Παραινετικά

Διηγήσεις Μετανοίας

Θαυμαστὰ περιστατικὰ ἀπὸ τὸν Γέροντα Χρύσανθο Βρέτταρο (+1981)

 

ΗΜΟΥΝΑ ἕνα βραδάκι στὸ Γέροντα καὶ ἐκεῖ ποὺ καθόταν παραμιλοῦσε καὶ ἔλεγε συχνά:
‒Σκυλάραπα, δὲν θὰ σοῦ πετράσει!
Ὕστερα ἀπὸ καμμιὰ μισὴ ὥρα, βλέπω μιὰ κοπέλα νὰ ἔρχεται δειλὰ καὶ νὰ ρωτάει:
‒Ὁ π. Χρύσανθος εἶναι ἐδῶ;
‒Ἕλα, κόρη μου, καὶ σὲ περίμενα. Πόση ὥρα κάνεις βόλτες ἀπ’ ἔξω;
‒Μιάμιση μὲ δύο ὧρες.

Gerontas Chrisanthos2Ξεκίνησε νὰ λέει τὶ τῆς συνέβη καὶ ὁ Γέροντας τῆς ἔλεγε:
‒Μέσα θὰ τὰ πεῖς.
‒Ὄχι, αὐτὸ θὰ τὸ πῶ τώρα.
‒Ὄχι, μέσα θὰ τὰ πεῖς.
‒Ὄχι, συγχωρέστε με, αὐτὸ θὰ τὸ πῶ τώρα.

Αὐτὴ ἡ κοπέλα ἦταν πόρνη καὶ σκεφτόταν νὰ φουντάρει. Καὶ ἐκεῖ ποὺ τὸ σκεφτόταν παρουσιάζεται μιὰ μαυροφόρα γυναίκα καὶ τῆς λέει:
‒Θὰ πᾶς στὸ τάδε μέρος. Θὰ βρεῖς τὸν π. Χρύσανθο κι ἐκεῖνος θὰ σὲ βοηθήσει. Θὰ σοῦ πεῖ τὶ νὰ κάνεις.

Τὰ ὑπόλοιπα τὰ εἴπανε μέσα. Τὸ ἀποτέλεσμα ἦταν ὅτι αὐτὴ ἔγινε Καλόγρια στὴν Πάρνηθα. Ἔζησε περίπου ἕνα χρόνο στὸ Μοναστήρι καὶ κοιμήθηκε ὁσιακά. Εἶχα πάει στὴν κηδεία της.

***

να βράδυ, μὲ εἶχε στείλει νὰ πάω μιὰ Καλόγρια στὸν Πειραιᾶ, στὴ Νεάπολη. Ἐγὼ τὸν Πειραιᾶ δὲν τὸν ξέρω καλὰ καὶ χάθηκα.

Μοῦ εἶχε πεῖ ὁ Γέροντας:
‒Ὅταν τελειώσεις μὲ τὴν Καλογριά, νἄρθεις ἐδῶ.

Εἶχε πάει 12 ἡ ὥρα, ἀλλὰ ἐγὼ ἔπρεπε νὰ κάνω ὑπακοὴ καὶ νὰ πάω. Ὅταν γύρισα, τὸν εἶδα νὰ περιμένει ἔξω στὸ δρόμο καθισμένος στὸ σκαμνάκι. Μόλις τὸν εἶδα τοῦ λέω:
‒Γέροντα, ἐδῶ κάθεστε;
‒Ἔλα βρὲ γιόκα μου, ἀνησυχῶ. Εἶσαι καλά;
Τοῦ λέω:
‒Καλά, Γέροντα, ἔτσι κι ἔτσι μοῦ συνέβη.

Ξαφνικὰ ἄρχισε νὰ χτυπάει τὰ χέρια του στὰ πόδια καὶ νὰ λέει:
‒Ἄκου, βρὲ γιόκα, πῶς τὸ ἀνέχεται ὁ Θεός; Ξέρεις τί εἶναι νά ’ναι Χριστιανὸς ἄνθρωπος καὶ νὰ λέει σαπρόλογα; Πῶς τὸν ἀνέχεται ὁ Θεός; Αὐτὸ διερωτῶμαι!
Τοῦ λέω:
‒Κι ἐγὼ, Γέροντα, λέω σαπρόλογα.
‒Πέστο, βρὲ εὐλογημένε, ποὺ δὲν τό ’χεις πεῖ ποτὲ στὴ ζωή σου!...


Γέροντας Χρύσανθος 1895-1981 «Διηγοῦνται γιὰ τὸν Γέροντα», ἄ.χ., Ἱ. Μονὴ Παναγίας Ὁδηγητρίας Μῶλος Λοκρίδος.