Νέα

ΕΠΙΒΑΤΗΡΙΟΣ ΛΟΓΟΣ

Μητροπολίτου Δημητριάδος Φωτίου

[Ἐκφωνηθεὶς εἰς τὸν Ἱερὸν Καθεδρικὸν Ναὸν
Κοιμήσεως Θεοτόκου Βόλου τὴν 22-11/5-12-2015]

Μακαριώτατε Ἀρχιεπίσκοπε Ἀθηνῶν τῆς Ἐκκλησία τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν τῆς Ἑλλάδος κ. Καλλίνικε,
Σεβασμιώτατοι καὶ Θεοφιλέστατοι Ἀρχιερεῖς,
Πανοσιώτατοι καὶ Αἰδεσιμώτατοι Πατέρες,

enthFotiou10

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

Γιὰ πρώτη φορὰ βρέθηκα σὲ αὐτὴν τὴν πόλη λίγους μῆνες μετὰ τὴν εἰς Ἐπίσκοπον χειροτονίαν μου κατὰ παράκλησιν τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Θεσσαλονίκης καὶ Δημητριάδος κ. Μαξίμου τὸν Ἰανουάριο τοῦ ἔτους 2000, γιὰ τὴν τελετὴ καταδύσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ στὸ λιμάνι τοῦ Βόλου. Ἔπειτα ἦλθα καὶ ἄλλες φορές, καὶ πάλι κατόπιν προσκλήσεως τοῦ Σεβασμιωτάτου, γιὰ νὰ καλύψω ἐπείγουσες λειτουργικὲς ἀνάγκες, οἱ ὁποῖες προέκυψαν. Ὅταν -ὅμως- πρὸ δύο μηνῶν εἶχα ἐπισκεφθεῖ τὴν πόλη αὐτή, γιὰ πρώτη καὶ τελευταία φορά -ὅπως ἀπεδείχθη- ὡς Τοποτηρητὴς τῆς Μητροπόλεως, εἶχα ἀναφέρει κατὰ τὴν μικρὴ Σύναξη ποὺ εἶχε γίνει στὴν αἴθουσα αὐτοῦ τοῦ Ναοῦ καὶ ἐν ὄψει τῆς ἐπικειμένης τότε ἐκλογῆς τοῦ νέου Μητροπολίτου, ὅτι ὅποιος ἐπρόκειτο νὰ ἐκλεγῇ στὴ θέση αὐτὴ θὰ εἶχε πολὺ δύσκολο ἔργο.

Δὲν ἀναφερόμουν ἁπλῶς στὶς δεδομένες ποιμαντικὲς δυσκολίες ἑνὸς Ἐπισκόπου, ἀλλὰ στὴν ἐπιπρόσθετη εὐθύνη νὰ εἶναι κανεὶς ἄμεσος διάδοχος διαπρεπῶν Ἱεραρχῶν. Διότι ἡ Ἐπαρχία αὐτὴ εἶχε τὴν ἰδιαίτερη τιμὴ νὰ ποιμαίνεται ἀπὸ μεγάλα πνευματικὰ ἀναστήματα, καὶ ἡ σύγκριση τοῦ διαδόχου μὲ τοὺς προκατόχους θὰ ἦταν ἀναπόφευκτη.

Καὶ πῶς νὰ μὴν εὑρεθεῖ κανεὶς ἐλλειπής, συγκρινόμενος μὲ Ἱεράρχες ὅπως –γιὰ νὰ περιοριστῶ μόνον σὲ τρεῖς- οἱ Μακαριστοὶ Δημητριάδος Γερμανός, Μαγνησίας Χρυσόστομος καὶ ὁ Σεβασμιώτατος πρ. Θεσσαλονίκης καὶ Δημητριάδος κ. Μάξιμος; Κοινὸ χαρακτηριστικό τους, ἡ ἀνιδιοτέλεια καὶ ἡ αὐτοθυσιαστικὴ προσφορά τους ὑπὲρ τῆς Ἐκκλησίας.

Μακαριστὸς Μητροπολίτης Δημητριάδος κυρὸς Γερμανὸς (+1944) διέπρεψε καὶ πρὸ τῆς εἰς Ἐπίσκοπον χειροτονίας του ὡς Ἱεροκήρυκας τῆς Μητροπόλεως αὐτῆς. Μετὰ δὲ τὴν ἐκλογή του ἐπεδόθη σὲ ἕναν ἀγῶνα ἀναδιοργανώσεως τῆς Μητροπόλεως, ἀναστηλώνοντας Μοναστήρια, ἀνεγείροντας Ναούς, ἀλλὰ καὶ τὸ Ἐπισκοπεῖο τῆς πόλεως, μάλιστα διαθέτοντας χρήματα ἀπὸ τὴν προσωπική του περιουσία. Δραστήριος καὶ δυναμικός ὅπως ἦταν, ἀψήφησε τιμές, δόξες καὶ χρήματα γιὰ νὰ ὑπερασπισθεῖ τὴν ἀλήθεια καὶ τὴν κανονικὴ τάξη τῆς Ἐκκλησίας, ἀντιδρῶντας στὴν εἰσαγωγὴ τοῦ παπικοῦ ἑορτολογίου στὴν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος καὶ προσχωρῶντας ἐν τέλει στὶς τάξεις τῶν ἀγωνιζομένων ὑπὲρ τῶν Πατρώων Παραδόσεων γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν. Προτίμησε νὰ ἀποστερηθεῖ καὶ τῶν ὅσων μὲ κόπο καὶ προσωπικὰ ἔξοδα δημιούργησε, προκειμένου νὰ μείνει συνεπής μὲ τὶς ἀρχές του. Συνήθως οἱ πολλοὶ προτιμοῦν τὸ ἀντίθετο: θυσιάζουν καὶ τὶς ἀρχές τους ἀκόμη, προκειμένου νὰ διατηρήσουν ἢ νὰ ἀποκομίσουν ὑλικὰ ὀφέλη. Ὁ Δημητριάδος Γερμανός, θυσίασε τὰ πάντα γιὰ νὰ σηκώσει τὸν ὀνειδισμὸν τοῦ Χριστοῦ. Ἀξιώθηκε νὰ εἶναι ὁ πρῶτος Πρωθιεράχης τῆς Ἐκκλησίας τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν, διατηρῶντας τὴν καλὴ ὁμολογία «μέχρις ἐσχάτης ἀναπνοῆς».

λογιώτατος καὶ πολυγραφώτατος Ἱεράρχης τῆς Ἐκκλησίας μας κυρὸς Χρυσόστομος (+1973) ὑπηρέτησε τὴν Ἐπαρχία αὐτὴ ὡς Ἐπίσκοπος Μαγνησίας. Μέχρι σήμερα τὰ ὑπ’ ατοῦ γραφέντα ἐντυπωσιάζουν μὲ τὸν περίτεχνο τρόπο συγγραφῆς, ἀλλὰ ὅπως μαρτυροῦν οἱ αὐτήκοοι ἀκροατὲς τῶν ὁμιλιῶν του, πολὺ ἀνώτερος ἦταν ὁ τρόπος τῆς ἐκφορᾶς τοῦ λόγου κατὰ τὴν ὥρα τῶν κηρυγμάτων του, καθιστῶντας τον ἕναν ἀπὸ τοὺς καλυτέρους ρήτορες τῆς νεώτερης ἐποχῆς στὸν Ἑλλαδικὸ χῶρο. Τὰ τελευταῖα ἔτη τῆς ζωῆς του ἐδοκιμάσθη ὑπὸ ἀσθενείας, διδάσκοντάς μας καὶ μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο νὰ ὑπομένουμε καὶ τὰ δυσάρεστα, τὰ ὁποῖα παραχωρεῖ ὁ Θεὸς γιὰ τὴν δοκιμασία μας.

ς εἶναι αἰωνία ἡ μνήμη ἀμφοτέρων τῶν Ἱεραρχῶν τῆς Ἐκκλησίας μας.

δὲ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης καὶ Δημητριάδος κ. Μάξιμος, διέπρεψε μὲ τὴν πνευματικότητά του καὶ μὲ τὴν ἀνιδιοτελῆ του προσφορὰ στὴν Ἐκκλησία. Ὁ Καθεδρικὸς Ναός, στὸν ὁποῖο εὑρισκόμεθα, ἀποτελεῖ καρπὸ τῶν κόπων του καὶ γιὰ τὴν ἀνέγερσή του διέθεσε ὅ,τι περιουσία εἶχε. Καὶ αὐτὸς -ὅπως καὶ ὁ προκάτοχός του- δοκιμάζεται ἀπὸ δεινὴ ἀσθένεια. Εἶναι καὶ θὰ παραμείνει πάντοτε στὶς προσευχές μας καὶ καλοῦμε ὅλους τοὺς Κληρικοὺς τῆς Μητροπόλεως νὰ μνημονεύουν πάντοτε τοῦ ὀνόματός του ὑπὲρ ὑγείας καὶ θείας βοηθείας.

Αὐτὰ καὶ ἄλλα παρόμοια ἔλεγα πρὶν δύο μῆνες καὶ δὲν φανταζόμουν (ἢ -ἐπὶ τὸ ἀκριβέστερον- δὲν ἤθελα νὰ διανοηθῶ) ὅτι ἡ ἐλαχιστότης μου ἐπρόκειτο νὰ βρεθεῖ σὲ αὐτὴν ἀκριβῶς τὴν θέση. Ἰδοὺ ὅμως, ὅτι τελικῶς στὴν ταπεινότητά μου ἔλαχεν –κυριολεκτικῶς- ὁ κλῆρος νὰ ἀναλάβῳ αὐτὸ τὸ βαρύ φορτίο καὶ νὰ κληθῶ σήμερα νὰ ἀνέλθω τὶς βαθμίδες αὐτοῦ τοῦ Ἐπισκοπικοῦ θρόνου.

Βλέποντας τὸν Ἐπισκοπικὸ θρόνο, ὀφείλουμε νὰ ἀναλογιζόμεθα ὅτι εἶναι τύπος τοῦ Θρόνου τῆς Δόξης τοῦ Κυρίου. Καὶ ἄν ὁ Προφήτης Ἡσαΐας ἔτρεμε βλέποντας ἐν ὁράματι τὸν Κύριο καθήμενο ἐπί τοῦ Θρόνου ἐν μέσῳ τῶν Σεραφείμ, πόσο μᾶλλον πρέπει νὰ τρέμει ὁ Ἐπίσκοπος, ὁ ὁποῖος εἶναι ἡ ζῶσα εἰκόνα τοῦ Κυρίου. Ἂν αὐτὸς ὁ ὁποῖος βλέπει τὸ θέαμα τρέμει, πολὺ δὲ περισσότερο πρέπει νὰ τρέμει καὶ νὰ φρίττει αὐτὸς ὁ ὁποῖος καλεῖται νὰ τὸ ἐνσαρκώσει καὶ νὰ γίνει ζῶσα εἰκὼν τοῦ ὁράματος. Ὁ Προφήτης ἀνεβοησε τότε «ὦ τάλας ἐγώ, ὅτι κατανένυγμαι, ὅτι ἄνθρωπος ὢν καὶ ἀκάθαρτα χείλη ἔχων, ἐν μέσῳ λαοῦ ἀκάθαρτα χείλη ἔχοντος ἐγὼ οἰκῶ καὶ τὸν βασιλέα Κύριον σαβαὼθ εἶδον τοῖς ὀφθαλμοῖς μου». Καὶ ἐμεῖς λοιπὸν ὀφείλουμε πολὺ περισσότερο νὰ ταλανίζουμε ἑαυτούς, συναισθανόμενοι τὴν ἁμαρτωλότητά μας, ἰδίως γιὰ τὰ ἁμαρτήματα τοῦ λόγου, στὰ ὁποῖα ἀκόμη καὶ οἱ ακολουθοῦντες τὴν ὁδὸ τοῦ Κυρίου δὲν παύουν συχνὰ νὰ περιπίπτουν.

Γι’ αὐτὸ παρὰ τὰ καλὰ λόγια ποὺ πιθανῶς ἀκούσθηκαν, ἔχουμε συναίσθηση τῆς ἀδυναμίας μας καὶ τῶν δυσκολιῶν τοῦ ἔργου, τὸ ὁποῖο ἀναλαμβάνουμε. Καλούμεθα νὰ διδάσκουμε καί κατευθύνουμε τὴν τοπικὴ ᾿Εκκλησία σύμφωνα μὲ τὰ δόγματα καὶ τοὺς Ἱερούς Κανόνες τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας. Πρωτίστως νὰ διατηροῦμε τὴν ἑνότητα τῆς Πίστεως ἐν τῷ συνδέσμῳ τῆς εἰρήνης. Εὐθύνη τοῦ Ἐπισκόπου εἶναι νὰ διατηρεῖ τὴν ἑνότητα τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας μὲ τὴν καθ’ ὅλου Ἐκκλησία, διαφυλάσσοντας τὴν καθαρότητα τῆς δογματικῆς διδασκαλίας καὶ τὴν κοινωνία μὲ τοὺς λοιποὺς Ὀρθοδόξους Ἐπισκόπους. Ταυτοχρόνως χρέος τοῦ Ποιμένος εἶναι ἡ διαφύλαξη τῆς ἑνότητας «ἐν τῷ συνδέσμῳ τῆς εἰρήνης» καὶ ἐντὸς τῆς Ἐπαρχίας του, ὥστε μὲ εἰρήνη καὶ ἀγάπη νὰ συμβιώνουν οἱ πιστοί, οἱ Κληρικοὶ καὶ οἱ Μοναχοὶ μεταξύ τους, καθὼς ἐπίσης καὶ οἱ Ἐνορίες καὶ τὰ Μοναστήρια τῆς Ἐπισκοπῆς μεταξύ τους. Αὐτό, ἄλλωστε, εἶναι τὸ γνώρισμα τῶν ἀληθινῶν μαθητῶν τοῦ Χριστοῦ: «ἐν τούτῳ γνώσονται πάντες ὅτι ἐμοὶ μαθηταί ἐστε, ἐὰν ἀγάπην ἔχητε ἐν ἀλλήλοις» (Ἰωάνν. ΙΓ΄, 35).

Αὐτὸ προϋποθέτει ὅτι καὶ τὰ λογικὰ πρόβατα τῆς Ποίμνης τοῦ Χριστοῦ θὰ θελήσουν νὰ ἀκολουθήσουν τὶς κατὰ Θεὸν συμβουλὲς τοῦ Ποιμένος. Δὲν ἦταν σπάνιες οἱ περιπτώσεις ποὺ αὐτὸ δὲν ἔγινε. Ὁ Ἅγιος Ἰσαὰκ ὁ Σύρος ὅταν ἀπὸ ἀσκητὴς ἔγινε Ἐπίσκοπος, ἐκλήθη νὰ λύσει τὴν διαφορὰ δύο Χριστιανῶν δίνοντας συμβουλὲς σύμφωνα μὲ τὸ Εὐαγγέλιο. Ὅταν ὅμως αὐτοὶί ἀρνήθηκαν νὰ τηρήσουν τὰ λόγια τοῦ Εὐαγγελίου, τότε ὁ Ἅγιος ἄφησε τὸν Ἐπισκοπικὸ θρόνο καὶ ἐπέστρεψε στὴν ἄσκηση.

Ὀρθοδοξία ἀποδίδει μεγάλη σημασία στὴν ἔννοια τῆς ἐλευθερίας. Εἴμεθα Ποιμένες λογικῶν προβάτων. Ὅσων ἐπιθυμοῦν νὰ ἀκολουθοῦν τὴν ὁδὸ τοῦ Χριστοῦ, κατὰ τὸ παράγγελμά Του: «Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν (...)» (Μαρκ. η΄ 34). Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἐθελοντικὸ στράτευμα. Δὲν εἶναι οὔτε μισθοφορικό, οὔτε καταναγκαστικό. Ἀκόμη καὶ τοὺς 12 Μαθητάς Του ὁ Χριστὸς τοὺς ἐρώτησε κάποια στιγμή, ποὺ πολλοί σκανδαλίσθηκαν καὶ ἔφυγαν ἀπὸ κοντά του: «εἶπεν οὖν ὁ Ἰησοῦς τοῖς δώδεκα· Μὴ καὶ ὑμεῖς θέλετε ὑπάγειν;» (Ἰωάνν. ΣΤ΄, 67), ἀλλὰ φυσικὰ οἱ Μαθητὲς ἀρνήθηκαν νὰ φύγουν.

χοντας ἐπίγνωση ὅτι ὁ Ἐπίσκοπος ποιμαίνει ἐλεύθερους ἀνθρώπους, δὲν θὰ μεταβληθῇ σὲ «Δεσπότη». Ἄλλωστε ἕνας εἶναι ὁ Δεσπότης ὅλων μας καὶ ἐμεῖς σύνδουλοι μεταξύ μας, οἱ ὁποῖοι ἐθελουσίως ὑποταχθήκαμε στὴν «δουλεία» τοῦ Εὐαγγελίου, ἡ ὁποία οὐσιαστικῶς εἶναι ἡ ἐλευθερία ἀπὸ τὴν ἁμαρτία.

πευθυνόμενος στοὺς εὐλαβεστάτους Ἱερεῖς, θὰ ἤθελα νὰ τονίσω ὅτι πάντοτε ὅλοι μας πρέπει νὰ αἰσθανόμεθα ὡς ἐκπρόσωποι τοῦ λαοῦ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Πρέπει νὰ προσέξουμε αὐτὸν τὸν παράγοντα. Δὲν εἴμεθα ἐμεῖς οἱ ἐκπρόσωποι τοῦ Θεοῦ στοὺς πιστούς, ἀλλὰ τῶν πιστῶν στὸν Θεό. Ὅταν ἱστάμεθα ἐνώπιον τοῦ Θυσιαστηρίου, εἴμεθα στραμμένοι πρὸς ἀνατολὰς ἔχοντας ὄπισθεν τὸν λαὸ καὶ ἀπευθυνόμεθα στὸν Θεό, προσφέροντες «θυσίας πνευματικὰς ὑπὲρ τῶν ἡμετέρων ἁμαρτημάτων καὶ τῶν τοῦ λαοῦ ἀγνοημάτων».

Καὶ γιὰ νὰ χρησιμοποιήσω τὸ προσφιλὲς στὸν Ἀπόστολο Παῦλο παράδειγμα τῆς ἀθλήσεως, στὸν πνευματικὸ ἀγῶνα τῶν Χριστιανῶν ἐμεῖς δὲν εἴμεθα οἱ κριτές. Ἕνας εἶναι ὁ Κριτὴς καὶ ὁ Ἀγωνοθέτης, ὁ Χριστός. Ἐμεῖς ἐπέχουμε τὴν θέση τῶν προπονητῶν, ὅπως θὰ λέγαμε σήμερα, γιαυτὸ καὶ ἡ θέση τῶν Πρεσβυτέρων εἶναι δίπλα στὸν λαό, ὡς βοηθοὶ καὶ σύμβουλοι καὶ ἐκπρόσωποί του ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, συνεργαζόμενοι ἁρμονικῶς μετὰ τοῦ Ἐπισκόπου.

Ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος παρομοιάζει τὴν ἁρμονικὴ αὐτὴ συνεργασία ὅπως τὴν προσαρμογὴ των χορδῶν στὴν κιθάρα: «....τό γάρ ἀξιονόμαστον πρεσβυτέριον, ἄξιον ὄν τοῦ Θεοῦ, οὕτως συνήρμοσται τῷ ᾿Επισκόπῳ, ὡς χορδαὶ κιθάρᾳ....» (Σμυρναίοις ΙΧ) καὶ ἀλλοῦ: «Μηδεὶς χωρίς τοῦ ᾿Επισκόπου τι πρασσέτω τῶν ἀνηκόντων εἰς τὴν ᾿Εκκλησίαν. ᾿Εκείνη βεβαία εὐχαριστία ἡγείσθω, ἡ ὑπὸ τὸν ἐπίσκοπον οὖσα, ἤ ᾧ ἄν αὐτὸς ἐπιτρέψῃ. ῞Οπου ἄν φανῇ ὁ ᾿Επίσκοπος, ἐκεῖ τὸ πλῆθος ἔστω· ὥσπερ ὅπου ἄν ἦ Χριστός ᾿Ιησοῦς, ἐκεῖ ἡ Καθολικὴ Ἐκκλησία. Οὐκ ἐξόν ἐστίν χωρίς τοῦ ᾿Επισκόπου, οὔτε βαπτίζειν, οὔτε ἀγάπην ποιεῖν· ἀλλ' ὅ ἄν ἐκεῖνος δοκιμάσῃ, τοῦτο καὶ τῷ Θεῷ εὐάρεστον, ἵνα ἀσφαλὲς ἤ καί βέβαιον πᾶν ὅ πράσσεται»

Στρέφοντας τώρα τὸ λόγο στοὺς λαϊκούς Ἐπιτρόπους τῶν Ἐνοριῶν, θὰ ἤθελα νὰ ὑπενθυμίσω ὅτι αὐτοὶ εἶναι οἱ κατ’ ἐξοχὴν συνεργάτες καὶ βοηθοὶ τοῦ Ἐπισκόπου μεταξὺ τῶν λαϊκῶν. Οἱ Ἱεροὶ Κανόνες δὲν ἀναφέρουν σὲ κανένα σημεῖο περὶ λαϊκῶν Ἐπιτρόπων. Ὁ 38ος Ἀποστολικὸς Κανόνας λέγει ὅτι: «Πάντων τῶν ἐκκλησιαστικῶν πραγμάτων ὁ ἐπίσκοπος ἐχέτω τὴν φροντίδα, καὶ διοικείτω αὐτὰ ὡς τοῦ Θεοῦ ἐφορῶντος•(...)», καὶ ὁ 26ος τῆς Δ’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου προβλέπει ὁ Ἐπίσκοπος νὰ διορίζει «οἰκονόμον ἐκ τοῦ ἰδίου κλήρου, οἰκονομοῦντα τὰ ἐκκλησιαστικὰ κατὰ γνώμην τοῦ ἰδίου ἐπισκόπου».

Κατὰ τοὺς νεωτέρους χρόνους ἐπεκράτησε νὰ ὁρίζονται λαϊκοὶ ὡς Ἐπίτροποι τῶν Ἐνοριῶν γιὰ νὰ διευκολύνεται τὸ ἔργο τῆς διαχείρησης τῶν ὑλικῶν πραγμάτων. Πάντοτε ὅμως πρέπει νὰ ἔχουν διορισμὸ ἀπὸ τὸν Ἐπίσκοπο, τοῦ ὁποίου συνεργάτες ὀφείλουν νὰ εἶναι, ἔχοντας πάντοτε ὑπ’ ὅψιν ὅτι εἶναι διαχειριστές ἱερῶν πραγμάτων καὶ ὄχι ἰδιοκτῆτες ἀτομικῆς περιουσίας. Ἡ ἐκλογὴ ἀπὸ μία κοινότητα πιστῶν δὲν παρέχει αὐτομάτως τὴν δυνατότητα διαχειρίσεως ἐκκλησιατικῶν πραγμάτων, ἂν δὲν ὑπάρχει Ἐπισκοπικὸς διορισμός. Ὁ Δημητριάδος Γερμανός ἔδωσε μεγάλο ἀγῶνα γιὰ νὰ ἀποτρέψει τὸ σχεδιαζόμενο ἐπὶ τῶν ἡμερῶν του μέτρο τῆς ἀναδείξεως τῶν Ἐπιτρόπων μέσῳ ἐκλογῶν. Διέβλεπε ὅτι αὐτὸ θὰ ἦταν αἰτία κομματικοῦ τύπου διενέξεων καὶ ταραχῆς στὸν χῶρο τῆς Ἐκκλησίας. Καὶ ὁ ἀγῶνας του δικαιώθηκε, διότι ἀπετράπη τὸ μέτρο αὐτό, καὶ μέχρι σήμερα οἱ Ἐπίτροποι στὴν Κρατοῦσα Ἐκκλησία δὲν εἶναι αἱρετοί, ἀλλά διορίζονται ἀπὸ τοὺς Μητροπολίτες. Ὅταν ἀργότερα ἡγήθηκε τοῦ ἀγῶνα τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων εὑρῆκε μπροστά του συμβούλια σωματείων νὰ διεκδικοῦν, ὄχι μόνον δικαιώματα διαχειρήσεως τῶν ὑλικῶν πραγμάτων τῶν Ἐκκλησιῶν, ἀλλὰ συχνὰ καὶ τῶν πνευματικῶν ζητημάτων. Ἂς μὴν ἀπορεῖ κανεὶς γιὰ τὸ ὅτι ἔφθασε σὲ σημεῖο νὰ παραιτηθεῖ τῆς ἡγεσίας, παραχωρῶντας τὴν θέση του στὸν πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομο.

ς συνεργάτες, λοιπόν, τοῦ Ἐπισκόπου, κατὰ μείζονα λόγον οἱ Ἐπίτροποι, ἀλλὰ καὶ ὅλοι οἱ πιστοί, πρέπει νὰ ἔχουν ὑπ’ ὄψιν τους τὰ λόγια τοῦ Ἁγίου Ιγνατίου τοῦ Θεοφόρου, ᾿Επισκόπου ᾿Αντιοχείας: «Πάντες τῷ ᾿Επισκόπῳ ἀκολουθεῖτε, ὡς ᾿Ιησοῦς Χριστός τῷ Πατρί, καὶ τῷ πρεσβυτερίῳ ὡς τοῖς ἀποστόλοις. Τοὺς δὲ διακόνους ἐντρέπεσθε ὡς Θεοῦ ἐντολήν.(...) Καλῶς ἔχει, Θεὸν καὶ ᾿Επίσκοπον εἰδέναι, ὁ τιμῶν ᾿Επίσκοπον ὑπὸ Θεοῦ τετίμηται· ὁ λάθρα τοῦ ᾿Επισκόπου τι πράσσων τῷ διαβόλῳ λατρεύει» (Σμυρναίοις ΙΧ) καὶ εἰς τὴν πρὸς ᾿Εφεσίους ἐπιστολὴ ὁ Θεοφόρος Πατὴρ γράφει· «῞Οθεν καὶ ὑμῖν πρέπει, συντρέχειν τῇ τοῦ ᾿Επισκόπου γνώμῃ, τοῦ κατὰ Θεὸν ποιμαίνοντος ὑμᾶς· ὅπερ καὶ ποιεῖται αὐτοί, σοφισθέντες ὑπὸ τοῦ Πνεύματος·...»

Συνεπῶς, ἡ πρώτη μας μέριμνα πρέπει νὰ εἶναι ἡ διοικητικὴ ὀργάνωσις τῆς Μητροπόλεως, μὲ τὴν σύσταση Μητροπολιτικοῦ Συμβουλίου καὶ τὸν ὁρισμὸ Οἰκονόμου κατὰ τοὺς Κανόνας. Στὸ Μητροπολιτικὸ Συμβούλιο θὰ μετέχουν καὶ οἱ Πρόεδροι τῶν Ἐκκλησιαστικῶν Ἐπιτροπῶν, ἐνῷ σὲ ὅλα τὰ μέλη τῶν Ἐπιτροπῶν θὰ ἐκδοθοῦν νέοι διορισμοὶ κατὰ τάξιν.

ν συνεχείᾳ, μὲ τὴν προσδοκόμενη συνεργασία ὅλων, θὰ πρέπει νὰ μεριμνήσουμε γιὰ τὴν ὀργάνωση καὶ λειτουργία Γραφείων τῆς Μητροπόλεως καὶ τὴν ἀνάπτυξη τοῦ Κατηχητικοῦ καὶ Φιλανθρωπικοῦ ἔργου τῶν Ἐνοριῶν, καθὼς καὶ τὴν ὀργάνωση τοῦ τοπικοῦ Νεανικοῦ Ὀρθοδόξου Συνδέσμου.

Παραλλήλως, πρέπει νὰ τεθεῖ ὡς στόχος ἡ σύσταση καὶ λειτουργία Ἀνδρώας Μονῆς στὴν γύρω περιοχή, στὴν ὁποία θὰ ἐγγραφοῦν ἀρχικῶς ὅλοι οἱ Ἱερομόναχοι τῆς Μητροπόλεως καὶ ἡ ὁποία θὰ ἔχει τὴν προοπτικὴ νὰ ἀναπτύξῃ τὸν Ἡσυχαστικὸ τρόπο ζωῆς, ἀλλὰ καὶ νὰ βοηθήσει τὸ ἱεραποστολικὸ ἔργο τῆς Ἐκκλησίας μελλοντικῶς. Πρωτίστως ὅμως πρέπει νὰ καταστεῖ προσευχητικὸ κέντρο γιὰ τὴν πνευματικὴ ἐνίσχυση τοῦ ὅλου ἔργου τῆς Ἐκκλησίας.

ς ἐπιδοθοῦμε, λοιπόν, στὸν καλὸν ἀγῶνα ὑπὲρ τῆς καλῆς Ὁμολογίας, τῆς μαρτυρίας ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως, διατηροῦντες πάντοτε πνεῦμα μετανοίας καὶ ταπεινοφροσύνης. Διότι τὸ ἠχηρότερο κήρυγμα γίνεται διὰ τῶν ἔργων.

Τέλος, ἐφ’ ὅσον εἴμεθα στὸν ἱστορικὸ χῶρο τῆς ἀρχαίας Ἰωλκοῦ, τῆς ἀφετηρίας τῆς ἀργοναυτικῆς ἐκστρατείας, περὶ τῆς ὁποίας ἔγραψε ὁ Ἀπολλώνιος ὁ Ρόδιος, δὲν εἶναι κακὸ νὰ ἀντλήσουμε ὠφέλημα διδάγματα καὶ ἀπὸ αὐτὴν τὴν μυθικὴ διήγηση. Ὅπως ὁ Ἰάσονας ταξίδεψε καὶ πέρασε ἐν μέσῳ συμπληγάδων γιὰ νὰ ἀναζητήσει τὸ χρυσόμαλλον δέρρας, ἔτσι καὶ ἐμεῖς, ἂς ἀγωνισθοῦμε ἐν μέσῳ τῶν διαφόρων ἀντιξοοτήτων γιὰ κερδίσουμε τὴν Οὐράνιο Βασιλεία.

ν κατακλεῖδι, θὰ ἤθελα ἀπὸ τὴν θέση αὐτὴ νὰ ἐκφράσω τὶς ὁλόθερμες εὐχαριστίες μου πρὸς τὸν Μακαριώτατο Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν κ. Καλλίνικο καὶ ὅλους τοὺς Ἀρχιερεῖς τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν, γιὰ τὴν ἐμπιστοσύνη μὲ τὴν ὁποίαν πάντοτε μὲ περιέβαλαν. Ἐξόχως δὲ στὸν Σεβασμ. Μητροπολίτη Πειραιῶς καὶ Σαλαμῖνος κ. Γερόντιο, τὸν Ἐπιτροπικῶς διοικήσαντα τὴν Μητρόπολη κατὰ τὸ προηγούμενο χρονικὸ διάστημα, ὁ ὁποῖος καὶ ἐμερίμνησε ἅπαντα τὰ τῆς τελετῆς αὐτῆς.

Εὐχαριστῶ τοὺς παρισταμένους Ἱερεῖς καὶ Διακόνους, τὶς Μοναχὲς τῆς Μητροπόλεως (οἱ ὁποῖες εἶναι νοερῶς παροῦσες) γιὰ τὶς προσευχές τους, τὶς Ἐπιτροπὲς τῶν Ναῶν τῆς πόλεως γιὰ τοὺς κόπους τοὺς ὁποίους ἀνιδιοτελῶς καταβάλλουν, τοὺς γονεῖς μου οἱ ὁποῖοι ἐταξίδευσαν ἀπὸ τὴν γενέτειρά μου Ρόδο γιὰ εἶναι σήμερα κοντά μας καὶ ὅλους τοὺς εὐσεβεῖς Ὀρθοδόξους Χριστιανούς, τοὺς ἐδῶ φυσικῶς ἢ νοερῶς παρόντας.

ν καὶ ἡ στὴν θέση αὐτὴ ἐκλογή μου δὲν ἦταν τὸ δικό μου προηγούμενο θέλημα, πάντως εὔχομαι νὰ ἀποδειχθεῖ προηγούμενο θέλημα τοῦ Θεοῦ. Δηλαδὴ τὸ κατ’ εὐδοκίαν τέλειο καὶ εὐάρεστο θέλημα Αὐτοῦ.

Πρεσβείαις τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καὶ πάντων τῶν Ἁγίων καὶ εὐχαῖς πάντων Ὑμῶν ἔστω μοι ὁ Κύριος βοηθός. μὴν!