Ἱστορικά

Ἡ Συμβολὴ τῆς Ἐκκλησίας στὴν Ἐπανάσταση τοῦ 1821

 

+Ἐπισκόπου Γαρδικίου Κλήμεντος

Σεβασμιώτατε, ἀγαπητοὶ Πατέρες καὶ Ἀδελφοί·

μεγάλη καὶ σημαντικὴ Ἐπέτειος τῶν 200 ἐτῶν ἀπὸ τὴν ἔναρξη τῆς Ἐπαναστάσεως τοῦ 1821 ἀποτελεῖ εὐκαιρία ἀναβαπτισμοῦ μας στὸ «πνεῦμα» της καὶ στὸν δυναμισμό της. Τὰ ἀποτελέσματά της ἦταν καὶ εἶναι ἐκπληκτικά, τὰ δὲ μηνύματά της τόσο πολλὰ καὶ κεφαλαιώδη, ὥστε νὰ καθίσταται ἀδύνατον νὰ καλυφθοῦν καὶ νὰ ἀναλυθοῦν σὲ μία σύντομη Εἰσήγηση.

Εἶναι ἀνάγκη ὅμως, μὲ τὴ θεία βοήθεια καὶ τὶς εὐχές, ὅπως καὶ τὴν προσοχή σας, νὰ προσπαθήσουμε νὰ εἰσδύσουμε λίγο στὰ ἄδυτα τῆς ἱερότητός της, γιὰ νὰ ἐνδυναμωθοῦμε δεόντως. Χρειαζόμαστε τὴν ὀρθὴ ὑπενθύμιση πραγμάτων οὐσιωδῶν γιὰ τὸ εἶναι καὶ τὴν ὕπαρξή μας, γιὰ τὸ παρελθόν, τὸ παρὸν καὶ τὸ μέλλον μας.

Νὰ τονίσουμε ἐξ ἀρχῆς, ὅτι ἡ Ἐπανάσταση τοῦ 1821 συνδέεται στενὰ μὲ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἡ ὁποία, ὅπως ἐγράφη ὀρθῶς, ὄχι μόνον πρωτοστάτησε, ἀλλὰ οὐσιαστικὰ τὴν προκάλεσε καὶ καθοδήγησε τιθέμενη ἐπικεφαλῆς της. Ἡ σύντομη περιδιάβασή μας σὲ ὅσα περιλαμβάνει αὐτὴ ἡ ταπεινὴ εἰσήγησή μας, νομίζουμε ὅτι αὐτὸ ἀποδεικνύει.

Α. Ἡ ἀνασυγκρότηση τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου καὶ ἡ θέση τοῦ ὑποδούλου Ποιμνίου του.

θλιβερὴ πτώση τῆς Βασιλευούσης τῶν Πόλεων, τῆς Κωνσταντινουπόλεως, στοὺς Ὀθωμανοὺς τὸ 1453, ἡ ὁποία σήμανε τὴν κατάλυση τοῦ Ἀνατολικῆς Χριστιανικῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας, ἄλλαξε τὸν πολιτικὸ καὶ θρησκευτικὸ χάρτη τῆς νοτιοανατολικῆς Εὐρώπης καὶ τῆς Μικρᾶς Ἀσίας καὶ ἔφερε μεγάλες πολιτικές, κοινωνικές, θρησκευτικὲς καὶ πολιτιστικὲς ἀλλαγὲς στὸν χῶρο αὐτό. Ἔχει ὅμως μεγάλη σημασία τὸ γεγονός, ὅτι ὁ Χριστιανικὸς καὶ Ἑλληνικὸς κόσμος τῶν περιοχῶν αὐτῶν στηρίχθηκε οὐσιαστικὰ ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία καὶ τοὺς ταγούς της καὶ ἔτσι διατήρησε τὴν ὑπόστασή του. Καὶ μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ βρῆκε τὴν ἀπαντοχὴ καὶ δύναμη γιὰ διεκδίκηση καὶ ἀπόκτηση τῆς ἐλευθερίας καὶ ἀνεξαρτησίας του μετὰ πάροδον ἑκατονταετιῶν.

sxolarios moamethΛίγο μετὰ τὴν κατάκτηση τῆς Πόλεως, ὁ Μωάμεθ Β΄ ὁ Πορθητὴς προέβη στὴν ἀνασυγκρότηση τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, γιὰ λόγους περισσότερο πολιτικῆς σκοπιμότητος, παρέχοντας κάποια προνόμια ἀλλ’ ὄχι δικαιώματα. Μάλιστα, ἔθεσε τὸν Πατριάρχη ἐπικεφαλὴς (millet basi) ὅλου τοῦ Ὀρθοδόξου Χριστιανικοῦ Γένους. Αὐτὸ σήμαινε, ὅτι στὴν Ὀθωμανικὴ Αὐτοκρατορία παρὰ τὸ ὅτι ὑφίστατο ὀξὺς διαχωρισμὸς μεταξὺ Μωαμεθανῶν καὶ μὴ Μωαμεθανῶν, ἐν τούτοις ἐπικρατοῦσε κάποια μορφὴ ἀνοχῆς, θεωρητικὰ τουλάχιστον, ἡ ὁποία ἐπέτρεπε τὴ συμβίωση τῶν λαῶν τῶν ποικίλων ἐθνικῶν καὶ πολιτιστικῶν καταβολῶν τῆς Αὐτοκρατορίας. Τὰ μέλη κάθε Θρησκείας θεωροῦνταν ὅτι ἀνήκουν σὲ ἕνα Γένος ἢ ἕνα Ἔθνος (millet) καὶ ὁ θρησκευτικὸς ἀρχηγός της ἦταν ὑπεύθυνος ἔναντι τοῦ Μωαμεθανικοῦ κράτους γιὰ τὴν ὑπακοὴ καὶ συμμόρφωση τῶν μελῶν τῆς Θρησκευτικῆς του Κοινότητος ἔναντι τῆς κεντρικῆς ἐξουσίας.

PatrGenSxolariosΠρῶτος Πατριάρχης μετὰ τὴν Ἅλωση ἐκλέχθηκε κατὰ τὴν προτίμηση τοῦ Μωάμεθ τοῦ Πορθητοῦ ὁ Γεννάδιος Σχολάριος, Ἡγέτης κατὰ τὴ στιγμὴ ἐκείνη τῆς λεγομένης Ἀνθενωτικῆς μερίδος τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν. Ἦταν προφανῶς προτιμητέος ἕνας ἀντι-δυτικὸς Πατριάρχης, ὁ ὁποῖος ἐκ πεποιθήσεως ἀντιτασσόταν σὲ κάθε μορφὴ συνδιαλλαγῆς μὲ τοὺς Παπικούς, οἱ ὁποῖοι εἶχαν ἀποδείξει πολὺ πρόσφατα τότε ὅτι ἡ ἕνωση γι’ αὐτοὺς σήμαινε τὴν πνευματικὴ ὑποδούλωση τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν. Ἄρα, οἱ Τοῦρκοι θὰ μποροῦσαν νὰ αἰσθάνονται πιὸ ἀσφαλεῖς ὅτι ὑποτιθέμενη βοήθεια ἀπὸ τὴ Δύση ἐναντίον τους δὲν ἐπρόκειτο νὰ ἔλθει. Ἡ συντριπτικὴ πλειοψηφία πράγματι τῶν ὑποδούλων πλέον Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν δὲν ἤθελε οὔτε κἄν νὰ ἀκούσει γιὰ ὅ,τιδήποτε Δυτικὸ/Παπικό. Καὶ τοῦτο, διότι μετὰ τὴν Δ΄ Σταυροφορία καὶ τὶς ἀπερίγραπτες καταστροφὲς ποὺ ἐπέφερε στὴν Ἀνατολή (θυμίζουμε τὴν πρώτη Ἅλωση τῆς Πόλεως τὸ 1204), ἀποτελοῦσε κοινὴ συνείδηση ὅτι ἡ ἀγριότητα τῶν Δυτικῶν δῆθεν Χριστιανῶν ὑπερέβαινε αὐτὴ τῶν Σαρακηνῶν, οἱ ὁποῖοι σὲ σύγκριση μὲ τοὺς Σταυροφόρους θεωροῦνταν προτιμητέοι! Δὲν ἦταν χωρὶς σημασία ἡ γνωστὴ ἔκφραση τοῦ Λουκᾶ Νοταρᾶ, τελευταίου Δούκα τοῦ Βυζαντίου, ὅτι εἶναι καλύτερα νὰ βασιλεύσει στὴν Πόλη τὸ τούρκικο φακιόλιο, παρὰ ἡ λατινικὴ καλύπτρα. Ἡ δήλωση αὐτὴ δὲν ἦταν καθόλου φιλοτουρκική· ἁπλῶς, καταδείκνυε τὴν πικρὴ ἀλήθεια τῶν πραγμάτων.
alosi

Τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο ἀμέσως μετὰ τὴν Ἅλωση, χωρὶς νὰ χάσει στιγμή, ἔκανε ὅ,τι ἦταν δυνατὸν γιὰ τὴ στήριξη τοῦ ὑποδούλου Ποιμνίου του, προκειμένου νὰ κρατήσει ἄσβεστη τὴ φλόγα πρωτίστως τῆς Πίστεως, ποὺ τρεμόσβηνε ἀπὸ φοβεροὺς ἀνέμους καὶ θύελλες, ἀλλὰ καὶ τοῦ Ἑλληνισμοῦ. Γιὰ νὰ ἐγγίσει ἡ εὐλογημένη ἡμέρα καὶ ὥρα τῆς Ἐλευθερίας, θὰ ἔπρεπε πρῶτα νὰ διατηρηθεῖ μὲ κάθε θυσία ἡ Ψυχὴ τῶν ὑποδούλων Χριστιανῶν, ὁ Χριστὸς νὰ κυριαρχεῖ καὶ νὰ φωτίζει ἐντὸς αὐτῆς, ὥστε νὰ ὁδηγεῖ εἰς ὁδὸν τοῦ θείου Θελήματος. Ἔπρεπε νὰ διέλθουμε διὰ «πυρὸς καὶ ὕδατος», ὥστε νὰ ἐξαχθοῦμε εἰς ἀναψυχήν.


***


Οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοὶ ζοῦσαν βίο φρικτὸ καὶ φοβερὸ ὑπὸ τὸν ζυγὸ τοῦ κατακτητοῦ. Οἱ καταστροφὲς καὶ λεηλασίες πόλεων καὶ χωριῶν, ἡ κάμψη τῆς οἰκονομικῆς καὶ πνευματικῆς ζωῆς, ἡ ἀνελευθερία, ἡ φτώχεια, ἡ ἀπαιδευσία, ἡ βαναυσότητα, οἱ ἐξανδραποδισμοὶ καὶ οἱ συνεχεῖς αὐθαιρεσίες ἀπὸ μέρους τῶν κρατούντων, ὅπως καὶ ἡ βαριὰ φορολογία, ἦταν πράγματα ἀφόρητα καὶ ἀβάστακτα. Θεωροῦνταν οὐσιαστικὰ δουλοπάροικοι, καὶ ἐνῶ οἱ «ἀλλόθρησκοι» γιὰ τοὺς Μωαμεθανοὺς θεωροῦνταν «προστατευόμενοι» τοῦ ἰσλαμικοῦ νόμου, δὲν ἦταν ὅμως ὑπήκοοι ἰσότιμοι μὲ αὐτούς. Γιὰ τὴν «προστασία» τῆς ζωῆς, τῆς ὅποιας ἰδιοκτησίας καὶ τῆς θρησκευτικῆς ἐλευθερίας τους, ἔπρεπε νὰ πληρώνουν ὑποχρεωτικὰ τὸν λεγόμενο «κεφαλικὸ φόρο» (χαράτσι), διότι διαφορετικὰ τὸ κεφάλι τους δὲν θὰ μποροῦσε νὰ στηρίζεται στὸ σῶμα τους ἀλλὰ θὰ κοβόταν…

koilada ori souliou

Οἱ ὑπόδουλοι Χριστιανοί, ζῶντας κατὰ προτίμησιν σὲ ἀπομακρυσμένες περιοχές, διατήρησαν τὰ ἤθη καὶ ἔθιμά τους, τοὺς θρησκευτικοὺς λειτουργοὺς καὶ τὴν λατρεία τους, καταβάλλοντας βεβαίως σχετικὸ φόρο, ὅπως καὶ τοὺς κοινοτικοὺς ἄρχοντές τους, ὅμως οἱ ἀφαιμάξεις ἦταν συνεχεῖς ἀπὸ τοὺς βαρβάρους κατακτητές. Γνωρίζουμε τὶς προσπάθειες ἐξισλαμισμοῦ ὁλοκλήρων πληθυσμῶν μεγάλων γεωγραφικῶν περιοχῶν, μὲ χρήση δελεασμῶν, ἐκφοβισμῶν καὶ βίας. Ἀπὸ ὅλα αὐτὰ προέκυψε καὶ ἡ τάξη τῶν λεγομένων «κρυπτοχριστιανῶν», αὐτῶν ποὺ ἐξωτερικὰ φάνηκε ὅτι γίνονται Μωαμεθανοί, ἀλλὰ κρυφὰ παρέμεναν Χριστιανοί, συνιστῶντας τὸ φαινόμενο τῆς λεγόμενης «λαθρόβιας ὀρθοδοξίας». Πρόκειται γιὰ ἰδιαίτερα πονεμένη ἱστορία, ἡ ὁποία κατὰ καιροὺς ἀντιμετωπίσθηκε μὲν μὲ κάποια συγκατάβαση ἀπὸ μέρους Ποιμένων τῆς Ἐκκλησίας, συναντοῦσε ὅμως τὸν ἀποτροπιασμὸ καὶ τὴν ἀποστροφὴ τοῦ Πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας γιὰ τὴν «ὑποκρισία» καὶ «διπλοπροσωπία» ποὺ ἐνεῖχε. Κρυπτοχριστιανοὶ ὑπῆρχαν σὲ ἀρκετὲς περιοχές, καὶ ὅπως εἶναι γνωστὸν πρέπει νὰ ὑπάρχουν ἀκόμη καὶ σήμερα ἰδίως στὴν Τουρκία.

paidomazomaTὸ λεγόμενο ἐπίσης παιδομάζωμα ἦταν μία γνωστὴ καὶ κοινὴ πρακτικὴ τῶν κατακτητῶν, γιὰ νὰ συστήνουν τὰ φοβερὰ τάγματα τῶν Γενιτσάρων. Οἱ καταπιέσεις καὶ οἱ παραβιάσεις ἦταν πολὺ συχνὲς καὶ ὀδυνηρές. Τὸ 1540 σουλτανικὸ διάταγμα ἀπαγόρευε τὴν ἀνέγερση νέων Ναῶν καὶ τὴν ἐπισκευὴ τῶν παλαιῶν. Ἀκόμη καὶ οἱ κωδωνοκρουσίες ἀπαγορεύονταν. Οἱ ἁρπαγὲς Ναῶν καὶ ἡ μετατροπή τους σὲ τζαμιά, ὅπως καὶ περιουσιῶν, ἦταν σύνηθες φαινόμενο. Καὶ αὐτὸς ὁ Πατριαρχικὸς Ναὸς καὶ ἡ ἕδρα τοῦ Πατριαρχείου χρειάσθηκε νὰ ἀλλάξει πολλὲς φορὲς τόπο, μέχρις ὅτου καταλήξει στὸν Ἅγιο Γεώργιο στὸ Φανάρι.

Οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοὶ μὲ κάθε θυσία προσπάθησαν νὰ κρατήσουν τὴν Πίστη τους, τὴ γλῶσσα τους καὶ τὴν ὅποια αὐτοδιοίκησή τους, γιὰ διατήρηση τῆς Ἐκκλησιαστικῆς καὶ Ἐθνικῆς ταυτότητός τους. Πρώτη καταφυγὴ καὶ παρηγορία τους ἦταν ὁ ἀληθινὸς Τριαδικὸς Θεός, ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, οἱ Πνευματικοὶ πατέρες καὶ ποιμένες, καὶ μάλιστα τὰ Μοναστήρια· σὲ αὐτὰ μποροῦσαν νὰ ξαποστάσουν ψυχικὰ καὶ νὰ ἀναπνεύσουν ὀρθόδοξα καὶ ἑλληνικά, λαμβάνοντας θεία δύναμη γιὰ τὴ βασανισμένη ζωή τους· ἀλλὰ καὶ ἐλπίδες θείας παρεμβάσεως γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ Γένους ἀπὸ τὴ φρικτὴ σκλαβιά. Ὁ πόθος γιὰ τὴν ἐλευθερία πάντοτε σιγοέβραζε μέσα τους, καὶ διατηροῦνταν ἀπὸ ὑψηλὰ ἱσταμένους Ἱεράρχες, ὅπως καὶ Κληρικούς, ἐπιφανεῖς καὶ ἁπλούς, ἀλλὰ καὶ ταπεινοὺς Καλόγερους.

 

Β. Ἐκκλησιαστικὴ φροντίδα καὶ διακονία - Ἡ ἔμφαση στὴν Παιδεία

Κατὰ τὴν Τουρκοκρατία, ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία διὰ τῶν Ποιμένων καὶ διδασκάλων της ἔδινε ἔμφαση, σύμφωνα μὲ τὶς ἀρχὲς τῆς Χριστιανικῆς Ἀγάπης, στὴν ἀγαθοεργία, τὴ φιλανθρωπία καὶ τὴν ἐλεημοσύνη, ἔναντι τῶν δεινῶς πασχόντων ὑποδούλων. Μεγάλη ἔμφασις ἐδίδετο ἐπίσης στὸ πνεῦμα τοῦ δικαίου καὶ τῆς δικαιοσύνης, καθὼς καὶ τῆς ὑπομονῆς, μὲ ὑποσχόμενες τὶς ἀμοιβὲς στὴ μέλλουσα ζωὴ γιὰ τὶς κακοπάθειες τῆς παρούσης.

Σὲ ἐνοριακὸ ἐπίπεδο ὑπῆρχαν τὰ λεγόμενα «κυτία τοῦ ἐλέους», γιὰ τὴν ἐνίσχυση τῶν πτωχῶν. Ἐπίσης, δημιουργοῦντο Ἀδελφότητες λαϊκῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας, μὲ σκοπὸ τὴ φροντίδα γιὰ ἐνίσχυση κοινωφελῶν ἱδρυμάτων, ἔκδοση «χαρτιῶν ἀπορίας» σὲ Ρωμιοὺς χωρὶς πόρους ζωῆς, ἀποφυλάκιση κρατουμένων, οἱ ὁποῖοι δὲν μποροῦσαν νὰ ἐξοφλήσουν χρέη, φόρους κ.λπ., ἀλλὰ καὶ ἐξαγορὰ αἰχμαλώτων πολέμου.
agia filothei Ἐκκλησία πρωτοστατοῦσε στὴν ἵδρυση καὶ καλὴ διατήρηση φιλανθρωπικῶν ἱδρυμάτων, Ὀρφανοτροφείων, Πτωχοκομείων, ὅπως καὶ Νοσοκομείων.

Τὸ παράδειγμα τῆς Ἁγίας Ὁσιομάρτυρος Φιλοθέης Μπενιζέλου τῶν Ἀθηνῶν εἶναι ἰδιαίτερα χαρακτηριστικό. Γόνος πλούσιας οἰκογένειας, μετὰ τὸν ἀνεπιτυχῆ ἐπιβληθέντα γάμο της, ἀφιερώθηκε πλήρως στὸν Θεὸ καὶ στὴν ὑπηρεσία τοῦ πλησίον στὰ μέσα τοῦ ΙΣΤ΄ αἰῶνος. Τὰ Μοναστήρια καὶ Ἱδρύματα ποὺ ἀνήγειρε, ἀποτελοῦσαν Πνευματικὰ Καταφύγια γιὰ τὴν ὑλικὴ καὶ πνευματικὴ τροφοδοσία καὶ προστασία ἰδίως νέων γυναικῶν ἀπὸ τὰ δεινὰ τῆς δουλείας, ὅπως καὶ ἀπροστάτευτων καὶ ἡλικιωμένων προσώπων. Ἡ ἐκπληκτικὴ δράση της προκάλεσε τὴν ἀντίδραση τῶν τουρκικῶν ἀρχῶν, πρᾶγμα ποὺ εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα τὴν ἔνδοξη καὶ ὀδυνηρὴ μαρτυρικὴ τελείωσή της στὶς 19 Φεβρουαρίου τοῦ 1589.

***

κεῖ ὅμως ποὺ ἡ Ἐκκλησία διέπρεψε, ἦταν ὁ χῶρος τῆς Παιδείας. Τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο ἀμέσως μετὰ τὴν Ἅλωση ἔσπευσε νὰ φροντίσει γιὰ τὴν ἀναδιοργάνωση τῆς παιδείας τοῦ ὑποδούλου Γένους, πρὸς διασφάλισιν θρησκευτικῆς καὶ ἐθνικῆς συνέχειας, μὲ τὴν κρυφὴ ἐλπίδα διεκδικήσεως κάποτε τῆς χαμένης ἐλευθερίας. Γιὰ τὴν ἐπίτευξη τούτου δόθηκε ἔμφαση τόσο στὴν ἵδρυση Σχολῶν, ὅπου αὐτὸ ἦταν δυνατόν, ὅσο καὶ νέων Ἱερῶν Μονῶν, οἱ ὁποῖες θὰ λειτουργοῦσαν ὡς πνευματικοὶ φάροι ὄχι μόνον ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς, ἀλλὰ καὶ παιδείας καὶ πολιτισμοῦ.

λεγόμενη Πατριαρχικὴ Σχολή, γιὰ τὴν ὁποία φρόντισαν οἱ πρῶτοι μετὰ τὴν Ἅλωση Πατριάρχες, ἔλαβε σημαντικὴ ἀναμόρφωση ἐν εἴδει ἐπανιδρύσεως ἀπὸ τὸν Πατριάρχη Ἰωάσαφ τὸν ἀπὸ Ἀδριανουπόλεως τὸ 1556, μὲ οἰκονομικὴ συνδρομὴ τῆς Ρωσίας καὶ κύριο διδάσκαλο τὸν Ἰωάννη Ζυγομαλᾶ ἐκ Ναυπλίου.

Σημαντικὴ ἀνάπτυξη καὶ ὤθηση στὴν Παιδεία ἔδωσε ὁ γνωστὸς ἐπιφανὴς Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ἱερεμίας Β΄ ὁ Τρανός, ὁ ὁποῖος ἀνασυγκρότησε τὴν Πατριαρχικὴ Σχολή. Μάλιστα, στὴν Μεγάλη Σύνοδο τοῦ 1593, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ἐπαναλαμβανόμενη ἀπόρριψη τῆς Παπικῆς Γρηγοριανῆς Ἡμερολογιακῆς Μεταρρυθμίσεως καὶ τὴν καταδίκη της, ἐκδόθηκε ἀπόφαση ποὺ προέβλεπε ὅτι κάθε Ἐπίσκοπος στὴν περιφέρεια τῆς πνευματικῆς δικαιοδοσίας του ὀφείλει νὰ μεριμνήσει γιὰ τὴν προώθηση καὶ ἐνίσχυση τῆς παιδείας μὲ κάθε δυνατὸ τρόπο. Ἐπρόκειτο γιὰ ἀπόφαση σταθμὸ ὡς πρὸς τὴν Ἑλληνικὴ Παιδεία, καθ’ ὅτι ἀποδείκνυε πασιφανῶς ὅτι ἡ Ἐκκλησία, ὡς ἡ μόνη ἀναγνωρισμένη πνευματικὴ δύναμη, ἀναλάμβανε ἐπίσημα τὴν ἐποπτεία καὶ τὴν προώθηση τῆς παιδείας στὸν ὑπόδουλο Ἑλληνισμό.

Νέα ἀναδιοργάνωση τῆς Πατριαρχικῆς Σχολῆς συνέβη τὸ ἔτος 1759 ἐπὶ Πατριάρχου Σεραφεὶμ τοῦ Β΄, μὲ ἀνάθεση τῆς διευθύνσεώς της στὸν ἐπιφανῆ Κληρικὸ Εὐγένιο Βούλγαρη, περὶ τοῦ ὁποίου θὰ ἀναφερθοῦμε παρακατιόντες.

Κατὰ μαρτυρίαν τοῦ ἑλληνιστοῦ γερμανοῦ καθηγητοῦ Μαρτίνου Κρούσιου (ΙΣΤ΄ αἰ.), σὲ ἀρκετὰ κέντρα τοῦ Ἑλληνισμοῦ λειτουργοῦσε «Κοινὸ Σχολεῖο» ἀρρένων σὲ χώρους Ναῶν ἢ Μονῶν, μὲ διδάσκαλο συνήθως κάποιον Κληρικὸ ἢ Μοναχό. Σὲ αὐτὰ τὰ ὑποτυπώδη μονοτάξια Σχολεῖα οἱ μαθητὲς διδάσκονταν γραφὴ καὶ ἀνάγνωση ἀπὸ τὰ διαθέσιμα ἐκκλησιαστικὰ βιβλία τῆς θείας Λατρείας: τὴν Ὀκτώηχο καὶ τὸ Ψαλτήριο. Οὐσιαστικά, αὐτὰ ἦταν κατὰ βάσιν τὰ λεγόμενα «Κρυφὰ Σχολειά», τὰ ὁποῖα στὶς δύσκολες ἐκεῖνες περιόδους λειτουργοῦσαν συνήθως μὲ προφυλάξεις, κάτω ἀπὸ δυσχερεῖςσυνθῆκες. Αὐτὰ διέσωζαν τὴν φλόγα τῆς Πίστεως, τῆς γλώσσας, τῆς ἱστορίας καὶ τῆς ἐθνικότητος, τὴν θρησκευτικὴ καὶ πατριωτικὴ ψυχὴ καὶ ἰδέα.

KryfSxoleio

Οἱ Μονὲς μάλιστα ποὺ ἱδρύθηκαν στὰ χρόνια ἐκεῖνα, ἀποτελοῦσαν ἀκριβῶς κέντρα παιδείας καὶ πολιτισμοῦ, διατηρῶντας συνήθως μὲ τὸν ἕνα ἢ τὸν ἄλλο τρόπο «Κρυφὰ Σχολειά» ἐντὸς αὐτῶν. Μοναστήρια ποὺ καὶ πρὶν ἀπὸ τὴν Ἅλωση ἦταν γνωστὰ καὶ ἀποτελοῦσαν πνευματικὰ κέντρα τοῦ Μακεδονικοῦ μάλιστα Ἑλληνισμοῦ, ἦταν αὐτὰ τῆς Παναγίας Εἰκοσιφοινίσσης τοῦ Παγγαίου καὶ τοῦ Τιμίου Προδρόμου Σερρῶν. Ἱστορικὰ Μοναστήρια στὸν λοιπὸ Ἑλληνικὸ χῶρο ἐπιτελοῦσαν τὴν αὐτὴ ἀποστολή, ὅπως τοῦ Ὁσίου Λουκᾶ Βοιωτίας, Μεγάλου Σπηλαίου καὶ Ἁγίας Λαύρας Καλαβρύτων, Φιλοσόφου Δημητσάνης, Βλατάδων καὶ Ἁγίας Θεοδώρας Θεσσαλονίκης, Θεολόγου στὴν Πάτμο, Νέας Μονῆς στὴ Χίο, Λειμῶνος Λέσβου, Ὁμαλῶν Κεφαλληνίας, Ἁγίου Γεωργίου Κρημνῶν καὶ Ἀναφωνητρίας Ζακύνθου κ.λπ.

Τὸν ΙΣΤ΄ αἰῶνα εἴχαμε τὴν ἵδρυση τῆς Μονῆς Βαρλαὰμ Μετεώρων, Σταυρονικήτα Ἁγίου Ὄρους, Φλαμουρίου Πηλίου, Ἁγίων Ἀναργύρων Καστοριᾶς, Ὁσίου Δαυῒδ Εὐβοίας, Ὁσίου Διονυσίου Ὀλύμπου, Ἁγίας Ἀναστασίας Βασιλικῶν, Ἁγίου Βησσαρίωνος Δουσίκου Τρικάλων, Ἁγίου Σεραφεὶμ Νεοχωρίου Κορώνης κ.λπ.

Σημαντικὴ συμβολὴ στὴν ἀνάκαμψη τῆς παιδείας κατὰ τὸ πρῶτο μισὸ τοῦ ΙΖ΄ αἰῶνος εἶχε ὁ λόγιος Πατριάρχης Κύριλλος Λούκαρις ἐκ Κρήτης. Τὸ 1602 ἐκλέχθηκε Πατριάρχης Ἀλεξανδρείας καὶ ἀργότερα ἀνῆλθε κατὰ χρονικὰ διαστήματα ἕξι φορὲς στὸν Πατριαρχικὸ Θρόνο τῆς Κωνσταντινουπόλεως· ἵδρυσε τὸ πρῶτο ἑλληνικὸ Τυπογραφεῖο· ὑπέστη ἀπηνεῖς διώξεις ἀπὸ τοὺς Παπικοὺς Ἰησουΐτες καὶ τελικὰ συκοφαντούμενος ὑπέστη μαρτυρικὸ θάνατο ἀπὸ τοὺς Ὀθωμανοὺς τὸ 1638.

Ὅσιος Εὐγένιος Γιαννούλης ὁ Αἰτωλός (+1682), φωτισμένος λόγιος καὶ διδάσκαλος, παρέμεινε στὰ Ἄγραφα καὶ ἵδρυσε Σχολὲς στὸ Καρπενῆσι (1645) καὶ στὴν Μονὴ Ἁγίας Παρασκευῆς στὰ Βραγγιανὰ (1661). Τὸ ἔργο του συνέχισε ὁ περίφημος διδάσκαλος καὶ ἱερωμένος Ἀναστάσιος Γόρδιος (+1729) καὶ ἐν συνεχείᾳ ὁ μαθητής του Θεοφάνης.

Σχολὲς ἀκουστὲς ὑφίσταντο στὴν Ἀθήνα, τὴ Θεσσαλονίκη, τὰ Ἰωάννινα, τὴ Σμύρνη, τὴν Καστοριά, τὴν Κοζάνη, τὴ Σιάτιστα, τὴ Μοσχόπολη Β. Ἠπείρου, τὴ Χίο, τὴν Πάτμο, τὸ Πήλιο, τὴ Δημητσάνα, τὶς Σέρρες, τὰ Τρίκαλα, τὴ Ραψάνη, τὸ Τύρνοβο, τὸ Μέτσοβο κ.λπ.

Τὸν ΙΗ΄ αἰῶνα ἱδρύεται στὸ Ἅγιον Ὄρος ἡ περίφημη Ἀθωνιάδα Ἀκαδημία (1748-1804) καὶ ἡ διεύθυνσή της ἀνατίθεται ἀρχικὰ στὸν Εὐγένιο Βούλγαρη. Αὐτὸς ἦταν Κληρικὸς πιστὸς στὴν Ὀρθόδοξη Χριστιανικὴ εὐσέβεια καὶ ἀνῆλθε ἀργότερα στὴν Ἀρχιερωσύνη στὴ Ρωσία. Παράλληλα ἀσχολήθηκε μὲ τὰ νέα δεδομένα τῶν ἐπιστημῶν καὶ πέτυχε τὴ σύζευξη τῶν παραδοσιακῶν ἰδεῶν τῆς Ἀνατολῆς μὲ τὰ φιλοσοφικὰ καὶ ἐπιστημονικὰ ρεύματα τῆς Δύσεως. Γλωσσομαθὴς καὶ μὲ εὐρύτητα γνώσεων στὶς φυσικὲς ἐπιστῆμες, τὴ φιλοσοφία καὶ τὴ θεολογία, ἀπέκτησε πλήθη μαθητῶν στὰ Ἰωάννινα, τὴν Κοζάνη, τὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ τὴν Κωνσταντινούπολη. Δέχθηκε κριτικὰ τὸν λεγόμενο εὐρωπαϊκὸ διαφωτισμὸ ἀπορρίπτοντας τὶς ἀθεϊστικές του ἰδέες. Πρὸς τὴν κατεύθυνση αὐτὴ ἐργάσθηκαν καὶ ἄλλοι λόγιοι, κυρίως Κληρικοί, ὅπως ὁ Νικηφόρος Θεοτόκης, ὁ Βενιαμὶν Λέσβιος, ὁ Βικέντιος Δαμοδός κ.λπ.

DidaxiAgKosma

ντελῶς ξεχωριστὴ εἶναι ἡ περίπτωση τοῦ Ἁγίου νέου Ἱερομάρτυρος καὶ Ἐθνο-ιεραποστόλου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ (+1779), τοῦ ἀκούραστου Διδάχου τῶν αἰχμαλώτων Ἑλλήνων, τοῦ Φωτιστοῦ τοῦ Γένους μας, Καυχήματος καὶ Σεμνώματος τῆς Πίστεως καὶ τῆς Πατρίδος μας. Ἡ δίψα του γιὰ μάθηση τὸν ὁδήγησε στὴν τότε ὑφισταμένη Ἀθωνιάδα Σχολή, ὅπου ἔλαβε σημαντικὲς γνώσεις. Ἡ ἔφεσή του στὴν κατὰ Χριστὸν ζωὴ τὸν ὁδήγησε ἐν συνεχείᾳ στὴν Μονὴ Φιλοθέου στὸ Ἅγιον Ὄρος. Ἡ δὲ Ἱεραποστολικὴ καὶ Ἐθνικὴ δράση του τὸν ὤθησε κατόπιν Πατριαρχικῆς ἀδείας καὶ εὐλογίας νὰ διατρέξει ἐπὶ δύο δεκαετίες ὅλους τοὺς τόπους τοῦ ὑποδούλου Ἑλληνισμοῦ· μετέδιδε παντοῦ τὸ κήρυγμα τοῦ θείου λόγου, τὴν εἰρηνικὴ ἀλλὰ σταθερὴ ἀντίσταση στοὺς ἐξισλαμισμούς, τὴν ἀγάπη γιὰ τὴν Ἐκκλησία, ὅπως καὶ τὴν ἀληθινὴ παιδεία καὶ τὰ γράμματα. Μὲ τὴν ἄοκνη ἐπιμονὴ καὶ σπουδή του ἵδρυσε 200 περίπου «Κοινὰ Σχολεῖα» καὶ δέκα τουλάχιστον Ἑλληνικὲς Σχολές. Ὁ φωτισμένος λόγος του, τὸ ἄψογο παράδειγμά του, ὁ μαρτυρικὸς θάνατός του, ἀλλὰ καὶ τὰ θαύματα καὶ οἱ προφητεῖες του, συνέβαλαν δραστικὰ στὴν ἐνίσχυση τοῦ κλονισμένου φρονήματος τῶν ὑποδούλων. Ἡ σπορά του καὶ ἡ συνεισφορά του εἶναι τόσο μεγάλης καὶ καθοριστικῆς σημασίας ὡς πρὸς τὴν συνέχεια τοῦ Γένους, στὸν ἀγῶνα του γιὰ τὴν Ἐλευθερία, ὥστε χωρὶς Ἅγιο Κοσμᾶ Αἰτωλὸ πιστεύουμε ὅτι «ποθούμενο», δηλαδὴ ἀπελευθέρωση, δὲν θὰ εἴχαμε…

Λόγιοι καὶ Ὅσιοι Θεολόγοι καὶ Συγγραφεῖς τῆς περιόδου, ὅπως ὁ Ἐπίσκοπος Κορίνθου Μακάριος Νοταρᾶς, ὁ Ἱερομόναχος Ἀθανάσιος Πάριος, ὁ Μοναχὸς Νικόδημος Ἁγιορείτης κ.ἄ., παραμένοντας προσηλωμένοι στὴν Ἐκκλησιαστικὴ Πράξη καὶ Πατερικὴ Παράδοση, κοπίασαν ὑπερβαλλόντως μὲ τὴ διδασκαλία καὶ κυρίως μὲ τὶς μνημειώδεις συγγραφές τους, γιὰ τὴν πνευματικὴ ἀφύπνηση καὶ ἀναγέννηση τῶν πιστῶν, ὥστε νὰ ὑπάρχει περαιτέρω ἐλπίδα γιὰ πολιτιστικὴ καὶ ἐθνικὴ ἀγωγή, στήριξη καὶ ἀνάκαμψη. Μὲ τὴν λεγομένη Φιλοκαλικὴ-Ἡσυχαστικὴ Ἀναγέννηση ποὺ ἐπέφεραν, ἐργάσθηκαν εἰς βάθος καὶ συνεχίζουν νὰ διδάσκουν τὴν Ἐλευθερία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τὴν ἐν Χριστῷ Μυστηριακὴ καὶ Εὐχαριστιακὴ ζωή, τὴν ζῶσα ἐμπειρία τῆς Νοερᾶς Προσευχῆς, τὴν ἀπελευθέρωση τοῦ νοῦ καὶ τῆς καρδιᾶς ἀπὸ τὰ πάθη καὶ τὴν ἔλευση ἐντεῦθεν τῆς ἐρχομένης Βασιλείας τῆς Χάριτος τοῦ Ἁγιοτριαδικοῦ Θεοῦ ἡμῶν. Ἡ προσφορά τους εἶναι ἐντελῶς ἐξέχουσα καὶ ἀνυπέρβλητη, πάντοτε ἐπίκαιρη καὶ ἀνεκτίμητη.

 

Γ. Ἀντίσταση στὸν κατακτητή: Νεομάρτυρες - Ἔνοπλα κινήματα

Σὲ ὅλη τὴ διάρκεια τῆς ζοφερᾶς δουλείας, ὑπῆρξαν φαινόμενα ἀντίστασης ἀπὸ μέρους τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν, οἱ ὁποῖοι ἦταν ἀδύνατο στὴν πλειονότητά τους νὰ δεχθοῦν τὸ τετελεσμένο ὡς γεγονὸς μόνιμο καὶ συνεχές. Ἐμφορούμενοι ἀπὸ τὶς ὑγιεῖς ἀρχὲς τῆς ἐλευθερίας, ποὺ τοὺς χαρακτήριζαν ἀπὸ τὰ ἀρχαῖα ἀκόμη χρόνια, ἐμψυχούμενοι ἀπὸ τὴν Χριστιανικὴ πίστη καὶ ταυτότητά τους, κατέβαλλαν κάθε προσπάθεια γιὰ ἀποτίναξη τοῦ ἐπαχθοῦς ζυγοῦ τῶν βαρβάρων.

Τὸ φαινόμενο τῶν Νεομαρτύρων, ἐκείνων δηλαδὴ ποὺ προτιμοῦσαν τὸν βίαιο καὶ ἐπώδυνο θάνατο ἀπὸ τοὺς ἀσεβεῖς ἀλλοπίστους γιὰ νὰ κερδίσουν τὴν αἰώνια ἐλευθερία, ἐνσαρκώνει μὲ τὸν πιὸ δραματικὸ τρόπο τὸ ἰδεῶδες γιὰ ἀντίσταση. Ἡ ἐκπληκτικῆς ἀντοχῆς καὶ παρρησίας θυσία τους ἐνώπιον τῶν τυράννων, τοὺς ὁποίους κατήσχυναν μὲ τὴν ὁμολογία καὶ μαρτυρία τους ὑπὲρ πίστεως καὶ πατρίδος, εἶχε θαυμαστὰ ἀποτελέσματα γιὰ τοὺς συγχρόνους τους καὶ τοὺς κατοπινοὺς ὁμοπίστους. Στὸ «Νέον Μαρτυρολόγιον», τὸ Βιβλίο μὲ τοὺς ἄθλους τῶν Ἁγίων Νεομαρτύρων, ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης διασώζει τέτοιες ζωντανὲς καὶ ἀπαράμιλλες διηγήσεις, ὅπου διαλάμπει ἡ πίστη καὶ τὸ ἀδούλωτο φρόνημα τῶν ἐξόχων αὐτῶν Μαρτύρων τῆς Ἀληθείας. Αὐτοὶ πραγματικὰ ἀποτέλεσαν τὸν ἀνακαινισμὸ τῆς ἀληθινῆς Πίστεώς μας, καὶ τὴ φανέρωση τοῦ διαβολικοῦ ψεύδους τοῦ Ἰσλαμισμοῦ καὶ τῆς Ἀντιχρίστου ἰδεολογίας του. Δὲν ἀγωνίσθηκαν καὶ δὲν θυσιάσθηκαν μόνο γιὰ τὴν ἐπίγεια πατρίδα τους, ἀλλὰ γιὰ τὴν Οὐράνια Πόλη, προσφέροντας ζωντανὸ παράδειγμα καρτερίας καὶ αὐτοθυσίας. Ἡ πνευματικὴ νίκη τους διαλάμπει ἀκόμη καὶ σήμερα καὶ θὰ διαλάμπει στὸ διηνεκές.

νεομάρτυρες 1
Στοὺς Νεομάρτυρες συμπεριλαμβάνονται κάποιοι «αὐτόκλητοι», ἀλλὰ οἱ περισσότεροι εἶχαν προηγουμένως ἀρνηθεῖ τὸν Χριστὸ καὶ ἐν συνεχείᾳ μετανοοῦντες ἐπιζητοῦσαν νὰ ἐξαλείψουν τὴν ἄρνηση μὲ τὸ Μαρτύριο. Ὑπῆρχαν ὅμως καὶ ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι κατηγορήθηκαν γιὰ τὴν πνευματικὴ καὶ κοινωνική τους δράση, ὡς δῆθεν ὑποκινητὲς ἀνταρσίας καὶ ἀπειθείας στὴν Ὀθωμανικὴ ἀρχή.

Στὶς τάξεις τους περιλαμβάνονται Πατριάρχες καὶ Ἀρχιερεῖς, Κληρικοὶ καὶ Μοναχοί, ἀλλὰ κυρίως ἁπλοὶ λαϊκοὶ καὶ καθημερινοὶ ἄνθρωποι, ποὺ ἀγκαλιάζουν ὅλο σχεδὸν τὸ φάσμα τοῦ κοινωνικοῦ καὶ ἐπαγγελματικοῦ ἱστοῦ. Ἔτσι ἔχουμε ἄνδρες καὶ γυναῖκες κάθε ἡλικίας, οἰκογενειάρχες, ἐμπόρους, ναυτικούς, βοσκούς, ράφτες, ζωγράφους, κτίστες, κουρεῖς, παντοπώληδες, ψαράδες, ἐργάτες, οἰκοκυρὲς καὶ νεαρὲς παρθένες. Ὅλοι αὐτοὶ ἀπέδειξαν τὸν δυναμισμὸ τοῦ λαϊκοῦ στοιχείου στὸ Ἐκκλησιαστικὸ Σῶμα, πρᾶγμα ἰδιαίτερα παρήγορο καὶ ἐλπιδοφόρο.

Ἁγιότητα ἔγινε κοινὸ κτῆμα ἁπάντων, ἀποδείχθηκε πολὺ κοντινὴ καὶ προσιτὴ σὲ ὅλους, ἀναρρίπισε τὸ ἡρωϊκὸ στοιχεῖο ποὺ πρέπει ὅλους νὰ ἐμπνέει σὲ καιροὺς μάλιστα δύσκολους ποὺ θέτουν καθοριστικὰ διλήμματα ἐπιλογῆς ζωῆς ἢ θανάτου.
Παράλληλα, ὑπῆρξαν καθ’ ὅλη αὐτὴ τὴν δεινὴ περίοδο καὶ οἱ Ἐθνομάρτυρες, οἱ ὁποῖοι διεκδίκησαν δυναμικὰ τὴν ἐλευθερία τῶν ὑποδούλων, ἐπικαλούμενοι τὴν αὐτοτέλεια τῆς ἐθνικῆς τους ὑπάρξεως. Ἄν καὶ τὰ ὅρια αὐτῶν μὲ τοὺς Νεομάρτυρες εἶναι κάποτε δυσδιάκριτα, χρειάζεται ἐν τούτοις προσοχὴ στὴν διάκριση τῶν ὁρίων μεταξὺ θεολογίας καὶ ἰδεολογίας, Θεοῦ καὶ ἔθνους. Οἱ Ἐθνομάρτυρες προέτασσαν στὸν ἀγῶνα τους τὸ αἴτημα τῆς πολιτικῆς χειραφετήσεως καὶ τῆς ἐθνικῆς ἀνεξαρτησίας, μὲ χρήση βιαίων μέσων ποὺ ἀπέβλεπαν στὴν ἐξόντωση τῶν ἀντιπάλων διὰ τῆς ἐνόπλου ἀντιστάσεως.

Τέτοια ἀντιστασιακὰ κινήματα ἦταν συχνὰ ἤδη ἀμέσως μετὰ τὴν Ἅλωση, ἀριθμούμενα καθ’ ὅλη τὴν Τουρκοκρατία σὲ 100 καὶ πλέον!, καὶ δὲν ἦταν λίγες οἱ φορὲς ποὺ οἱ ἐπικεφαλῆς τους ἦταν Κληρικοί. Χαρακτηριστικὸ εἶναι τὸ ἐπαναστατικὸ κίνημα τοῦ Μητροπολίτου Λαρίσης καὶ Τρίκκης Διονυσίου τοῦ φιλοσόφου, ὁ ὁποῖος ὀργάνωσε ἀνεπιτυχῆ ξεσηκωμὸ στὴν Θεσσαλία τὸ 1600 καὶ τὰ ἀντίποινα τῶν Τούρκων ἦταν φοβερά. Ὁ Διονύσιος διασώθηκε στὴν Ἰταλία καὶ ἐπανῆλθε τὸ 1611 ὀργανώνοντας δεύτερη ἐπανάσταση στὴν Ἤπειρο, ἀποτυγχάνοντας ἐν τούτοις καὶ πάλι. Οἱ Τοῦρκοι ποὺ τὸν συνέλαβαν, τὸν ὑπέβαλαν σὲ φρικτὰ βασανιστήρια καὶ τὸν ἔγδαραν ζωντανό…


***

Φαινόμενα ἀντιστάσεως μποροῦν ἀκόμη νὰ θεωρηθοῦν τόσο οἱ Θρῆνοι γιὰ τὴν Ἅλωση, ὅσο καὶ τὸ Δημοτικὸ Τραγούδι, ἔργο ὁμαδικῆς λαϊκῆς συνείδησης, ποὺ τραγουδοῦσε τὶς χαρὲς καὶ τὶς θλίψεις τῆς ζωῆς καὶ καλλιεργοῦσε τὴν ἐλπίδα τῆς Ἐλευθερίας, περιφρουρῶντας τὸν λαὸ ἀπὸ τοὺς κινδύνους ἀλλαξοπιστίας καὶ στηρίζοντάς τον στὴν Πίστη καὶ στὴν Παράδοσή του. Τὸ Δημοτικὸ Τραγούδι ἐξυμνοῦσε παραδείγματα ἡρωϊκῶν μορφῶν ποὺ ἀντιστάθηκαν, θυσιάσθηκαν καὶ ἀποτέλεσαν θρύλους καὶ ἰνδάλματα. Ὅπως ἐπίσης ἐξυμνοῦσε καὶ τὰ κατορθώματα τῶν ἁρματολῶν καὶ κλεφτῶν στὰ βουνά, ἐκείνων τῶν παλληκαριῶν ποὺ ποθῶντας τὴν ἐλευθερία ἔφευγαν σὲ τόπους τραχεῖς καὶ δύσβατους καὶ ζοῦσαν μὲ τὸ τουφέκι στὸ χέρι διεξάγοντας κλεφτοπόλεμο, μὲ τὸ διαρκὲς ὅραμα τῆς λευτεριᾶς. Μὲ τὸν καιρό, τὰ ἡμιαυτόνομα αὐτὰ ἔνοπλα σώματα συγκρότησαν τὸν πυρῆνα τῶν μαχητικῶν δυνάμεων τοῦ Ἑλληνισμοῦ, ποὺ ὁδήγησε στὸ ξέσπασμα τῆς Ἐπαναστάσεως τοῦ 1821.

armatoloikleftes

Νὰ σημειωθεῖ ὅτι ἁρματολοὶ καὶ κλέφτες, οἱ πολεμιστὲς ποὺ ἀποτέλεσαν σύμφωνα μὲ τὸν Στρατηγὸ Μακρυγιάννη τὴν «μαγιὰ τῆς λευτεριᾶς», συνέδεαν κάθε σημαντικὴ πράξη τῆς ζωῆς τους, ἀπὸ τὴ γέννηση μέχρι τὸ θάνατό τους, μὲ τὴν πίστη καὶ τὴ λειτουργικὴ ζωὴ τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἡ ὅλη ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας, μὲ τὴν ἔντονα συγκινησιακὴ φόρτησή της, καθὼς καὶ ἡ λαϊκὴ θρησκευτικότητα, διαδραμάτισαν οὐσιαστικὸ ρόλο σὲ ὅλες τὶς ἐκφάνσεις τῆς ζωῆς τῶν πιστῶν. Τὰ πάντα στοὺς Ἕλληνες, ὅπου κι ἄν βρίσκονταν, ὅ,τι καὶ ἄν ἔκαναν, ἦταν χρωματισμένα καὶ συνυφασμένα μὲ τὸν Χριστιανικὸ χαρακτῆρα καὶ τὴν Χριστιανικὴ σφραγῖδα.

Οἱ ἐλπίδες τῶν ὑποδούλων ἔλαβαν ἀναπτέρωση κατὰ τὶς περιόδους τῶν Ρωσοτουρκικῶν πολέμων. Μὲ τὶς συνθῆκες τοῦ Κιουτσοὺκ-Καϊναρτζῆ (1774) –μετὰ ἤδη τὰ Ὀρλωφικὰ- καὶ τοῦ Ἰασίου (1792) ἡ Ρωσία ἐμφανίσθηκε ὡς προστάτρια δύναμη τῶν ὑποδούλων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν καὶ ἡ Ὑψηλὴ Πύλη ὑποχρεώθηκε νὰ ἐγγυηθεῖ τὸν σεβασμὸ τῆς θρησκευτικῆς ἐλευθερίας καὶ τῶν δικαιωμάτων τους, σὲ θεωρητικὴ βέβαια κατὰ κύριο λόγο βάση.
Πάντως, τονίζουμε ὅτι ὅλες οἱ παραπάνω διεργασίες, λογίων καὶ διδασκάλων, ὅπως καὶ κινημάτων καὶ ἐνόπλων σωμάτων ποὺ προετοίμασαν τὴν Ἐπανάσταση, στηρίχθηκαν στὴν Χριστιανικὴ πίστη καὶ τὴν ἐλευθερία τῆς Πατρίδος.

 

Δ. Τελικὴ προετοιμασία καὶ κήρυξη τῆς Ἐπαναστάσεως τοῦ 1821

Κατόπιν ὅλων τῶν ἀνωτέρω, τὰ πράγματα ἔδειχναν ὅτι εἰσέρχονταν σὲ τελικὴ εὐθεία γιὰ κάτι τὸ ἐκρηκτικό. Οἱ φόροι ποὺ ἐπέβαλλαν οἱ βάρβαροι κρατοῦντες στοὺς ὑποδούλους ἦταν ὑπέρογκοι, οἱ πιέσεις γιὰ ἀλλαξοπιστίες κατήντησαν ἀφόρητες, τὰ δὲ δεινὰ τοῦ λαοῦ ἀπὸ τὴν παρατεταμένη δουλεία αἰώνων εἶχαν πλέον ξεπεράσει κάθε περιγραφὴ καὶ ἀντοχή.

Οἱ προετοιμασίες ἄρχισαν νὰ ὀργανώνονται. Ὁ ρόλος τοῦ Κλήρου σὲ αὐτὲς ἦταν ἰδιαίτερος. Διότι τὸ ἠθικὸ τῶν ἑτοιμαζομένων γιὰ ἐξέγερση βασιζόταν κυρίως στὸν ἔνθερμο θρησκευτικό ζῆλο τους, ὅπως βεβαίως καὶ στὸν πατριωτισμό τους. Καὶ αὐτὰ τὰ ἀντλοῦσαν ἀπὸ τὸ στήριγμα καὶ τὴν καταφυγή τους, τὴν Ἐκκλησία καὶ τοὺς Λειτουργούς της. Χωρὶς αὐτὴ τὴν ἀπαραίτητη προϋπόθεση, οὔτε Ἐπανάστασις ἦταν δυνατὸν νὰ ἐκραγεῖ, οὔτε πολὺ περισσότερο νὰ ἔχει ἐπιτυχία. Οἱ Ἐπίσκοποι, Ἱερεῖς καὶ Μοναχοὶ μετέδωσαν τὰ ζώπυρα τῆς γνώσεως, καὶ κυρίως τῆς πίστεως καὶ τῆς ἐλπίδος γιὰ τὸ δίκαιο τῆς ἐπερχόμενης ἐλευθερίας. Καὶ αὐτὴ θὰ ἔπρεπε νὰ κερδηθεῖ μὲ φόρο αἵματος, μὲ τὸν σταυρὸ καὶ τὸ σπαθί, μὲ τὸ καριοφίλι καὶ τὸ τουφέκι.

Βέβαια, ἡ στάση τοῦ Κλήρου σχετικὰ μὲ τὸν ἔνοπλο ἀγῶνα γιὰ τὴν ἐλευθερία δὲν ἦταν ὁμοιόμορφη. Μέρος τῆς διοικούσης κυρίως ἡγεσίας τῆς Ἐκκλησίας, δὲν ἦταν πρόθυμο γιὰ στήριξη ἀπελευθερωτικῶν ἐνεργειῶν ποὺ θὰ σήμαιναν σοβαρὲς διακινδυνεύσεις. Οἱ περισσότεροι βεβαίως Κληρικοὶ συντάσσονταν μὲ τὴν δυναμικὴ λύση. Ὑπῆρχαν ἐν τούτοις καὶ Κληρικοὶ ἐπιλήσμονες τῆς ἀποστολῆς τους, παραδομένοι σὲ πάθη, οἱ ὁποῖοι δὲν εὐνοοῦσαν καμμία γενναία προσπάθεια. Γι’ αὐτὸ καὶ συγγραφές, ὅπως ἡ «Ἑλληνικὴ Νομαρχία», καταφέρονταν ἐνάντια στὴ διαφθορὰ μέρους τοῦ Κλήρου, ζητῶντας ἀπὸ αὐτοὺς νὰ ἀνυψωθοῦν στὴν πνευματικὴ περιωπή τους ὡς ἀπόστολοι ἀρετῆς καὶ ἐλευθερίας.

Στὴν προπαρασκευὴ τῆς Ἐπαναστάσεως ἔλαβαν μέρος σημαντικὰ στελέχη τοῦ Κλήρου, καὶ τὸ παράδειγμα καὶ ἡ σπορά τους βρῆκαν ἀπήχηση στὸν θρησκευόμενο λαό, ὁ ὁποῖος μέσῳ τῆς Ἐκκλησίας του συνδεόταν ἄμεσα μὲ τὴ βάση τοῦ ἱστορικοῦ του παρελθόντος καὶ ἀντλοῦσε τὶς ἀπαραίτητες δυνάμεις γιὰ διεξαγωγὴ ἀγώνων καὶ θυσιῶν. Ὅπως τόνιζε ὁ Κολοκοτρώνης: «Πλησίον εἰς τὸν Ἱερέα ἦταν ὁ λαϊκός, καθήμενοι εἰς ἕνα σκαμνίον, δεσπότης καὶ τζοπάνης, ναύτης καὶ γραμματισμένος, ἰατροί, κλεφτοκαπεταναῖοι, προεστοὶ καὶ ἔμποροι». Ὅλοι εἶχαν εὐλάβεια καὶ ἔνιωθαν ἀδελφωμένοι, ἀντλῶντας πίστη καὶ δύναμη γιὰ τὸν ἄνισο, ἀλλὰ εὐλογημένο Ἀγῶνα τῆς Ἐθνικῆς Παλιγγενεσίας.

δη ἀπὸ τὶς ἀρχὲς τοῦ ΙΘ΄ αἰῶνος εἶχε παρατηρηθεῖ ἰδιαίτερη κινητικότητα. Γιὰ παράδειγμα, ὁ ὀνομαστὸς Ἰγνάτιος, ὁ ὁποῖος ἤδη ἀπὸ τὸ 1810 ὁρίσθηκε ὡς Μητροπολίτης Οὑγγροβλαχίας, ἀπὸ τὰ Χρύσαφα τῆς Λακωνίας καταγόμενος, εἶχε βρεθεῖ στὴν Βιέννη γιὰ συνεργασία μὲ τὸν ἐπίσης φωτισμένο καὶ δραστήριο Κληρικὸ Ἄνθιμο Γαζῆ καὶ τὸν Ἰωάννη Καποδίστρια, ὑψηλὸ διπλωματικὸ στέλεχος τότε τῆς Ρωσίας, πρὸς εὐόδωσιν τοῦ κοινοῦ σκοποῦ καὶ ὀργάνωσιν τῆς «Φιλομούσου Ἑταιρείας». Τοὺς πρόλαβε ὅμως ἡ ἵδρυση τῆς «Φιλικῆς Ἑταιρείας» τὸ 1814, ἡ ὁποία μύησε στὴν προετοιμασία τοῦ Ἀγῶνος πάρα πολλοὺς ἁγνοὺς Πατριῶτες σὲ πολλὰ μέρη. Αὐτὴ ἄφηνε τεχνηέντως νὰ ἐννοηθεῖ ὅτι ὕπερθεν εὑρίσκετο μία «Ἀρχή», ἡ ὁποία συντονίζει τὶς ἐνέργειες καὶ προωθεῖ τὸν κοινὸ σκοπὸ τῆς ἐλευθερίας, χωρὶς βεβαίως νὰ ὑφίσταται στὴν πραγματικότητα κάτι τέτοιο. Ὁ ἐνθουσιασμὸς πλέον ἦταν ἀσυγκράτητος, ἄν καὶ ὑπῆρχε καὶ πάλι σκεπτικισμὸς κατὰ πόσον οἱ συνθῆκες ἦταν ὥριμες καὶ ἄν ὑπῆρχε ἡ ἀπαραίτητη ὑποδομὴ γιὰ κάτι τόσο μεγάλο, ἱερὸ καὶ ἀπαιτητικό. Ἐδῶ ὅμως δὲν μιλοῦσε πλέον ἡ λογική. Οἱ μεγάλες ἀποφάσεις λαμβάνονται κάτω ἀπὸ ἄλλες παραμέτρους, ἀπὸ τὴν ψυχικὴ πληροφορία, τὸν ἔνθερμο ζῆλο, τὴν ἀκράδαντη καὶ ἀδίστακτη πίστη, ἡ ὁποία νικᾶ τοὺς δισταγμοὺς τῆς λογικῆς καὶ τὶς ὑποδείξεις τῆς ὅποιας ὀρθοφροσύνης.

λοι οἱ Ἀγωνιστές, Κληρικοὶ καὶ λαϊκοί, ἀπὸ τὸν ἀνώτερο μέχρι τὸν κατώτερο, γνώριζαν ἕνα πρᾶγμα, στὸ ὁποῖο συμφωνοῦσαν ἅπαντες ἀπολύτως: Τὸν Ἀγῶνα ἀναλάμβαναν γιὰ τοῦ Χριστοῦ τὴν Πίστη τὴν ἁγία καὶ τῆς Πατρίδος τὴν Ἐλευθερία!

PatronGermanos

Ἐπίσκοπος Παλαιῶν Πατρῶν Γερμανός, ὁ ὁποῖος ὕψωσε τὸν Μάρτιο τοῦ 1821 τὸ Λάβαρο τῆς Ἐπαναστάσεως στὴν Ἁγια-Λαύρα στὰ Καλάβρυτα καὶ εὐλόγησε τὰ ὅπλα τῶν ἐπαναστατῶν στὴν Πάτρα, τόνιζε στὴν Ἐπαναστατικὴ Διακήρυξη τῆς 23.3.1821: «Ἀποφασίζομεν σταθερῶς ἢ νὰ ἀποθάνωμεν ὅλοι ἢ νὰ ἐλευθερωθῶμεν»! Τρίτη λύση δὲν ὑπῆρχε!

ταν νωρίτερα, τὸν Φεβρουάριο, ὁ καϊμακάμης τῆς Τριπολιτσᾶς Μεχμὲτ Σελὶμ κάλεσε τοὺς Προεστοὺς καὶ τοὺς Ἀρχιερεῖς τῆς Πελοποννήσου σὲ σύσκεψη, ἔχοντας ἤδη ξεσπάσει ἡ Ἐπανάσταση στὶς Παραδουνάβιες Ἡγεμονίες ἀπὸ τὸν Ἀλέξανδρο Ὑψηλάντη καὶ τὸν Ἱερὸ Λόχο του, ὁ Γερμανὸς ὡς ὀξυδερκὴς ἀντιλήφθηκε τὴν παγῖδα καὶ πρότεινε νὰ βροῦν δικαιολογία γιὰ νὰ τὴν ἀποφύγουν. Διότι, ὡς γνωστόν, ὅσοι πῆγαν εἶχαν οἰκτρὸ τέλος.

Στὴν Πελοπόννησο, ποὺ πρωτοκηρύχθηκε ἡ Ἐπανάσταση, οἱ Κληρικοὶ καὶ οἱ Ἀρχιερεῖς εἶχαν πρωτεύοντα ρόλο. Ὁ Ἐπίσκοπος Ἕλους Ἄνθιμος Σκαλιστήρης, ἀσκητικὸς καὶ σεβάσμιος, ζώστηκε τὰ ἅρματα τὰ ἱερὰ καὶ κέρδισε τὶς καρδιὲς τῶν ἀγωνιστῶν μὲ τὸ ἀδούλωτο φρόνημά του. Ὅπως γράφει ὁ Φωτάκος: «Ἐκλείετο εἰς τὸ ταμπούρι καὶ ἐπολέμει ὡς στρατιώτης καὶ εἶχε πάθος περισσότερον τῶν ἄλλων Ἑλλήνων». Ἦταν αὐτὸς ποὺ ἐξηγοῦσε στὰ πλήθη τὴ διαφορὰ ποὺ ὑπάρχει ἀνάμεσα στὸν φόνο ἑνὸς ἀόπλου καὶ ἑνὸς ἁρματωμένου ἐχθροῦ. Οἱ Κληρικοὶ κανονικὰ δὲν πολεμοῦν, ἀλλ’ ἐδῶ ἐπρόκειτο γιὰ εἰδικὴ ἐξαίρεση: γιὰ ἄμυνα τῆς Πατρίδος, γιὰ ἀνάκτηση ἐθνικῆς ἐλευθερίας καὶ ἀξιοπρεπείας.

Ἐπίσκοπος Βρεσθένης Θεοδώρητος ἀφιέρωσε ἐπίσης τὴ ζωή του στὴν Ἐπανάσταση. Ἵδρυσε Σχολεῖα καὶ ἀργότερα εὐλόγησε τὰ ὅπλα τῶν ἐπαναστατῶν στὸν Μυστρᾶ. Ὁ ζῆλος του γιὰ τὴν διάδοση τῆς ἐπαναστατικῆς φλόγας τοῦ ἔδωσε τὸ προσωνύμιο τοῦ «Καπετὰν Δεσπότη». Εἶχε ὑπὸ τὴν ἡγεσία του τὸ στρατόπεδο τῶν Βερβένων καὶ ἦταν σημαντικὴ ἡ συμβολή του στὶς νίκες στὸ Βαλτέτσι καὶ στὰ Δολιανᾶ. Ἐκλέχθηκε πρῶτος Πρόεδρος τῆς Πελοποννησιακῆς Γερουσίας στὴν Συνέλευση τῶν Καλτετζῶν στὶς 26.5.1821 καὶ ἦταν ἀπὸ τοὺς ἐπιφανέστερους ἀγωνιστὲς καὶ πολιτικοὺς Κληρικούς.

θρυλικὸς Παπαφλέσσας (Γεώργιος-Γρηγόριος Δικαῖος ἢ Φλέσσας) ὑπῆρξε πρωταγωνιστὴς στὶς πολεμικὲς ἐπιχειρήσεις καὶ παράλληλα ἐπέδειξε σημαντικὴ δράση στὶς πολιτικὲς ἐξελίξεις κατὰ τὴν ἐπαναστατικὴ περίοδο. Αὐθόρμητος, ἀδούλωτος καὶ ἐνθουσιώδης, προκαλοῦσε μὲν προβλήματα, ἀλλὰ κέρδιζε τοὺς κατατρεγμένους ραγιάδες καὶ τροφοδοτοῦσε συνεχῶς τὸ ὅραμα τῆς λευτεριᾶς. Μὲ 500 περίπου ἄνδρες ἀντιμετώπισε πολλαπλάσιους ἱππεῖς καὶ πεζοὺς τοῦ Ἰμπραὴμ καὶ ἔπεσε μαχόμενος στὸ Μανιάκι, σὰν σύγχρονος Λεωνίδας.

Στὴν Ρούμελη, βρίσκουμε τὸν λαμπρὸ Ἱεράρχη Σαλώνων Ἡσαΐα νὰ εὐλογεῖ τὰ ὅπλα τῶν ἐπαναστατῶν καὶ νὰ λαμβάνει μέρος σὲ μάχες ζωσμένος στ’ ἅρματα. Ἔπεσε μαχόμενος ἡρωϊκὰ μὲ τὸν σταυρὸ στὸ ἕνα χέρι, καὶ τὴν πιστόλα στὸ ἄλλο…

Ἐπίσκοπος Ρωγῶν Ἰωσὴφ παρὼν στὴν ἔξοδο τοῦ Μεσολογγίου τὸν Ἀπρίλιο τοῦ 1826 ὡς ἐπικαφελὴς τῆς τρίτης φάλαγγας μὲ τὰ γυναικόπαιδα, ἀντιστάθηκε στὸ νησάκι τοῦ ἀνεμόμυλου καὶ τέλος ἔβαλε φωτιὰ στὴν πυριτιδαποθήκη καὶ ἀνατινάχθηκε μαζὶ μὲ τοὺς ἀγωνιζομένους γιὰ τὴν ἐλευθερία τους ὅπως καὶ τοὺς βαρβάρους εἰσβολεῖς.

piritidapothiki

περίφημος Ἀθανάσιος Διάκος, γόνος οἰκογενείας κλεφτῶν, ἄν καὶ μικρὸς πῆγε σὲ Μοναστήρι καὶ ἔλαβε τὸν πρῶτο βαθμὸ τῆς Ἱερωσύνης, ζώσθηκε τ’ ἅρματα καὶ ἀγωνίσθηκε γιὰ τὴ λευτεριά. Ἔλαβε μέρος στὴν ἀπελευθέρωση τῆς Λιβαδειᾶς καὶ λίγο ἀργότερα τῆς Ἀταλάντης καὶ τῆς Θήβας. Στὶς 22 Ἀπριλίου τοῦ 1821 ἀντιμετώπισε μὲ 500 ἄνδρες στὴν Ἀλαμάνα τὸν πολυάριθμο στρατὸ τοῦ Ὀμὲρ Βρυώνη. Μετὰ ἀπὸ λυσσαλέα μάχη, τὸν συνέλαβαν τραυματισμένο καὶ τὸν μετέφεραν στὴν Λαμία. Ἐκεῖ οἱ Τοῦρκοι τοῦ πρότειναν νὰ ἀλλαξοπιστήσει καὶ νὰ συνεργασθεῖ μαζί τους, ἀλλὰ αὐτὸς ἀπέρριψε μὲ ἀποστροφὴ τὶς προτάσεις τους. Τὸν σούβλισαν ζωντανὸ καὶ ἡ λαϊκὴ μοῦσα μέσα ἀπὸ τὰ δημοτικὰ τραγούδια τὸν μετέβαλε σὲ λαϊκὸ σύμβολο ἀντίστασης κατὰ τῆς τουρκικῆς θηριωδίας.

σο γιὰ τὸν γνωστὸ «ἀφορισμὸ» τῶν ἐπαναστατῶν ἀπὸ τὸν Πατριάρχη Γρηγόριο Ε΄, αὐτὸς ἔγινε τυπικὰ (κατ’ οὐσίαν ἦταν ἀνυπόστατος) γιὰ νὰ διαφυλάξει τοὺς ἀμάχους ὑποδούλους τοῦ Ποιμνίου του ἀπὸ τὰ μανιώδη ἀντίποινα τῶν βαρβάρων κατακτητῶν. Ὑπάρχει ἀλληλογραφία, στὴν ὁποίαν ὁ ἡρωϊκὸς Πατριάρχης δείχνει τὴν ἀλληλεγγύη του στοὺς ἀγωνιζομένους μὲ τρόπο συγκεκαλυμμένο καὶ ἀλληγορικό, διότι ἀνοικτὰ δὲν τοῦ ἦταν δυνατὸν νὰ ἐκφρασθεῖ ὅπως θὰ ἐπιθυμοῦσε. Ἡ δὲ ἀνυπέρβλητη θυσία του, ἀφοῦ ἔμεινε στὴ θέση του γιὰ νὰ ὑποστεῖ τὸ Μαρτύριο, θέτει τὴν σφραγῖδα στὸν ἔνδοξο Ἀγῶνα του ὑπὲρ Πίστεως καὶ Πατρίδος. Γι’ αὐτὸ καὶ δικαίως τιμᾶται ὡς μέγας Ἐθνο-ϊερομάρτυς. Σειρὰ ὁλόκληρη Ἱεραρχῶν εἶχε τὸ ἴδιο τέλος, προστιθέμενη στὸν φόρο αἵματος γιὰ τὸ ἀθάνατο δένδρο τῆς ἐθνικῆς μας Κληρονομιᾶς. Λίγα μόλις χρόνια μετὰ τὴν Ἐπανάσταση, οἱ μισοὶ καὶ πλέον Ἀρχιερεῖς δὲν ἦταν πλέον ἐν ζωῇ, οἱ δὲ Ἱερεῖς εἶχαν σχεδὸν ἀφανισθεῖ· καὶ μόνο τὸ γεγονὸς τοῦτο ὁμιλεῖ ἀφ’ ἑαυτοῦ γιὰ τὴ θέση καὶ τὴ συνεισφορὰ τοῦ Κλήρου τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας στὴν ὑπόθεση τῆς Ἐλευθερίας.

Ἐν τῷ μεταξύ, ὁ κατάλογος θὰ μάκραινε ὑπερβολικά, ἄν θὰ θέλαμε νὰ ἀναφέρουμε ἀκόμη καὶ ὀνομαστικὰ τοὺς Κληρικοὺς Ἀγωνιστές, ὅπως φυσικὰ καὶ ὅλους ὅσοι ἀγωνίσθηκαν στὰ μετερίζια τοῦ Ἀγῶνος γιὰ τὴν Ἐθνική μας Ἀνεξαρτησία. Ἕνα εἶναι τὸ βέβαιο: Ἡ Ὀρθόδοξη πίστη μας ἦταν ἡ κινητήριος δύναμις καὶ τὰ Χριστιανικὰ ἐμβλήματα καὶ σύμβολα δέσποζαν παντοῦ μεταξὺ τῶν ἐπαναστατημένων: Τὸ σύμβολο τοῦ Σταυροῦ δέσποζε ὡς σύμβολο θυσίας καὶ δυνάμεως, δικαιοσύνης, ἐνισχύσεως καὶ ἀγωνιστικότητος. Οἱ Εἰκόνες τοῦ Χριστοῦ, τῆς Παναγίας καὶ τῶν Ἁγίων, κυρίως τῶν στρατιωτικῶν, δέσποζαν σὲ Λάβαρα καὶ Σημαῖες, καὶ ἡ κήρυξη κάθε τοπικῆς ἐπαναστατικῆς ἐνέργειας ἄρχιζε πάντοτε μὲ εὐλογία καὶ τελετὴ ἐκκλησιαστική. Μονὲς καὶ Ναοὶ ἀποτέλεσαν ἐπαναστατικὰ κέντρα. Θρησκεία καὶ Ἐλευθερία ἦταν ἀδιαχώριστες, πρᾶγμα ἄλλωστε ποὺ ἀποτυπώνει μὲ τόση ἐνάργεια καὶ ὁ Ἐθνικός μας Ποιητὴς Διονύσιος Σολωμὸς στὸν περίφημο Ὕμνο τῆς Ἐλευθερίας του.

***

Τελικά, ἕνα μικρὸ μόλις μέρος τοῦ Ἑλληνισμοῦ ἀπελευθερώθηκε τότε, τὸ ὁποῖο διευρύνθηκε μέχρι καὶ τὰ μέσα τοῦ περασμένου Κ΄ αἰῶνος. Ἡ Ἐπανάσταση δὲν ὁλοκληρώθηκε, διότι ἀπὸ τὰ κράτη τῶν Βαλκανίων εἴμαστε τὸ μόνο ποὺ δὲν ἀπελευθέρωσε τὴν πρωτεύουσά του, τὴν Κωνσταντινούπολη. Ἴσως γιὰ τὸν λόγο τοῦτο ὑπάρχει μέχρι σήμερα τόσο μεγάλη ἐπιμονὴ σχετικὰ μὲ τὸ μέλλον της καὶ ἔχουν τόσο μεγάλη διάδοση διάφοροι θρῦλοι καὶ χρησμοί, ἐν εἴδει προφητειῶν, σὲ παλαιὲς καὶ σύγχρονες ἐκδοχές.

Χωρὶς νὰ παραγνωρίζουμε ἀκόμη καὶ αὐτὴ τὴν πτυχή, θὰ θέλαμε μόνον -ἐπιλογικὰ- νὰ θυμίσουμε ὅτι ἤδη ἀπὸ τὰ χρόνια ἀμέσως μετὰ τὴν ἀπελευθέρωση τοῦ πρώτου μικροῦ Ἑλληνικοῦ κρατιδίου, οἱ κύριοι ἥρωες καὶ ἀγωνιστὲς ἀντιτάχθηκαν σθεναρὰ σὲ αὐτὸ ποὺ ἔβλεπαν καὶ αἰσθάνονταν ὡς κίνδυνο ὄχι πλέον ἀπὸ τοὺς Τούρκους, ἄν καὶ ἡ ἁρπακτικότητα αὐτῶν ποτὲ δὲν ἔπαυσε, ἀλλὰ ἀπὸ τὶς Εὐρωπαϊκὲς δυνάμεις.

ρωμηοσυνη κολοκοτρωνης θεοδωρος ελλαδα

Κολοκοτρώνης τόνιζε ὅτι ἐμεῖς ποτὲ δὲν παραδινόμαστε στοὺς ἀντιπάλους, οἱ ὁποῖοι ἐπιθυμοῦν νὰ μᾶς δυναστεύσουν. Ὁ τελευταῖος Αὐτοκράτοράς μας, ὁ ἡρωϊκὸς Κωνσταντῖνος ΙΑ΄ ὁ Παλαιολόγος, δὲν συνθηκολόγησε μὲ τοὺς Τούρκους, ἔστω καὶ ἄν τὸ μέλλον ἦταν προδιαγεγραμμένο. Ἔπεσε μαχόμενος. Ἡ φρουρά του παραμένει ζωντανή, εἶναι οἱ ἀπόγονοί του, οἱ χθεσινοί, οἱ σημερινοὶ καὶ οἱ αὐριανοί· οἱ νεκροί, οἱ ζωντανοὶ καὶ οἱ ἀγέννητοι. Αὐτοὶ ποὺ μάχονται γιὰ ἀληθινὴ ἐλευθερία χωρὶς ἄνομους καὶ παράνομους συμβιβασμούς.

Καὶ ὁ Μακρυγιάννης ἔγραφε καὶ διεκήρυττε ἔναντι τῶν Δυτικῶν, ὅτι ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες Χριστιανοὶ δὲν γινόμαστε ἀνδράποδα ἀναισθήτων ἀνθρώπων. Δὲν παραδίνουμε τὴν ἐλευθερία μας ποτέ, καὶ μάλιστα ἔναντι εὐτελῶν ἀνταλλαγμάτων, παρὰ εἴμαστε ἕτοιμοι νὰ θυσιάσουμε τὴν παροῦσα ζωή μας, προκειμένου νὰ μὴν ζήσουμε συμβιβασμένοι μὲ τὴν ὁποιασδήποτε μορφῆς τυραννία. Τὸ ἀκατάβλητο καὶ ἀδούλωτο τῆς Χριστιανικῆς καὶ Ἑλληνικῆς ψυχῆς μας χαρακτηρίζεται ἀπὸ πίστη, ἀρετή, τόλμη, ἀλήθεια, τιμιότητα καὶ ἐλευθερία. Αὐτὰ δὲν τὰ διαπραγματευόμαστε μὲ κανέναν ἐπίβουλο, ἐγχώριο ἢ ἀλλότριο.

Ἀλήθεια δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ φιμωθεῖ μὲ κανέναν τρόπο, ὅπως καὶ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ «οὐ δέδεται».

Κατόπιν τούτων, διαπιστώνουμε κι ἐμεῖς σήμερα τὴν ἀπογοήτευση ποὺ ἐπικρατεῖ ἀπὸ τὴν ἐνδοτικότητα τῶν πολιτικῶν καὶ θρησκευτικῶν ταγῶν στὴν Πατρίδα μας, γιὰ τὸ κατάντημα στὸ ὁποῖο περιήλθαμε· γιὰ τὴν ἀπεμπόληση τῆς ἀτίμητης κληρονομιᾶς μας, τῆς ἀδούλωτης ψυχῆς μας· γιὰ τὴν ἀποκόμιση εὐτελῶν ἀνταλλαγμάτων, γιὰ τὴν ὑποθήκευση τῆς ἐθνικῆς κυριαρχίας μας σὲ ξένες δυνάμεις (Μεταμνημονιακὴ ἐποχή), γιὰ τὴν πολεμικὴ κατὰ τῶν ἀξιῶν καὶ τῶν πιστευμάτων μας, γιὰ τὴν περιφρόνηση ὅσων ἱερῶν καὶ ὁσίων γαλούχησαν γενεὲς καὶ μᾶς κατέστησαν ἐλευθέρους· γιὰ τὴν ἀποδόμηση τῶν θεμελίων μας, γιὰ τὴν νομιμοποίηση τοῦ ἀφύσικου, γιὰ τὴν χάλκευση δεσμῶν στὴν ἐλεύθερη ἔκφραση καὶ ἐπιλογή μας, γιὰ τὴν ἄφρονα ἀντισυνταγματικὴ διχαστικὴ πολιτικὴ ἐν ὄψει τοῦ δῆθεν ἐνδιαφέροντος γιὰ τὴν σωματικὴ ὑγεία μας, σύμφωνα μὲ παγκοσμιοτικὲς ἀρχὲς καὶ ὑποβολές.

λλὰ καὶ γιὰ τὴν συγκρητιστικὴ καὶ οἰκουμενιστικὴ γραμμὴ καὶ πορεία σὲ μία ἄνευ προηγουμένου ἀποστατικὴ ἔκπτωση ἀπὸ τὴν Ἀλήθεια τῆς Πίστεως.

Στηριζόμενοι στὸ πνεῦμα τῶν ἡρώων μας, τῶν ἀτρόμητων διδασκάλων, φωτιστῶν καὶ ἱερουργῶν μας, τῶν προτύπων καὶ παραδειγμάτων μας, διακηρύσσουμε χάριτι Θεοῦ ὅτι δὲν θὰ συμβιβασθοῦμε μὲ κάθε ἀπόπειρα ἐπιβολῆς τῆς ὅποιας μορφῆς ἀνελευθερίας πάνω μας, μέσα μας καὶ γύρω μας, ὅ,τι κι ἄν μᾶς στοιχίσει, διότι καὶ γιὰ μᾶς ἐπίσης ἰσχύουν καθοδηγητικὰ οἱ στίχοι ἀπὸ τὸν περίφημο Θούριο τοῦ Ρήγα Φεραίου: «Καλύτερα μιᾶς ὥρας ἐλεύθερη ζωή, παρὰ σαράντα χρόνια σκλαβιὰ καὶ φυλακή»! Γένοιτο!

 

  • Εἰσήγηση σὲ Ἐκδήλωση τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ὠρωποῦ καὶ Φυλῆς γιὰ τὰ 200 χρόνια τῆς Ἐπαναστάσεως τοῦ 1821, Φυλὴ Ἀττικῆς, Πνευματικὸ Κέντρο «Πανύμνητος», Κυριακή, 21.6/4.7.2021.

Κύριες Πηγές:

‒Ἱστορία τῆς Ὀρθοδοξίας, τ. 5: «Περίοδος Ἀγώνων καὶ Μεγαλείου 15ος – 19ος αἰ.», ἐκδ. Road, Ἀθήνα (ἄ.χ.), σσ. 620, καὶ τ. 6: «Ὀρθοδόξων βίος καὶ πολιτισμός (15ος – 19ος αἰ.)», σσ. 602.

‒Ἰωάννης Σπ. Κατρακάζος, Ἡ Ἐκκλησία στηρίζει τὸ Γένος τῶν Ἑλλήνων στὶς πιὸ ζοφερὲς ἐποχές – Προσφορὰ τοῦ Κλήρου κατὰ τὴν Τουρκοκρατία, Θεσσαλονίκη 2019.

‒Ἰωάννης Πολέμης, «Ἡ Ἐκκλησία καὶ ὁ ρόλος της στὴν Ἑλληνικὴ Ἐπανάσταση τοῦ 1821», Ἀφιέρωμα στὸ Ἑορτολόγιον 2021τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν Ἑλλάδος, σελ. 34-51.