοῦ Τόγκο. Ἔτσι ρυθµίστηκε ὁριστικὰ ἡ ἰδιοκτησία τῆς περιοχῆς, ὅπου θὰ δηµιουργηθῆ ἡ Ἱεραποστολὴ καὶ ἐπετεύχθη τὰ Ἱδρύµατα νὰ γίνουν νοµικὰ πρόσωπα τοῦ Τόγκο.


Ἐπίσης, ὁ Ἐπίσκοπος κ. Σιλουανὸς ἔγινε δεκτὸς ἀπὸ τὸν ἐπὶ κεφαλῆς τῆς Προεδρίας τῆς Δηµοκρατίας, ὁ ὁποῖος ἔπειτα τὸν συνώδευσε στὴν προβλεπόµενη συνάντησι µὲ τὸν Πρωθυπουργὸ τῆς χώρας, διότι ὁ Πρόεδρος ἔπρεπε νὰ παρευρίσκεται στὴν ὁρκωμοσία ἑνὸς ἄλλου Ἀφρικανοῦ Προέδρου. Ἡ συζήτησις µὲ τὸν Πρωθυπουργὸ διήρκεσε περίπου µία ὥρα καὶ ὁ Ἐπίσκοπος ἐπέτυχε τὴν διαβεβαίωσι, ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἱεραποστολὴ θὰ λαµβάνη κάθε δυνατὴ βοήθεια, διότι ἡ Κυβέρνησι, µεταξὺ ἄλλων, ἀνησυχεῖ πολὺ γιὰ τὸν ἀνεξέλεγκτο πολλαπλασιασµὸ σεκτῶν, ἐξ αἰτίας τῶν πολλῶν λαθῶν καὶ σκανδάλων, τὰ ὁποῖα συνέβησαν µέσα στὴν λεγομένη Ρωµαιοκαθολικὴ Ἐκκλησία.


Τὴν ἑπόµενη ἡµέρα, ὁ Θεοφιλ. κ. Σιλουανὸς ἔγινε δεκτὸς ἀπὸ τὸν Ὑπουργὸ Χωροταξίας καὶ τὸν Προϊστάµενο τοῦ Μητρώου τοῦ Ὑπουργείου Ἐξωτερικῶν, ἐν ἀπουσίᾳ τοῦ Ὑπουργοῦ.


Συγκινητικὴ ἦταν ἡ πρώτη ἐπαφὴ µὲ τὸν τοπικὸ πληθυσµό, προσκείμενον ἀκόμη ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον στὸν ἀνιμισμό, στὸ χωριὸ Κνπάλα, ὁ ὁποῖος περιέβαλε τὸν Ἐπίσκοπο μὲ θέρμη καὶ σεβασμό.


Στὶς 18 Ἰουνίου/1 Ἰουλίου, µνήµη τοῦ Ἁγίου Μάρτυρος Λεοντίου, ὁ Ἐπίσκοπος εὐλόγησε καὶ τοποθέτησε τοὺς Θεµέλιους Λίθους τῆς Ἐκκλησίας καὶ τοῦ Κέντρου Ὑγείας. Παρόντες ἦσαν ὁ Νοµάρχης τῆς περιοχῆς, ὡς ἀντιπρόσωπος τῆς Κυβερνήσεως, καθὼς καὶ ὁ παραδοσιακὸς «Βασιλιᾶς» τῆς περιοχῆς, ὁ ὁποῖος μάλιστα µετὰ τὸν Νοµάρχη ἐξεφώνησε µία ὁµιλία πλήρη προγονικῆς σοφίας καὶ προσεκάλεσε τὸν λαὸ νὰ «ἐξωρίσουν τὰ εἴδωλα».


Μὲ τὴν συμπλήρωσι τῶν ἡμερῶν παραμονῆς, ὁ Ἐπίσκοπος, πολὺ κουρασµένος καὶ ταλαιπωρηµένος, ἀλλὰ πραγµατικὰ χαρούµενος καὶ γεµᾶτος ζῆλο γιὰ τὸ µεγάλο ἔργο εὐαγγελισµοῦ καὶ φιλανθρωπίας, τὸ ὁποῖο ἔχει ἐνώπιόν του (ὁ λαὸς εἶναι πολὺ πτωχός), χωρὶς νὰ ἀποθαρρύνεται ἀπὸ τὶς δυσκολίες, ἐπέστρεψε στὴν Ἰταλία, ἀφήνοντας µέχρι τὰ τέλη τοῦ Ἰουλίου τὸν Ἀρχιδιάκονο π. Παῦλο στὸ Τόγκο, γιὰ νὰ ἐπιβλέψη τὴν ἔναρξι τῶν ἐργασιῶν καὶ τὴν ἐκσκαφὴ ἑνὸς φρέατος μεγάλου βάθους, τὸ ὁποῖο θὰ παρέχη τὸ ἀναγκαῖο πόσιµο νερὸ στὴν περιοχή.

Tongo2