Ἱστορικά

Ἡ ἀπόπειρα Συνταγματικῆς κατοχυρώσεως τῆς Ἐκκλησίας τῶν Γ.Ο.Χ. τὸ ἔτος 1975

Κατὰ τὴν παροῦσα περίοδο, καθὼς γίνεται συζήτηση γιὰ τὴν ἀναθεώρηση τοῦ Συντάγματος, καλὸ εἶναι νὰ ἀνακαλέσουμε στὴν μνήμη μας καὶ τὴν ἀναθεώρηση ποὺ ἔγινε κατὰ τὸ ἔτος 1975. Κάποιοι Βουλευτὲς ἐπεχείρησαν νὰ πετύχουν αὐτὸ ποὺ ἄλλοι προκάτοχοί τους, εὐσυνείδητοι συνάδελφοι, ἀπέτυχαν νὰ φέρουν εἰς πέρας κατὰ τὴν ἀναθεώρηση τοῦ Συντάγματος τοῦ 1952.

Κατὰ τὴν συζήτηση στὴν Βουλὴ τῶν Ἑλλήνων γιὰ τὸ νέο Σύνταγμα τῆς μεταπολιτεύσεως κατὰ τὸ ἔτος 1975, ὅπως προκύπτει ἀπὸ τὰ Πρακτικὰ τῆς Βουλῆς τῶν Ἑλλήνων, κατατέθηκαν δύο τροπολογίες γιὰ τὴν παραγρ. 4 τοῦ ἄρθρου 4 τοῦ σχεδίου Συντάγματος περὶ τῆς ἐλευθερίας τῆς θρησκευτικῆς συνειδήσεως, ἀπὸ διαφορετικὲς ὁμάδες Βουλευτῶν, μὲ σκοπὸ τὴν Συνταγματικὴ κάλυψη τῶν ΓΟΧ.

Τελικῶς, οἱ τροπολογίες δὲν ἐγκρίθηκαν. Ὁ Ὑφυπουργὸς Παιδείας καὶ Θρησκευμάτων, ἔπειτα ἀπὸ τόσες πιέσεις ποὺ ἀσκήθηκαν ἀπὸ εὐσχήμονες Βουλευτές, ἀναγκάσθηκε νὰ κάνει μία δήλωση, ἡ ὁποία κατεγράφη στὰ Πρακτικὰ γιὰ τὴν δυνατότητα τῶν Γ.Ο.Χ. νὰ ἀσκοῦν ἀκωλύτως τὰ λατρευτικά τους καθήκοντα. Ἀσφαλῶς ἡ Συνταγματικὴ κατοχύρωση δὲν ἐπετεύχθη τότε, ἀλλὰ ἔστω καὶ αὐτὴ ἡ δήλωση, ἡ ὁποία κατεγράφη στὰ Πρακτικὰ, ἔδωσε τὴν δυνατότητα στὰ δικαστήρια νὰ βασίζονται κάπου γιὰ να δικαιώνουν τὴν Ἐκκλησία μας. Ἡ νομολογία ποὺ σχηματίσθηκε μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο, βελτίωσε σημαντικὰ τὶς συνθῆκες λειτουργίας τῆς Ἐκκλησίας μας. Γιὰ τὴν ἱστορία, δημοσιοποιοῦμε τοὺς διαλόγους κατὰ τὴν συζήτηση, ποὺ ὁδήγησε στὴν διατύπωση αὐτῆς τῆς δηλώσεως.

Ἔχουν ἐξαιρετικὸ ἐνδιαφέρον οἱ γνῶμες τῶν Συνταγματικῶν νομοθετῶν γιὰ τὶς ἔννοιες «ἐπικρατοῦσα θρησκεία», «θρησκευτικὴ συνείδησις», «τηρεῖ ἀπαρασαλεύτως, ὡς ἐκεῖναι / ἐκείνη» κ.λπ.. Ἂς δοῦμε τὴν περιγραφὴ τῶν διαλόγων μέσα ἀπὸ τὰ ἴδια τὰ Πρακτικά:

 

Δ. ΦΡΑΓΚΟΣ: Κύριε Πρόεδρε, θά ἤθελον νά μεταφέρω τό αἴτημα μιᾶς μερίδος Ἑλλήνων πολιτῶν τῶν γνωστῶν Παλαιοημερολογιτῶν Ἑλλάδος, οἱ ὁποῖοι ἀριθμοῦν περί τό ἕν ἑκατομμύριον Ἑλλήνων. Εἶναι γνωστόν ὅτι πρόκειται περί εὐλαβῶν, πιστῶν, νομοταγῶν καί καλῶν, ἀρίστων θά ἔλεγον, Ἑλλήνων. Δύο τροπολογίαι ἦλθον πρός συζήτησιν εἰς τήν Ἐπιτροπήν τοῦ Συντάγματος. Καί αἱ δύο αὐταί τροπολογίαι ἀπερρίφθησαν, ἀλλά νομοτύπως ὑπογραφεῖσαι ὑπό 20 συναδέλφων ἐπανέρχονται καί πάλιν εἰς τήν αἴθουσαν ταύτην.

μία ἐξ αὐτῶν ἔχει ὡς ἑξῆς – εἶναι συνέχεια τῆς παραγράφου 4 τοῦ ἄρθρου 4 τοῦ σχεδίου Συντάγματος: «Διά νόμου δύναται νά καθορισθῶσιν τά τῆς διοικήσεως καί λατρείας τῶν Παλαιοημερολογιτῶν Ἑλλάδος καί τῆς ἐπ' αὐτῶν κρατικῆς ἐποπτείας». Πρόκειται περί μιᾶς τροπολογίας, ἡ ὁποία δέν εἶναι ἄμεσος διά τοῦ Συντάγματος ἐπιβαλλομένη, ἀλλά δίδει τήν εὐχέρειαν εἰς τόν νομοθέτην, ἐάν καί ἐφ' ὅσον θελήσῃ νά καθορίσῃ τά τῆς διοικήσεως καί τῆς κρατικῆς ἐποπτείας ἐπί τῶν Παλαιοημερολογητῶν. Νομίζω ὅτι δέν εἶναι κάτι τό τρομερόν νά δεχθῇ ἡ Βουλή, ὅπως ὁ νομοθέτης καθορίσῃ κάτι, τό ὁποῖον ἠμπορεῖ νά κάμῃ καί μόνος, ἀλλά τουλάχιστον νά ὑπάρχῃ ἡ κατευθυντήριος γραμμή.

δευτέρα τροπολογία, ἡ ὁποία εἶναι ἀκόμη πιό σαφής, εἶναι νά προστεθῇ μετά τήν πρώτην περίπτωσιν τῆς παρ. 4 τοῦ ἄρθρου 4 τό ἑξῆς: «Εἰς τήν ἔννοιαν τῆς ἐλευθερίας τῆς θρησκευτικῆς συνειδήσεως περιλαμβάνεται καί ἡ τέλεσις τῶν θρησκευτικῶν καθηκόντων καί ἱεροπραξιῶν κατά τό Ἰουλιανόν Ἡμερολόγιον ἐν ἰδίοις Ναοῖς καί δι' ἰδίων ἱερατικῶν λειτουργῶν».

δευτέρα τροπολογία εῖναι περισσότερον σαφής τῆς πρώτης. Νομίζω ὅτι εἰς τήν ἐποχήν μας πού ὅλαι αἱ τάξεις, ὅλοι οἱ Ἕλληνες, ἐπιδιώκουν καί κατακτοῦν τήν ἐλευθερίαν, ὅτι θά ἦτο ἄδικον νά στεροῦμε τό δικαίωμα «τῆς ἐλευθέρας τελέσεως καί ἀκωλύτου», τό ὁποῖον ἡ παράγραφος τοῦ ἄρθρου 5 δίδει διά πάσας τάς γνωστάς θρησκείας πέραν τῆς ὀρθοδόξου, καί δι' αὐτό τό τμῆμα τῶν Ἑλλήνων, οἱ ὁποῖοι καλῶς ἤ κακῶς πιστεύουν εἰς τό Ἰουλιανόν ἡμερολόγιον.

ν τέλει, θά ἤθελα νά παρακαλέσω τόν κύριον Ὑπουργόν ἐάν νομίζῃ – παρ' ὅλον πού καί ὁ ἀξιότιμος κύριος συνάδελφος τοῦ ΠΑ.ΣΟ.Κ. τό ἐδέχθη σάν προοδευτικό κόμμα, ἄρα δέν ὑπάρχει λόγος νά φοβούμεθα ὅτι δέν εἴμεθα προοδευτικοί- νά δώσωμεν κάτι εἰς τούς παλαιοημερολογίτας.

ν πάσῃ περιπτώσει, ἐάν νομίζῃ ὅτι δέν ἠμπορεῖ ὁ κύριος Ὑπουργός νά γίνῃ αὐτό διά τοῦ Συντάγματος, μία τουλάχιστον δήλωσιν ρητήν νά καταχωρηθῇ εἰς τά Πρακτικά εἰς τρόπον, ὥστε νά μή νομίζουν οἱ ἄνθρωποι αὐτοί, οἱ ὁποῖοι εἶναι καλοί Ἕλληνες, ὅτι καταδιώκονται καί ὅτι θά ἐξακολουθήσουν νά καταδιώκωνται.

Τέλος συντάσσομαι μέ τήν πρότασιν νά ὑπάρξει εἰδική μνεία γιά τήν κατοχύρωση τῆς θρησκευτικῆς ἐλευθερίας στούς παλαιοημερολογῖτες. Εὐχαριστῶ πολύ.

Κ. ΠΑΠΑΡΡΗΓΟΠΟΥΛΟΣ: Περαιτέρω ὑποστηρίζω τάς τροπολογίας τάς ὁποίας προσυπέγραψαν συνάδελφοι τῆς Συμπολιτεύσεως, μεθ' ὧν καί ὁ ἔχων τήν τιμήν νά ὁμιλῇ. Πρόκειται περί τοῦ γνωστοῦ θέματος τῶν παλαιοημερολογιτῶν. Εἶναι οἱ γνωστοί φιλήσυχοι, φρόνιμοι πολῖται, οἱ ὁποῖοι ἀκολουθοῦν τό παλαιόν ἡμερολόγιον. Δηλαδή ἔχουν μέ τήν ἐπίσημον θρησκείαν μίαν καί μόνην διαφοράν, συνισταμένην μόνον εἰς ἕνα λατρευτικόν τύπον.

Εἶναι ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι παρά τήν ὑφισταμένην Συνταγματικήν διάταξιν περί ἐλευθερίας τῆς θρησκευτικῆς συνειδήσεως, ἐδοκιμάσθηκαν κατά καιρούς. Ζητοῦν τήν Συνταγματικήν κατοχύρωσιν τῆς ἐλευθερίας τῆς θρησκευτικῆς συνειδήσεως σήμερον. Δέν ζητοῦν, κύριοι συνάδελφοι, χαριστικήν πρᾶξιν τοῦ Κοινοβουλίου, ζητοῦν ἀπόδοσιν τῶν δικαίων των. Πρέπει νά τονισθῇ ὅτι οἱ παλαιοημερολογῖται ὑπῆρξαν πιστοί εἰς τήν ἐθνικήν ἰδέαν, δέν ἠκολούθησαν ποτέ ἀκραῖες λύσεις καί θέσεις. Εἶναι ἄξιοι πολῖται καί ὑπῆρξαν πιστοί στρατιῶται. Εὑρισκόμεθα ἄλλως, κύριοι συνάδελφοι, πρό γεγενημένης καταστάσεως. Δεκάδες χιλιάδων μυστήρια, γάμοι, βαπτίσεις ἔχουν τελεσθῇ καί τελοῦνται καί συνεπῶς ἐδημιουργήθη κοινωνικόν πρόβλημα, ἐνώπιον τοῦ ὁποίου ἡ πολιτική δέν εἶναι δυνατόν νά παραμείνῃ ἀδιάφορος.

Πρέπει νά γίνῃ, ἀξιότιμε κύριε Ὑπουργέ, δεκτή ἡ τροπολογία τοὐλάχιστον ἡ πρώτη, δι' ἥς «διά νόμου δύναται νά καθορισθῶσι τά τῆς διοικήσεως καί λατρείας τῶν Παλαιοημερολογιτῶν Ἑλλάδος καί διά τῆς ἐπ' αὐτῶν κρατικῆς Ἐποπτείας». Ἡ διάταξις εἶναι δυνητική, δέν δημιουργεῖ ὑποχρέωσιν. Ἐάν ἀξιότιμε κύριε Ὑπουργέ δέν ἀποδέχεσθε τήν τροπολογία, τοὐλάχιστον νά δηλώσετε ὅτι κατά τήν ἔκδοσιν τοῦ νόμου ἀναφορικῶς μέ τήν παρ. 4 τοῦ ἄρθρου 4 «περί ἐλευθερίας τῆς θρησκευτικῆς συνειδήσεως», θά λάβετε πρόνοιαν καί προστασίαν καί ὑπέρ τῶν παλαιοημερολογιτῶν.

Εἶναι τό ἐλάχιστον πού εἶναι δυνατόν νά ζητήσουν παρ' ὑμῶν, κύριε Ὑπουργέ, καί παρά τῆς Ἐθνικῆς Ἀντιπροσωπείας οἱ κατά πάντα ἄξιοι αὐτοί Ἕλληνες καί Χριστιανοί, τῶν ὁποίων ἐπιτρέψατέ μου νά εἴπω, τήν ἀγωνίαν μεταφέρω. Ἐλπίζω μέχρις ὑπερψηφίσεως τοῦ ἄρθρου ὁ ἀξιότιμος κύριος Ὑπουργός θά ἐξετάσῃ βαθύτερα τό πρόβλημα καί θά δώσῃ τήν ὀρθήν ἐπιβαλλομένην ἐκ τῆς ἀνάγκης καί ἐκ τῆς περιστάσεως ἱκανοποιητικήν διά τήν κατηγορίαν τῶν συνανθρώπων μας τούτων λύσιν. Τελευτῶν, παρακαλῶ ἤ νά γίνῃ δεκτή ἡ τροπολογία ἤ νά ἐπακολουθήσῃ δήλωσις. Πάντως δέν θά πρέπει νά ἀφήσωμεν ἄνευ προστασίας τούς παλαιοημερολογίτας, προστασίας τήν ὁποίαν δικαιοῦνται».

Α. ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΣ: Κύριε Πρόεδρε, μόνον τυπικές παρατηρήσεις προτίθεμαι νά κάμω στό ἄρθρον 4. Ὕστερα ἀπό τήν ἀνάπτυξη ποὺ ἔχουν κάνει οἱ συνάδελφοί μου τῆς Ἀντιπολιτεύσεως ἐπί τοῦ ἄρθρου 4, νομίζω ὅτι εἶναι περιττόν νά προσθέσω τήν ἰδική μου συνηγορίαν. Ἄλλωστε ἀπ' ὅ,τι διαπιστώνω δέν εἶναι διατεθειμένη ἡ Κυβέρνηση νά ὑποχωρήσῃ στά βασικά σημεῖα, πού ἐμεῖς ὑποστηρίζομεν, τοῦ ἄρθρου 4 καί θά ἦτο ματαιοπονία νά ἐπιμείνω. Θά παρεκάλουν, λοιπόν τόν κ. Ὑπουργόν τῆς Δικαιοσύνης νά προσέξη ὡρισμένες καθαρά τυπικές παρατηρήσεις στήν διατύπωση τοῦ ἄρθρου 4, στίς ὁποῖες κατ' ἀνάγκην περιορίζομαι.
Αὐτή εἶναι ἡ πρώτη μου παρατήρηση.

Παρατήρηση δευτέρα: Τό ἄρθρον ἀρχίζει μέ τόν ὅρον «Ἐπικρατοῦσα Θρησκεία ἐν Ἑλλάδι». Δέν θά ἀναφερθῶ στά θέματα τῆς ἐννοίας τῆς ἐπικρατούσης θρησκείας οὔτε στήν ἀρχή ἄν πρέπει νά καθιερώσωμεν τό σύστημα τῆς νόμῳ κρατούσης Πολιτείας ἤ ἄν πρέπει νά διαχωρίσωμεν τήν Ἐκκλησίαν ἀπό τό Κράτος. Περί αὐτῶν ἔγινε μακρός λόγος.

χω ἐπιφύλαξη ὡς πρός τήν λέξη «Ἐπικρατοῦσα» μολονότι καθώς ξέρετε ὁ ὅρος αὐτός ἐχρησιμοποιήθῃ γιά πρώτη φορά στήν διάταξη τῆς Ἀνατολικῆς Χέρσου Ἑλλάδος τό 1821. Ἔχω τήν ἐπιφύλαξη διότι ἄν βάλω τόν ὅρο «Ἐπικρατοῦσα», ἔστω καί μέ τήν δεδομένην ἑρμηνείαν, ὅτι πρόκειται ἁπλῶς περί τῆς Ἐκκλησίας πού ἀναγνωρίζεται γιά τό τελετουργικόν ἤ διά τούς τύπους τοῦ ἐπισήμου Κράτους, φοβᾶμαι, ὅτι μέ τόν τρόπον αὐτόν δέν καθιερώνω στήν Ἑλλάδα τήν ἐλευθερίαν τῆς θρησκευτικῆς συνειδήσεως.

Καθιερώνω τήν ἀνεξιθρησκείαν, ἀλλά ὄχι τήν ἐλευθερίαν τῆς θρησκευτικῆς συνειδήσεως. Καί μεταξύ τῶν δύο ὅρων ὑπάρχει οὐσιώδης διαφορά. Ἀνεξιθρησκεία θά εἰπῆ νά ἀναγνωρίσω μίαν θρησκείαν ἐπικρατοῦσαν, μίαν θρησκείαν πού ἔχει πολιτειακή κύρωση καί φυσικά νά ἀνέχωμαι τίς ἄλλες. Ἐνῶ ἐλευθερία τῆς θρησκευτικῆς συνειδήσεως θά εἴπῃ νά μή καθιερώνω καί νά μή ἐπιβάλω ἐπίσημα καμμίαν θρησκείαν.

Παρ' ὅλο, ὅτι δέν πρόκειται νά ὑπεισέλθω στό θέμα, θά ἐπρότεινα ἄν εἶναι δυνατόν ἀντί τοῦ ὅρου «Ἐπικρατοῦσα» νά βάλωμεν τόν ὅρον «Ἐπίσημος Θρησκεία». Τό «Ἐπικρατοῦσα» εἶναι ἴσως ἔννοια πιό αὐστηρά ἀπό τό «Ἐπίσημος» καί δημιουργεῖ αὐτήν τήν ἐντύπωση πού εἶπα προηγουμένως, ἄσχετα ἀπό τό γεγονός ὅτι ὑπάρχει καί μιά ἄποψη ὅτι τό «Ἐπικρατοῦσα» ἁπλῶς σημαίνει στατιστικήν ἐπικράτηση, πρᾶγμα πού δέν εἶναι ὀρθόν. Διότι τό «Ἐπικρατοῦσα» ἐδῶ συνδέεται ἀπό τήν μισθοδοσίαν τοῦ κλήρου μέχρι τό τελετουργικόν τῆς Ἐκκλησίας καί τό ἑορτολόγιον τοῦ Κράτους.

Παρατήρηση τρίτη: Τό ἄρθρον 4 λέγει ὅτι «ὑπάρχει ἀναποσπάστως ἡνωμένη δογματικῶς μετά τῆς ἐν Κωνσταντινουπόλει Μεγάλης καί πάσης ἄλλης ὁμοδόξου τοῦ Χριστοῦ Ἐκλησίας. Τηρεῖ ἀπαρασαλεύτως, ὡς ἐκεῖναι τούς ἱερούς καί ἀποστολικούς κανόνας». Καί κατά τήν συζήτηση τοῦ ἄρθρου στήν Ἐπιτροπήν καί τώρα ἐπιμένω – καί νομίζω ὅτι εἶχε γίνει δεκτόν, ἀλλά ἀπορῶ διατί ἐπανῆλθε ὑπό αὐτήν τήν μορφήν- ἀντί τοῦ «ἐκεῖναι» νά μπῆ τό «ἐκείνη».

χει ἰδιάζουσα σημασίαν αὐτό πού λέγω καί νομίζω ὅτι ὁ κύριος Ὑπουργός τῆς Δικαιοσύνης πρέπει νά τό προσέξῃ. Λόγῳ συνθηκῶν μέ τήν ἐθνικότητα τῶν Πατριαρχείων, λόγῳ συνθηκῶν μέ τήν φύση τῶν λοιπῶν Πατριαρχείων πέραν τοῦ Πατριαρχείου τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ἐπιβάλλεται νά εἴπωμεν ὅτι «τηρεῖ ἀπαρασαλεύτως ὡς ἐκείνη», δηλαδή τῆς Ἐκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως καί ὄχι ὡς αἱ ἄλλαι Ἐκκλησίαι τῶν λοιπῶν Πατριαρχείων.

Τό γιατί, νομίζω πώς ὁ κύριος Ὑπουργός Δικαιοσύνης τό ἀντιλαμβάνεται ὑπό τίς παροῦσες συνθῆκες καλύτερον ἀπό ἐμέ. Παρατήρηση τετάρτη: «Εἶναι αὐτοκέφαλος, ἀσκοῦσα ἀνεξαρτήτως πάσης ἄλλης Ἐκκλησίας τά κυριαρχικά αὐτῆς δικαιώματα καί διοικεῖται ὑπό τῆς Ἱερᾶς Συνόδου». Ἀντί «διοικεῖται», γιά νά λύσωμεν κατά κάποιον τρόπον καί ἕνα θέμα συνδεόμενον μέ τήν αὐτοδιοίκηση τῆς Ἐκκλησίας, θά ἐπρότεινα νά εἴπωμεν, «αὐτοδιοικεῖται ὑπό τῆς Ἱερᾶς Συνόδου κλπ.». Ἀντί τῆς λέξεως «διοικεῖται»» νά μπῆ ἡ λέξη «αὐτοδιοικεῖται».

ΕΙΣ ΒΟΥΛΕΥΤΗΣ: Τό ἴδιον εἶναι.

Α. ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΣ: Δέν εἶναι ἀκριβῶς τό ἴδιο. Τό «αὐτοδιοικεῖται» ἔχει πολύ μεγάλη διαφοράν σέ σχέση πρός τό «διοικεῖται». Διότι ἠμπορεῖ νά διοικῆται ἀπό τήν Ἱεραρχίαν, ἀλλά δέν νομοθετῆ δι' ἑαυτήν ἡ ἰδία, δέν ἀντλεῖ δίκαιον ἀπό ἑαυτήν.

Παρατήρηση πέμπτη: Εἶναι ἕνα θέμα πού ἐγέννησεν, καθώς μᾶς εἶναι γνωστόν, μεγάλες διαφωνίες στό παρελθόν ἀλλά καί διαμάχες μεταξύ Ἐκκλησίας καί Κράτους. Ἀκόμη καί τώρα ἔχει προκαλέσει μεγάλη διαμάχη μέσα στούς κόλπους τῆς ἴδιας τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ παρατήρηση ἀναφέρεται στό «τηρεῖ ἀπαρασαλεύτως, ὡς ἐκεῖναι, τούς ἱερούς ἀποστολικούς καί συνοδικούς κανόνας καί τάς ἱεράς παραδόσεις». Δέν πρόκειται νά ὑπεισέλθω στήν ἀνάλυση τῶν ὅρων.

Νομίζω ὅμως ὅτι πρέπει νά κάνωμεν ἅπαξ διά παντός τήν διευκρίνηση: Ἡ Ἐκκλησία τηρεῖ τούς «δογματικούς» κανόνας ἀπαρασαλεύτως. Ἀνάμεσα στούς κανόνας πού περιλαμβάνονται καί στίς παραδόσεις καί στούς ἀποστολικούς κανόνες νομίζω, ὅτι περιλαμβάνονται ὄχι μόνον οἱ δογματικοί, ἀλλά καί οἱ διοικητικοί κανόνες.

Καί ὑπάρχει ἀκόμη καί σήμερον ἡ διαφωνία ἀνάμεσα στόν Κλῆρο, ἄν ἔχῃ συνταγματική κατοχύρωση γιά τήν Ἐκκλησίαν τό κεφάλαιον τῶν διοικητικῶν της κανόνων ἐκτός ἀπό τό κεφάλαιον τῶν δογματικῶν της κανόνων. Ἀπό τήν ἄποψη αὐτήν πρέπει νά λύσωμεν τό θέμα. Ἔτσι θά ὑπάρξη καί κάποια εὐχέρεια γιά νά ἠμπορεῖ τό Κράτος νά νομοθετῇ γιά τήν ἐκκλησίαν, ὅσον καιρόν τοὐλάχιστον θά ἰσχύῃ τό σημερινόν σύστημα τῆς νομοκρατούσης Πολιτείας. Ἔτσι ἀκόμη θά εἶναι δυνατή μέ κάποιαν εὐρεῖαν ἔννοια καί ἡ ἀπαλλοτρίωση. Θά ἐνθυμῆσθε πώς ἐγέννησε μία μεγάλη διαμάχη στήν Ἐκκλησίαν, ἀλλά καί μεταξύ Κράτους καί Ἐκκλησίας, τὸ δικαίωμα τοῦ Κράτους νά ἀπαλλοτριώνῃ ἐκκλησιαστικήν περιουσίαν καί ἐστηρίζοντο αἱ ἀντιρρήσεις στό ὅτι δέν ἐπιτρέπεται διά νόμου ἀνατροπή διοικητικῶν κανόνων τῆς Ἐκκλησίας, διότι καί οἱ διοικητικοί κανόνες ἔχουν συνταγματικήν κατοχύρωσιν. Νομίζω λοιπόν, ὅτι ἀντί νά λέγωμεν «κανόνας ἀποστολικούς καί συνοδικούς», θά ἦτο ὀρθόν νά προσθέταμεν «δογματικούς κανόνες».

Παρατήρηση ἕκτη: Ὁμιλοῦμεν περί διοικήσεως τῆς Ἐκκλησίας καί εἶπον, ὅτι ὀρθότερον ἦτο κατά τήν γνώμην μου νά εἴπωμεν «αὐτοδιοικεῖται ὑπό τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἱεραρχίας». Ὁ ὅρος εἶναι ἀόριστος καί δημιουργεῖ πολλούς κινδύνους. Δέν αἴρεται δέ ἀπό τήν ἑρμηνευτικήν δήλωση ἐξ ὁλοκλήρου καθώς θά εἴπω. Ἡ Ἐκκλησία διοικεῖται πράγματι ἀπό τούς ἐν ἐνεργείᾳ Ἀρχιερεῖς. Τώρα ἄν οἱ Ἀρχιερεῖς αὐτοί πρέπει νά εἶναι καί Μητροπολῖται εἶναι μία ἄλλη ἱστορία, ἄς διαλέξῃ τί ἀκριβῶς θέλει τό Κράτος.

Πρέπει ὅμως νά διευκρινισθῇ πρῶτον, ὅτι ἡ Ἱεραρχία ἀπαρτίζεται ἀπό τούς Ἀρχιερεῖς καί δεύτερον, ὅτι ἀπαρτίζεται ἀπό τούς ἐν ἐνεργείᾳ Ἀρχιερεῖς. Ἄν τώρα οἱ Ἀρχιερεῖς αὐτοί θά πρέπει νά εἶναι καί Μητροπολῖται εἶναι θέμα τοῦ Κράτους καί τοῦ Ὑπουργείου Παιδείας νά μᾶς τό λύσῃ, δέν ἠμποροῦμεν ὅμως νά τό ἀφήσωμεν ἀδιευκρίνιστον.Ὑπάρχει βέβαια ἡ ἑρμηνευτική δήλωση. Σ' αὐτήν τήν ἑρμηνευτικήν δήλωση θά ἤθελα νά κάνω μίαν ἄλλην παρατήρηση. Λέγει, «ἡ Διαρκής Ἱερά Σύνοδος ἐκλέγεται καθ' ἅ ὁ Καταστατικός Χάρτης τῆς Ἐκκλησίας ὁρίζει τηρουμένων τῶν διατάξεων τῆς Πατριαρχικῆς καί Συνοδικῆς Πράξεως τῆς 4ης Σεπτεμβρίου 1928».

πειδή ἤμουν ἐξ ἐκείνων πού ἔκαναν τήν παρατήρηση γιά τήν διατύπωση τῆς ἑρμηνευτικῆς αὐτῆς δηλώσεως στήν συζήτηση στήν Ὑποεπιτροπήν, νομίζω ὅμως, ὅτι δέν εἶναι πλήρης ἡ διατύπωση, πρέπει νά ὁμιλῇ περί Πατριαρχικοῦ Τόμου. Εἶναι δύο πράγματα.

Κ. ΣΤΕΦΑΝΑΚΗΣ (Ὑπ. Δικαιοσύνης): Ἐγένετο δεκτόν ἀπό τόν κύριον Ὑπουργόν τῆς Παιδείας καί εἰς τήν τροπολογίαν, τήν ὁποίαν ἔχομεν κυκλοφορίσει, περιλαμβάνεται.

Α. ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΣ: Δηλαδή διορθώνεται, ὄχι περιλαμβάνεται.

Κ. ΣΤΕΦΑΝΑΚΗΣ (Ὑπ. Δικαιοσύνης): Αὐτό τό εἶχα δεχθῆ καί τότε καί ἔχει σημειωθῆ. Ἔχει δέ ὡς ἑξῆς, διά νά μή συνεχίζωμεν: «Καθ' ἅ ὁ Καταστατικός Χάρτης τῆς Ἐκκλησίας ὁρίζει, τηρουμένων τῶν διατάξεων τοῦ Πατριαρχικοῦ καί Συνοδικοῦ Τόμου 1850 καί τῆς Πατριαρχικῆς Πράξεως.....».

Α. ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΣ: Δέν εἶναι καλά διατυπωμένον, κ. Ὑπουργέ. Ὑπάρχει Πατριαρχικός Τόμος καί Συνοδική Πρᾶξις. Εἶναι δύο πράγματα διαφορετικά.

Χ. ΚΑΡΑΠΙΠΕΡΗΣ (Ὑφ. Παιδ. καί Θρησκ/των): Διαφορετικά εἶναι.

Α. ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΣ: Ὄχι ὅπως τό διατυπώνωμεν. Τοῦ Πατριαρχικοῦ Τόμου τοῦ 1850 καί τῆς Συνοδικῆς Πράξεως τῆς 4ης Σεπτεμβρίου τοῦ 1928. Αὐτά εἶναι δύο νομοθετήματα.

..................................................

Α. ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ: Κύριε Ὑπουργέ, ἀφήσατε ἄλυτο τό θέμα τῶν παλαιοημερολογιτῶν.

Π. ΤΟΥΡΙΚΗΣ: Κύριε Ὑπουργέ, νά κάνετε καί μίαν δήλωσιν διά νά καλύψετε τό θέμα.

Δ. ΦΡΑΓΚΟΣ: Καί ἐγώ, κ. Ὑπουργέ, ὑποβάλλω τήν ἰδίαν παράκλησιν. Νά κάνετε μίαν δήλωσιν.

Κ. ΠΑΠΑΡΡΗΓΟΠΟΥΛΟΣ: Κατά τήν ἀνάπτυξιν τῆς τροπολογίας ἐπί τῶν παλαιοημερολογιτῶν παρεκάλεσα, κ. Ὑπουργέ, ἤ νά κάνετε δεκτήν ταύτην ἤ νά προβῆτε εἰς σχετικήν δήλωσιν, δι' ὅ καί παρακαλῶ ὅπως προβῆτε εἰς τήν ἀναγκαίαν καθ' ἡμᾶς δήλωσιν.

Κ. ΣΤΕΦΑΝΑΚΗΣ. (Ὑπ. Δικαιοσύνης): Κύριοι συνάδελφοι ἐθέσατε τό ἐρώτημα. Θά σᾶς ἀπαντήσῃ ὁ κ. Καραπιπέρης. Ἀναμείνατε.

Κ. ΚΑΡΑΠΙΠΕΡΗΣ (Ὑφυπουργός Παιδείας καί Θρησκευμάτων): Κύριοι συνάδελφοι, παρέχω τήν δήλωσιν καί παρακαλῶ νά ἀναγραφῇ εἰς τά Πρακτικά, ὅτι οἱ οὕτω αὐτοαποκαλούμενοι Γνήσιοι Ὄρθοδοξοι Χριστιανοί Παλαιοημερολογῖται δύνανται νά τελοῦν ἀκωλύτως τά λατρευτικά των καθήκοντα.