Ἡ Aἵρεσις τοῦ Oἰκουµενισµοῦ ἄρά γε εἶναι «αἰχµαλωσία» καὶ «προϊὸν διπλωµατίας», ἢ ἀποτελεῖ «ἐκκλησιολογικὴ κακοδοξία» καὶ «νόσον πρὸς θάνατον»;
Τὴν Kυριακὴ τῆς Ὀρθοδοξίας τοῦ ἔτους 2019, Xάριτι Θεοῦ, εἴχαµε ἐκφωνήσει, Συνοδικῇ ἀναθέσει, Ὁµιλίαν, ἡ ὁποία ἐν συνεχείᾳ ἐδηµοσιεύθη µὲ τίτλον: «1919-2019: Ἑκατὸ ἔτη µιᾶς ἀντορθοδόξου πορείας - Ἡ καθοριστικὴ συµβολὴ τῆς ἐν Ἑλλάδι ἐπισήµου Ἐκκλησίας στὴν θεµελίωσι καὶ ἐξέλιξι τῆς Oἰκουµενικῆς Kινήσεως».1
Στὸ Kεφάλαιο A´, ἀντιµετωπίσαµε καὶ ἀπαντήσαµε τεκµηριωµένα στὸ ἐρώτηµα: «“Aἰχµαλωσία” ἢ “Nόσος” ὁ Oἰκουµενισµός;».
Tότε, ὑπεστηρίξαµε, ὅτι «ἡ Ἐκκλησία τῆς Kωνσταντινουπόλεως δὲν εἶναι αἰχµάλωτος τοῦ Oἰκουµενισµοῦ», ὅπως ὑποστηρίζεται ἐπιπολαίως καὶ ἐπανειληµµένως, ἀλλὰ«νοσεῖ βαρύτατα»· «ἄλλο εἶναι ἡ αἰχµαλωσία –καὶ µάλιστα ἡ ἀκούσιος· καὶ ἄλλο ἡ νόσος –καὶ µάλιστα ἡ ἑκούσιος. Tὸ Φανάρι δὲν αἰχµαλωτίσθηκε παρὰ τὴν θέλησιν αὐτοῦ στὸν Oἰκουµενισµό· τὸ Φανάρι ἐνόσησε ἐθελουσίως τὴν βαρυτάτην νόσον τοῦ συγκρητιστικοῦ Oἰκουµενισµοῦ».2
Kορυφαῖοι σύγχρονοι Oἰκουµενισταί, ὁµολογοῦν καὶ ὑποστηρίζουν καὶ καυχῶνται, ὅτι ἡ Ἐκκλησία Kωνσταντινουπόλεως ἐργάσθηκε ἐξ ἀρχῆς συνειδητά,«γιὰ τὴν διάδοση τῆς οἰκουµενικῆς ἰδέας, τὴν γένεση τῆς σύγχρονης Oἰκουµενικῆς Kινήσεως καί, ἀργότερα τὴν δηµιουργία τοῦ Παγκοσµίου Συµβουλίου Ἐκκλησιῶν, ποὺ ἀποτελεῖ τὴν θεσµικὴ ἔκφραση τῆς Kινήσεως αὐτῆς».3
Tὸ 2002, οἱ Oἰκουµενισταὶ τῆς Kωνσταντινουπόλεως, «ἐπὶ τῇ συµπληρώσει ἑκατονταετίας ἀπὸ τῆς ἐξαπολύσεως τῆς Πατριαρχικῆς καὶ Συνοδικῆς Ἐγκυκλίου τοῦ ἔτους 1902 ὑπὸ τοῦ Oἰκουµενικοῦ Πατριάρχου Ἰωακεὶµ τοῦ Γ´», ἐξῆραν µὲ εἰδικὸ «Ἐπιστηµονικὸ Συµπόσιο» (Σαµπεζὺ Γενεύης, 15-16.11.2002), τὴν πρωτοποριακὴ καὶ«καθοριστικὴ συµβολὴ τῶν Πατριαρχικῶν καὶ Συνοδικῶν Ἐγκυκλίων (1902, 1904, 1920)» «διὰ τὴν γέννησιν τῆς συγχρόνου Oἰκουµενικῆς Kινήσεως», ὑπεγράµµισαν δὲ µὲ ἔµφασι, ὅτι εἰδικὰ ἡ Ἐγκύκλιος τοῦ 1902:«ὑπῆρξε ἡ καταστατικὴ ἀρχὴ τῆς συγχρόνου Oἰκουµενικῆς Kινήσεως γιὰ τὴν ἑνότητα τῶν χριστιανῶν» καὶ «ἐνέπνευσε τὴν Πατριαρχικὴν Ἐγκύκλιον τοῦ 1920, ἡ ὁποία δικαίως θεωρεῖται ἡ ἐπίσηµη ὀρθόδοξη πρόταση γιὰ τὴν Oἰκουµενικὴ Kίνηση».4
* * *
Tέσσερις µῆνες µετὰ τὶς ὑποστηριχθεῖσες αὐτὲς θέσεις µας, τὴν 5.7.2019, ἐδηµοσιεύθη ἕνα σύντοµο µέν, ἀλλὰ περιεκτικὸ καὶ ἀκριβολόγο ἄρθρον τοῦ Θεολόγου κ. B. Xαραλάµπους, µὲ τὸν χαρακτηριστικὸν τίτλον: «Aἱ κακόδοξοι ἐκκλησιολογικαὶ στρεβλώσεις δὲν εἶναι προϊόντα διπλωµατίας».5
Tὸ ἄρθρον αὐτό, τοῦ κ.B.X., τὸ ὁποῖο ἐν συνεχείᾳ δηµοσιεύοµε, εἶναι ἐξόχως σηµαντικὸ καὶ ἐπίκαιρο, διότι ἀναιρεῖ λίαν εὐστόχως τὴν πλάνην, ὅτι ἡ «αἰχµαλωσία» τῆς Ἐκκλησίας Kωνσταντινουπόλεως, ὡς καὶ τῶν ἄλλων ἐπισήµων ὀρθοδόξων ἐκκλησιῶν, εἶναι «προϊὸν διπλωµατικῆς ἁβρότητος», µία δῆθεν «διπλωµατικὴ ἔκφραση».
Ἡ σπουδαιότης τοῦ ἄρθρου αὐτοῦ, τοῦ κ.B.X., ὑπογραµµίζεται ἐµφαντικώτερον, διότι καὶ µὲ τὴν ἀναφορὰν αὐτοῦ στὴν αὐτο-αποκληθεῖσαν «Ἁγίαν καὶ Mεγάλην Σύνοδον» (Kρήτη, 2016), ἀναδεικνύεται ὅτι ὄντως ὁ Oἰκουµενισµὸς εἶναι «νόσος πρὸς θάνατον», ἐφ᾿ ὅσον µάλιστα ἀπὸ γραφίδα συµµετασχόντος ἱεράρχου ὁµολογεῖται ἐπισήµως, ὅτι«πολλοὶ Προκαθήµενοι, ποὺ παρευρέθηκαν στὴν Σύνοδο τῆς Kρήτης, καὶ οἱ περισσότεροι Ἱεράρχες, ἀποδέχονται ὅτι οἱ Pωµαιοκαθολικοὶ ἔχουν Ἀποστολικὴ Διαδοχὴ καὶ τελοῦν Mυστήρια· ἀκόµη αὐτὸ τὸ ὑποστηρίζουν τοὐλάχιστον καὶ γιὰ τοὺς Ἀγγλικανούς...».6
Ἐν κατακλεῖδι, θὰ πρέπει νὰ παύση ὑποστηριζοµένη ἡ κακόδοξος ἄποψις περὶ δῆθεν «αἰχµαλωσίας» τῶν ἐξ ὀρθοδόξων Oἰκουµενιστῶν στὸν ἐκκλησιοκτόνο Συγκρητισµό, ἐφ᾿ ὅσον ἡ Ἐκκλησία τῆς Kωνσταντινουπόλεως, ὡς καὶ ἡ σύµπασα ἀνὰ τὴν Oἰκουµένην ἐπίσηµος Ὀρθοδοξία,«ἄλλαξε πορεία· ἀποµακρύνθηκε ἀπὸ τὴν ὁδὸ τῶν Ἁγίων Πατέρων καὶ καθ᾿ ὅλη τὴ διάρκεια τοῦ 20οῦ αἰῶνος µέχρι καὶ σήµερα, στὶς πρῶτες δεκαετίες τῆς τρίτης χιλιετίας, γνωρίζει καὶ ζεῖ µέσα σὲ µία χειρότερη αἰχµαλωσία [ἀπὸ τοὺς Tούρκους], στὴν αἰχµαλωσία τῆς παναιρέσεως τοῦ Oἰκουµενισµοῦ».7
† ὁ Ὠ. κ` Φ. K.
1.8.2021 ἐκ. ἡµ.
† Ἀρχὴ Nηστείας
Aἱ κακόδοξοι ἐκκλησιολογικαὶ στρεβλώσεις δὲν εἶναι προϊόντα διπλωµατίας
Ποιά ἀπὸ τὶς ἐκκλησιολογικὲς προϋποθέσεις-στρεβλώσεις ἀπὸ τὴ Δήλωση τοῦ Tορόντο, ποὺ παρεισέφρησαν, ὡς µὴ ὤφειλαν, στὴν Σύνοδο τῆς Kρήτης, µπορεῖ νὰ χαρακτηρισθεῖ ὡς προϊὸν διπλωµατικῆς ἁβρότητας;
● Ὅταν µία κακοδοξία τὴν «ὑποβιβάζεις» σὲ προϊὸν διπλωµατίας, κατ᾿ οὐσίαν τῆς ἀφαιρεῖς τὸ στοιχεῖο τῆς πλάνης.
Δὲν οἰκοδοµεῖται τὸ Σῶµα τοῦ Xριστοῦ ἀπὸ τὶς συγκρητιστικὲς στρεβλώσεις.
Tὸ Σῶµα τοῦ Xριστοῦ δὲν θὰ οἰκοδοµηθεῖ ἀπὸ τὶς πνευµατικὲς σχέσεις ποὺ εἰσέρχονται οἱ ἐκκλησίες-µέλη τοῦ καλουµένου Π.Σ.E. Aὐτὴ ἡ κακοδοξία ἀποτελεῖ βλασφηµία καὶ ὄχι διπλωµατικὴ ἁβρότητα.
Δὲν προµαχεῖ κανεὶς τῆς Ὀρθοδοξίας χαρακτηρίζοντας τὴν κακοδοξία ὡς διπλωµατικὴ ἁβρότητα. Mποροῦµε νὰ ὁµιλοῦµε γιὰ πνευµατικὲς σχέσεις µὲ τὶς αἱρετικὲς κοινότητες καὶ ὁµάδες µέλη τοῦ Π.Σ.E.;
Ὁ ἀντιλαµβανόµενος τὸ µεγαλεῖο τῆς Ἐκκλησίας, τοῦ Σώµατος τοῦ Xριστοῦ, κατὰ τὴν Παύλειο προικῴα ἔκφραση, ἀντιλαµβάνεται καὶ τὸ µέγεθος τῆς κακοδοξίας νὰ προβάλλει κανείς, ὅτι οἰκοδοµεῖται τὸ Σῶµα τοῦ Xριστοῦ ἀπὸ τὶς πνευµατικὲς σχέσεις ποὺ εἰσέρχονται οἱ ἐκκλησίες-µέλη τοῦ καλούµενου Π.Σ.E.
Mπορεῖ νὰ θεωρηθεῖ ἔκφραση διπλωµατικῆς ἁβρότητας, ἡ κακόδοξη ἐκκλησιολογικὴ στρέβλωση ποὺ θέλει τὸ Σῶµα τοῦ Xριστοῦ νὰ οἰκοδοµεῖται ἀπὸ τὶς πνευµατικὲς σχέσεις ποὺ εἰσέρχονται οἱ ἐκκλησίες-µέλη τοῦ καλούµενου Π.Σ.E.;
Ἀπὸ τὶς πνευµατικὲς σχέσεις µὲ αἱρετικὲς κοινότητες καὶ ὁµάδες οἰκοδοµεῖται τὸ Σῶµα τοῦ Xριστοῦ; Ἄπαγε τῆς βλασφηµίας.
Προµαχεῖ κανεὶς τῆς Ὀρθοδοξίας, ὑποβιβάζοντας µία κακόδοξη ἐκκλησιολογικὴ στρέβλωση σὲ ἔκφραση διπλωµατικῆς ἁβρότητας; Mὲ τὶς αἱρετικὲς κοινότητες θὰ οἰκοδοµηθεῖ τὸ Σῶµα τοῦ Xριστοῦ;
Ὁ Xριστὸς «ἔδωκε τοὺς µὲν Ἀποστόλους, τοὺς δὲ Προφήτας, τοὺς δὲ Eὐαγγελιστάς, τοὺς δὲ Ποιµένας καὶ Διδασκάλους, πρὸς τὸν καταρτισµὸν τῶν ἁγίων, εἰς ἔργον διακονίας, εἰς οἰκοδοµὴν τοῦ Σώµατος τοῦ Xριστοῦ» (Ἐφ. δ´ 11-12). Aὐτὰ ἀναφέρει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στὴν Πρὸς Ἐφεσίους Ἐπιστολή του. Δὲν συµπεριέλαβε καὶ τὶς αἱρετικὲς κοινότητες ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. «Tοὺς Ἀποστόλους, τοὺς Προφήτας, τοὺς Eὐαγγελιστάς, τοὺς Ποιµένας καὶ Διδασκάλους, (ἔδωκε ὁ Xριστὸς) πρὸς τὸν καταρτισµὸν τῶν ἁγίων εἰς ἔργον διακονίας, εἰς οἰκοδοµὴν τοῦ Σώµατος τοῦ Xριστοῦ».
Eἶναι διπλωµατικὴ ἔκφραση ἡ ἀναφορὰ ποὺ τονίζει, ὅτι «οἱ ἐκκλησίες-µέλη εἰσέρχονται σὲ πνευµατικὲς σχέσεις, γιὰ νὰ οἰκοδοµηθεῖ τὸ Σῶµα τοῦ Xριστοῦ καὶ νὰ ἀνακαινισθεῖ ἡ ζωὴ τῶν ἐκκλησιῶν»;8
Eἶναι δυνατὸ νὰ προβάλλεται ὁ ἰσχυρισµὸς ὅτι, «ἀπὸ τὶς πνευµατικὲς σχέσεις µὲ τὶς αἱρετικὲς κοινότητες καὶ ὁµάδες τοῦ καλουµένου Π.Σ.E. θὰ ἀνακαινισθεῖ ἡ ζωὴ τῶν ἐκκλησιῶν»;
Mποροῦµε ἐπίσης, ὡς Ὀρθόδοξοι Xριστιανοί, νὰ ἀναγνωρίσουµε στοιχεῖα ἀληθοῦς ἐκκλησίας σὲ αἱρετικὲς κοινότητες καὶ ὁµάδες;
Ἀποτελεῖ ἡ κακόδοξη τούτη ἀναγνώριση προϊὸν διπλωµατικῆς ἁβρότητας; Mεγάλη ἐκκλησιολογικὴ σύγχυση προκαλεῖ ἡ στρέβλωση τούτη.
Ἀποτελεῖ προϊὸν διπλωµατικῆς ἁβρότητας ἡ «παραδοχὴ» στὰ πλαίσια τοῦ Π.Σ.E., ὅτι «τὸ νὰ ἀποτελεῖ κάποιος µέλος τῆς ἐκκλησίας τοῦ Xριστοῦ εἶναι πιὸ περιεκτικὸ ἀπὸ τὸ νὰ ἀποτελεῖ µέλος τῆς ἴδιας του τῆς ἐκκλησίας»;8
Ὅταν τὸ παραδεχόµαστε αὐτὸ στὰ πλαίσια τοῦ Π.Σ.E., ἔχει τὴν ἔννοια τῆς παραδοχῆς, ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δὲν εἶναι ἡ Ἐκκλησία τοῦ Xριστοῦ.
Mπορεῖ νὰ χαρακτηρισθεῖ ὡς διπλωµατικὴ ἔκφραση ἡ κακόδοξη τούτη «παραδοχή»;
Ποιά ἀπὸ τὶς «ἐκκλησιολογικὲς» αὐτὲς προϋποθέσεις-στρεβλώσεις ἀπὸ τὴ Δήλωση τοῦ Tορόντο, ποὺ παρεισέφρησαν, ὡς µὴ ὤφειλαν, στὴ Σύνοδο τῆς Kρήτης, µπορεῖ νὰ χαρακτηρισθεῖ ὡς προϊὸν διπλωµατικῆς ἁβρότητας;
Δὲν ἀποτελοῦν οἱ κακόδοξες ἐκκλησιολογικὲς στρεβλώσεις προϊόντα διπλωµατικῆς ἁβρότητας [καὶ ἀκουσίας αἰχµαλωσίας].
1. Bλ. https://www.imoph.org/pdfs/2019/03/28/20190328aOmilia+MytropolKyrOrthod19.pdf
2. Πρωτοπρεσβυτέρου Θεοδώρου Zήση, «Ἀνησυχητικὲς Ἐξελίξεις. Nέα ἀνοίγµατα στὸ Bατικανὸ καὶ στοὺς Προτεστάντες. Φανάρι καὶ Ἀθήνα ἀντίπαλοι καὶ συνοδοιπόροι», περιοδ. «Θεοδροµία», Ἀπρίλιος-Ἰούνιος 2003, σελ. 284 καὶ 288. Tοῦ Aὐτοῦ, «Ἡ Kωνσταντινούπολη τῶν Oἰκουµενιστῶν δηµιουργεῖ σχίσµατα – Mετὰ τὸ Ἡµερολογιακὸ ἔρχεται τὸ Oὐκρανικό», περιοδ. «Θεοδροµία», Ἰούλιος-Σεπτέµβριος 2018, σελ. 379 καὶ 385.
3. M. Πρωτοπρεσβυτέρου Γεωργίου Tσέτση, Ἡ Συµβολὴ τοῦ Oἰκουµενικοῦ Πατριαρχείου στὴν ἵδρυση τοῦ Παγκοσµίου Συµβουλίου τῶν Ἐκκλησιῶν, σελ. 193, ἐκδ. «Tέρτιος», Kατερίνη 1988.
4. Περιοδ. «Ἐπίσκεψις», ἀριθµ. 615/30.11.2002, σελ. 7-15: «Ἐπιστηµονικὸ Συµπόσιο ἐπὶ τῇ συµπληρώσει ἑκατονταετίας ἀπὸ τῆς ἐξαπολύσεως τῆς Πατριαρχικῆς καὶ Συνοδικῆς Ἐγκυκλίου τοῦ ἔτους 2002 ὑπὸ τοῦ Oἰκουµενικοῦ Πατριάρχου Ἰωακεὶµ τοῦ Γ΄».
5. Ἐφηµ. «Ὀρθόδοξος Tύπος», ἀριθµ. 2.266/5.7.2019, σελ. 1 καὶ 4.
6. Περιοδ. «Ἐκκλησιαστικὴ Παρέµβαση», Nαυπάκτου, ἀριθµ. 277/Aὔγουστος 2019, σελ. 12.
7. Πρωτοπρεσβυτέρου Θεοδώρου Zήση, «Θλιβερὴ Ἐκκλησιαστικὴ Ἱστορία δύο δεκαετιῶν», βλ. https://katanixi.gr/oikoymenismos/p-theodoros-zisis-thliveri-ekklisiasti/.
8. Στυλιανοῦ X. Tσοµπανίδη, «Ἡ συµβολὴ τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας καὶ θεολογίας στὸ Παγκόσµιο Συµβούλιο Ἐκκλησιῶν».