Παραινετικά

Ἡ Πίστις τῶν Χριστιανῶν εἶναι φωτεινή, διότι ἀναπτύσσει θερμὴ Ἀγάπη πρὸς τὸν Χριστὸ καὶ ὁδηγεῖ στὴν ἀληθινὴ γνῶσι τοῦ Θεοῦ

Ἁγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως τοῦ ἐν Αἰγίνῃ Θαυματουργοῦ

Η ΦΩΤΕΙΝΟΤΗΤΑ τῆς πίστεως στὸν Χριστὸ μαρτυρεῖται ἀπὸ τὴν Ἀγάπη, ἡ ὁποία ἀναπτύσσεται πρὸς τὸ περιεχόμενο τῆς πίστεως ὅποιου πιστεύει στὸν Χριστό· ἡ καρδιὰ τοῦ πιστοῦ αἰσθάνεται τὸν ἑαυτό της νὰ καίγεται ἀπὸ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ· ἀπὸ ποῦ αὐτὴ ἡ ἀγάπη; Πῶς μπορεῖ κανεὶς νὰ ἀγαπήση τὸ ἄγνωστο;

AgNektarios

ἀγάπη πρὸς τὸ ἄγνωστο εἶναι ἀδύνατη, διότι τὸ ἄγνωστο καμμία ἐπίδρασι δὲν εἶχε στὴν καρδιά· ἡ καρδιὰ γιὰ νὰ ἀγαπήση, χρειάζεται ἠθικὴ ἐπίδρασι. Χωρὶς αὐτήν, ἡ καρδιὰ παραμένει ἀπαθής· ἡ ἀγάπη εἶναι πάθος καρδιᾶς, ἡ ὁποία πληγώθηκε ἀπὸ τὴν ἐπίδρασι τῆς ὀμορφιᾶς καὶ τῶν χαρίτων τοῦ ἀγαπηθέντος προσώπου· τὸ πρόσωπο ποὺ ἀγαπήθηκε, πρέπει νὰ ὑπάρχη καὶ νὰ συγκινῆ τὴν καρδιά· ἡ ἀγάπη εἶναι σπινθήρας δύο παραγόντων· πῶς λοιπὸν ὁ πιστὸς Χριστιανὸς ἀγάπησε τὸν Χριστό, ὁ Ὁποῖος εἶναι τὸ περιεχόμενο τῆς πίστεώς του, ἄν δὲν ἦλθε σὲ ἐπαφὴ πρὸς Αὐτόν; Πῶς πληγώθηκε ἡ καρδιά του ἀπὸ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, ἄν δὲν εἶχε γνῶσι Αὐτοῦ, ἄν δὲν ἄκουσε τὴν φωνή Του, ἄν δὲν γοητεύθηκε ἀπὸ τὴν ὀμορφιά Του καὶ τὶς χάριτές Του;

Πῶς Τὸν ἀγάπησε τόσο πολύ, ὥστε νὰ ἀπαρνηθῆ τὸν ἑαυτό του γιὰ χάρι Του, ὥστε ἀπὸ ἀγάπη καὶ μόνον νὰ προσκολληθῆ ἡ ψυχή του ὀπίσω Του καὶ νὰ Τὸν ἀκολουθῆ μὲ πόθο καὶ χαρά; Πῶς Τὸν ἀγάπησε τόσο, ὥστε καὶ τὴν ζωή Του νὰ θυσιάζη μὲ χαρὰ γι’ Αὐτόν; Ἀπὸ ποῦ τὸ ἄγνωστο ἐκυρίευσε τόσο πολὺ τὴν καρδιά του, ὥστε τὰ πάντα νὰ ὑπομένη γιὰ νὰ ἀρέση σὲ Αὐτόν; Ἡ ἀγάπη πρὸς τὸ ἄγνωστο εἶναι ἀδύνατη. Ὥστε αὐτὸς ὁ ὁποῖος ἀγάπησε, γνώρισε τὸ ὑποκείμενο τῆς ἀγάπης του· καὶ ἀπὸ τὴν ἐπίγνωσι, πληγώθηκε ἡ καρδιά του· ἄρα, ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ φανερώνει γνῶσι Χριστοῦ· ἡ δὲ γνῶσις, ἀποκάλυψι· ἄρα ὁ Χριστὸς ἀπεκάλυψε σὲ ὅποιον Τὸν πιστεύει τὸν Ἑαυτό Του καὶ γέμισε τὴν καρδιά του μὲ ἀγάπη, σὰν Θεὸς τῆς ἀγάπης.

Δείγματα ὑψίστου βαθμοῦ ἀγάπης πρὸς τὸν Σωτῆρα, ἡ ὁποία ἀναπτύχθηκε ἀπὸ τὴν ἀποκάλυψι τοῦ Σωτῆρος στὶς καρδιὲς τῶν πιστῶν, ἔχουμε ἄπειρα· ἕνα ἀπὸ τὰ λαμπρότερα, εἶναι τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, τοῦ ὁποίου ἡ καρδιὰ τόσο πολὺ πληγώθηκε ἀπὸ τὴν ἀγάπη τοῦ Σωτῆρος, ὥστε ἀναφωνῆ γεμᾶτος ἀφοσίωσι:

«Τίς ἡμᾶς χωρίσει ἀπὸ τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ; θλῖψις ἤ στενοχωρία, ἤ διωγμός, ἤ λιμός, ἤ γυμνότης, ἤ κίνδυνος, ἤ μάχαιρα; καθὼς γέγραπται, ὅτι ἕνεκά σου θανατούμεθα ὅλην τὴν ἡμέραν· ἐλογίσθημεν ὡς πρόβατα σφαγῆς· ἀλλ’ ἐν τούτοις πᾶσιν ὑπερνικῶμεν διὰ τοῦ ἀγαπήσαντος ἡμᾶς· πέπεισμαι γὰρ ὅτι οὔτε θάνατος, οὔτε ζωή, οὔτε ἄγγελοι, οὔτε ἀρχαί, οὔτε δυνάμεις, οὔτε ἐνεστῶτα, οὔτε μέλλοντα, οὔτε ὕψωμα, οὔτε βάθος, οὔτε τις κτίσις ἑτέρα δυνήσεται ἡμᾶς χωρίσαι ἀπὸ τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, τῆς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τῷ Κυρίῳ ἡμῶν» (Ρωμ. η΄ 35-39).

[Ποιός θὰ μᾶς χωρίση ἀπὸ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ; Θλῖψις ἤ στενοχώρια ἤ διωγμὸς ἤ πεῖνα ἤ γυμνότητα ἤ κίνδυνος ἤ μάχαιρα ποὺ μᾶς φοβίζει μὲ σφαγή; Καθὼς εἶναι γραμμένο, ὅτι πρὸς χάριν σου θανατωνόμεθα κάθε ἡμέρα, θεωρηθήκαμε ἀπὸ τοὺς διῶκτες μας σὰν πρόβατα γιὰ σφαγή· ἀλλὰ σὲ ὅλα αὐτὰ εἴμεθα μὲ τὸ παραπάνω νικητὲς διὰ τοῦ Χριστοῦ ποὺ μᾶς ἀγάπησε· διότι εἶμαι πεπεισμένος, ὅτι οὔτε θάνατος μὲ τὸν ὁποῖον μᾶς ἀπειλοῦν, οὔτε ζωὴ ποὺ μᾶς ὑπόσχονται, οὔτε ἄγγελοι, οὔτε ἀρχές, οὔτε δυνάμεις, τίποτε στὸ παρόν, τίποτε στὸ μέλλον, τίποτε στὰ ὕψη, τίποτε στὰ βάθη, κανένα ἄλλο δημιούργημα δὲν θὰ μπορέση νὰ μᾶς χωρίση ἀπὸ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, τὴν ὁποίαν ἔδειξε διὰ τοῦ Χριστοῦ Ἰησοῦ τοῦ Κυρίου μας].

ρα τοῦ ἀποκαλύφθηκε ἀληθινὰ ὁ Σωτήρας καὶ τοῦ ἐλάλησε στὴν καρδιά του καὶ γνώρισε ἡ καρδιά του τὴν ἀγάπη Ἐκείνου, ὁ Ὁποῖος τὴν ἀγάπησε καὶ τὴν κατοίκησε, καὶ ἀμοιβαία μὲ τὴν δύναμι ποὺ τῆς δόθηκε Τὸν ἀγάπησε καὶ αὐτή. Ὥστε, ὅποιος ἀγαπᾶ γνωρίζει, καὶ ἐπειδὴ ὅποιος πιστεύει ἀγαπᾶ, ἄρα ὅποιος πιστεύει γνωρίζει· καὶ γνωρίζει, διότι ὁ Χριστὸς ἀποκαλύπτει τὸν Ἑαυτό Του σὲ ὅσους Τὸν πιστεύουν· ὥστε, ἡ πίστις τῶν Χριστιανῶν εἶναι φωτεινή, διότι ὁδηγεῖ στὴν ἀληθινὴ γνῶσι τοῦ Θεοῦ.

Ἀπόστολος Παῦλος ἔχων ἀφ’ ἑαυτοῦ τὴν πληροφορία, ὁρίζει τὴν πίστι ὡς πληροφορία ὅσων δὲν βλέπονται, λέγων: «Πίστις ἐστὶν ἐλπιζομένων ὑπόστασις πραγμάτων ἔλεγχος οὐ βλεπομένων» (Ἑβρ. ια΄ 1)· ὁ δὲ Κλήμης (ὁ Ἀλεξανδρεὺς) ὀνομάζει τὴν πίστι γνῶσι, λέγων: «Πίστις σύντομός ἐστι τῶν κατεπειγόντων γνῶσις»· ὁ δὲ Μέγας Βασίλειος θεωρεῖ τὴν πίστι συγκατάθεσι μετὰ πληροφορίας, λέγων: «Πίστις ἐστὶ συγκατάθεσις ἀδιάκριτος τῶν ἀκουσθέντων ἐν πληροφορίᾳ τῶν κηρυχθέντων Θεοῦ χάριτι».

πιστὸς γνώρισε ἀληθινὰ τὸν Θεὸ καὶ Τὸν ὁμολογεῖ καὶ Τὸν λατρεύει ἀπὸ τὰ βάθη τῆς καρδιᾶς του· ὁ πιστὸς ἀνευρίσκει τὸν Θεὸ σὲ ὅλα τὰ ἔργα Του· ἀνακαλύπτει τὴν σοφία, τὴν δικαιοσύνη καὶ τὴν ἀγαθότητά Του καὶ ὁμολογεῖ τὴν θεία Αὐτοῦ Πρόνοια. Ἡ πίστις τοῦ ἔγινε πηγὴ γνώσεως καὶ φωτισμοῦ· ἄρα εἶναι φωτεινή.

(*) Βλ. Χριστολογία, Ἀθῆναι 1900, σελ. 47-49. Στὴν ἀπόδοσι ἐλήφθη ὑπ’ ὄψιν ἡ μεταγλώττισις τοῦ ἔργου ἀπὸ τὴν Δήμητρα Γεωργαντζῆ, ἡ ὁποία ἐξεδόθη στὸν Πειραιᾶ τὸ 1989 (σελ. 36-38), ἄνευ λοιπῶν ἐκδοτικῶν στοιχείων.