Παραινετικά

Τρεῖς Θεομητορικοί σταθμοί

ΤΡΕΙΣ ΘΕΟΜΗΤΟΡΙΚΟΙ ΣΤΑΘΜΟΙ, ΠΗΓΕΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΔΡΟΣΟΥ
(ΓΕΝΕΘΛΙΟ- ΕΙΣΟΔΕΙΑ – ΣΥΝΑΞΗ )


π. Νικηφόρου Νάσσου.


        Μέσα στόν καύσωνα τῆς ἀποπνευματοποιημένης ἐποχῆς μας, θεωρήσαμε καλό νά προσφέρουμε ἐνώπιον τῶν εὐλαβῶν ἀναγνωστῶν μία μικρή ψυχική ἀναψυχή, μέσα ἀπό δροσερές πηγές τίς ὁποῖες ἀποτελοῦν τρεῖς σταθμοί ἑορτῶν τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καί Μητέρας ὅλων τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν. Ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι οἱ ὁποῖοι ὑπερβαλλόντως τήν τιμοῦμε, μέσα ἀπό ἑορτές καί ἀκολουθίες καί ἀναφορές σέ μνῆμες της ὅπως ἡ ἐλαχίστη παρούσα, καταθέτουμε τά μύρα τῆς καρδιᾶς μας στά ὑπέρ ἔννοιαν μυστήρια τῆς Παρθενίας της καί μέ λαχτάρα περιμένουμε νά λάβουμε τόν πλουτισμό καί τή δρόσο πού θά μᾶς ἀντιπροσφέρει ἡ μητρική, ἄμετρη ἀγάπη καί ἡ γλυκυτάτη παρηγορία της.


         Ἀπό τήν ἀρχή τοῦ Φθινοπώρου (Σεπτέμβριος) μέχρι τά μέσα τοῦ χειμῶνα (Δεκέμβριος), ἡ φιλόστοργη Μητέρα μας Ἐκκλησία, μᾶς παρουσιάζει τρεῖς κεντρικές Θεομητορικές μνῆμες, τρεῖς ἑορτές πού ἀφοροῦν τό πρόσωπο τῆς Ὑπερευλογημένης Θεοτόκου, τῆς Παναγίας μας, ὥστε νά μᾶς ὑποδείξει μέσα ἀπό τήν ἱερά Ὑμνολογία τό ρόλο αὐτῆς ἡ ὁποία κατέστη «Πύλη» καί «Κλίμαξ πρός οὐρανόν» καί ταυτόχρονα νά μᾶς ὑπενθυμίσει αὐτήν πού εἶναι γιά μᾶς ἡ μεσίτρια γιά  τήν ἄφεση τῶν ἀμαρτιῶν, ἡ ἄγκυρα τῆς σωτηρίας μας, ἡ χειραγωγός πρός Χριστόν, ἡ νυμφαγωγός στή μυστική ἕνωση μέ τό ἄκτιστο, πού συντελεῖται στά πλαίσια τῆς ἀνοδικῆς μας πορείας πρός τόν  οὐρανό. Γιά μᾶς τούς «κεκοπιακότας» ὁδοιπόρους τῆς ζωῆς, αὐτές οἱ  μνῆμες ἀποτελοῦν σταθμούς πνευματικοῦ ἀνεφοδιασμοῦ, ἀναψυχῆς καί παραμυθίας μυστικῆς…


        Στίς 8 Σεπτεμβρίου ἑορτάζουμε τό Ἱερό Γενέθλιο τῆς Θεοτόκου, τῆς Μητέρας τοῦ Κυρίου μας. Εἶναι ἕνας σταθμός γιά νά δροσιστεῖ ἡ ψυχή μας ἀπό τά Θεομητορικά νάματα. Μεγάλη θεομητορική ἑορτή.


         Καί ἐνῶ στήν Ὀρθοδοξία μας δέν προβάλλονται ποτέ τά γενέθλια ἑνός ἀνθρώπου ὡς ἡμέρα ἑορτῆς του, ἀλλά ἡ ἡμέρα κατά τήν ὁποία ἑορτάζει ὁ Ἅγιός του, στήν περίπτωση τῆς Θεοτόκου Μαρίας (ὅπως καί τοῦ Τιμίου Προδρόμου καί Βαπτιστοῦ τοῦ Κυρίου) ὑπάρχει ἐξαίρεση! 


        Πρωταρχική πηγή γιά ὅσα γνωρίζουμε σχετικά μέ τή Γέννηση τῆς Παναγίας Θεοτόκου εἶναι τό Πρωτευαγγέλιο τοῦ Ἰακώβου. Ἀπό τόν Ε΄αἰῶνα, ἡ ἑορτή τοῦ Γενεσίου τῆς Θεοτόκου συγκαταλέγεται στίς μεγάλες θεομητορικές ἑορτές. (βλ. Δ. Τσάμη, Θεομητορικόν, τόμ. Α΄, σελ. 249). Λόγους ἐγκωμιαστικούς καί θεολογικούς στή μεγάλη αὐτή ἑορτή ἔγραψαν ἀρκετοί Πατέρες καί ἐκκλησιαστικοί συγγραφεῖς, μεταξύ τῶν ὁποίων ὁ ἅγιος Ἀνδρέας Κρήτης, ὁ ἱερός Χρυσόστομος, ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, ὁ Ὅσιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης,  ὁ Μέγας Φώτιος, ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ὁ σοφός μοναχός Ἰωσήφ ὁ Βρυέννιος, ὁ Νικόλαος Καβάσιλας, ὁ Γερμανός Β΄ Κωνσταντινουπόλεως κ.ἄ. 


        Τό Γενέθλιο τῆς Μητρανάνδρου Θεοτόκου ἑορτάζεται γηθοσύνως καί πανηγυρικῶς ἀπό τήν Ἐκκλησία, μέ σκοπό νά τιμηθεῖ τό πρόσωπο ἐκεῖνο τό ὁποῖο συνήργησε στόν ἐρχομό τοῦ Θεανθρώπου στόν κόσμο, στήν «εἰσαγωγή τοῦ πρωτοτόκου» στήν ἱστορία! Μέ τή Γέννηση τῆς Θεοτόκου, ὁ ἀχώρητος Θεός, «ἐνθρονίζεται» στόν ἐπίγειο θρόνο του, εἰσερχόμενος μέσα σέ ἕναν ἄνθρωπο, τόν τελειότερο καί ἁγιώτερο∙ ὄντως «τοῦ Παντοκτίστου τό κτιστόν ὠκοδόμηται τέμενος» κατά τόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Δαμασκηνό.


        Μή λησμονοῦμε ὅτι ἡ Γέννηση τῆς Παναγίας, ὡς εἰσαγωγή στό Μυστήριο τῆς θείας Οἰκονομίας, σηματοδοτεῖ τήν ἀφετηρία γιά τήν ἀνακαίνιση καί ἀνάπλαση τῆς φύσεώς μας καί τήν ἐν Χριστῷ σωτηρία μας! Ὁ ἅγιος Ἀνδρέας Κρήτης, γράφει ὅτι τό Γενέσιο τῆς Θεοτόκου εἶναι ἡ ἀπαρχή τῆς  πορείας τῆς ἀνθρωπότητος πρός τήν θέωση.  «Ἄρτι γάρ τό καθ᾿ ἡμᾶς συγγενές ἀρχήν λαμβάνει θεώσεως». (Λόγ. 3, MPG. 97, 859C). Ὁ ἴδιος θά ὑπογραμμίσει ὅτι ἡ ἑορτή τοῦ Γενεθλίου τῆς Παναγίας ἀποτελεῖ «τῶν ἑορτῶν προεισόδιον καί τοῦ κατά Χριστόν μυστηρίου προίμιον». (ὅπου π. στ. 860 Β΄).


        Τιμᾶται πανευκλεῶς ἡ ἑορτή αὐτή πού δείχνει τή σύνδεση τοῦ προσώπου τῆς Παναγίας μέ «τόν ἐνανθρωπήσαντα Υἱόν αὐτῆς καί Θεόν ἡμῶν» καί τήν ἀρχή τῆς σωτηρίας μας. Τοῦτο ἀποτελεῖ γεγονός ἄφατης χαρᾶς καί ἀγαλλιάσεως, ὅπως ἐκφράζεται στό Ἀπολυτίκιο τῆς ἑορτῆς. Ὄντως, ἡ Γέννηση τῆς Θεοτόκου, «χαράν ἐμήνυσε πᾶσῃ τῇ Οἰκουμένη». Ἡ χαρά τῆς κτίσεως ἐκφράζεται καί σέ ἄλλα τροπάρια τῆς ἑορτῆς, ὅπως λ.χ. πολύ ἐκφαντικά σέ δύο ἀπό τά ἰδιόμελα τοῦ ἐσπερινοῦ: «Σήμερον τῆς παγκοσμίου χαρᾶς τά προοίμια∙ σήμερον ἔπνευσαν αὖραι, σωτηρίας προάγγελοι». Καί: «ἡ χαρὰ γὰρ ἐξήνθησε, καὶ ἡ ζωὴ τῶν ἀνθρώπων ἐν κόσμῳ πολιτεύεται».


        Ὄντως, ὅπως λέγει ἕνας ἐκκλησιαστικός συγγραφεύς, «ἀγαλλιάσεως ἡμέρα και εὐφροσύνης ἀρχή∙ ἀποθώμεθα τήν κατήφειαν καί τήν λαμπρότητα περιθώμεθα».


        Καί πῶς νά μήν χαίρεται ἡ οἰκουμένη, ὅταν διά τῆς Θεοτόκου «λύεται ὁ χρόνιος δεσμός τῆς καταδίκης τοῦ Ἀδάμ, ὁ Παράδεισος ἡμῖν ἠνεώχθη, ὁ ὄφις κατηργήθη» (Ὑμνολογία) καί ἡ κατάρα τῆς πτωτικῆς ἀνθρωπότητος μεταβάλλεται σέ εὐλογία καί ἁγιασμό; Ἡ ζωή τῆς Παναγίας ἀποτελεῖ πλήρη κατάφαση καί ἀποδοχή τοῦ θελήματος καί τοῦ ἔργου τοῦ Θεοῦ στό πρόσωπό της. Αὐτή ἡ πλήρης ὑπακοή ἀρχίζει μέ τό «ἰδού ἡ δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατά τό ρῆμα σου» (Λουκ. 1, 38) καί καταλήγει κάτω ἀπό τόν σταυρό τοῦ Γολγοθᾶ, ἀπό ὅπου μετά τό Πάθος τοῦ Κυρίου, ὁ ἠγαπημένος Μαθητής τήν «παραλαμβάνει εἰς τά ἴδια».


        Ἡ Θεοτόκος εἶναι «ἡ πρός τό κτίστην γέφυρα», ὅπως λέγουν τά τροπάρια τῆς Ἀκολουθίας τοῦ Γενεσίου της. Εἶναι αὐτή διά τῆς ὁποῖας ἀνεβήκαμε  στόν οὐρανό!


        Αὐτός εἶναι ὁ λόγος γιά τόν ὁποῖον, ὅπως ψάλλουμε, «γεννᾶται καί ὁ κόσμος σύν αὐτῇ ἀνακαινίζεται. Τίκτεται καί ἡ Ἐκκλησία τήν ἑαυτῆς εὐπρέπειαν καταστολίζεται»…


        Γνώριζε πολύ καλά ὁ μεγάλος δογματολόγος τῆς Ἐκκλησίας μας, ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός τήν ὑψηλή περιωπή τῆς Θεοτόκου Μαρίας, καί τόν μοναδικό ρόλο της στή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου, γι᾿ αὐτό τήν ἀποκαλοῦσε  «ἐπίγειον οὐρανόν»! Γνώριζε ἐπίσης ὁ μέγας Ἅγιος, θεολόγος καί θεόπτης καί κήρυκας τῆς Χάριτος καί τοῦ φωτός, Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, τήν μεγάλη ἀξία της ἀλλά καί τήν ὑψηλή συμμετοχή της στό ἔργον τῆς σωτηρίας, ὅταν ἔλεγε ὅτι ἡ Παναγία εἶναι «τό μεθόριον (σύνορο) μεταξύ κτιστῆς και ἀκτίστου φύσεως»! Ἐκείνη καί μόνο ἦταν ἡ κατάλληλη, ἡ «προεκλελεγμένη πρό πασῶν τῶν γενεῶν εἰς κατοικητήριον τοῦ Παντάνακτος Θεοῦ», ἡ ἐκλεκτή καί ἀξία στό νά  φέρει ἐν ἀγκάλαις «τόν Ἕνα τῆς Τριάδος Θεόν», τόν ἄκτιστο Λόγο καί δημιουργό τοῦ παντός καί νά τοῦ δώσει τό κατά σάρκα, ἑνώνοντάς τον μέ τόν κτιστό κόσμο μας. Γι᾿ αὐτό καί σκιρτώντας ἀπό χαρά οἱ ἱεροί ὑμνογράφοι, ἐκφράζουν τή μεγάλη τους ἔκπληξη καί εὐγνωμοσύνη «ἐν μεθέξει ψυχῆς»,  μπροστά στό μοναδικό αὐτό γεγονός, ὅπως λ.χ. διαπιστώνουμε στούς κανόνες τοῦ γλυκυτάτου «Θεοτοκαρίου» τοῦ ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου:


        «Τίς εἶδε; τίς ἤκουσε μητέρα, τίκτουσαν τόν ἑαυτῆς Δημιουργόν, τόν διδόντα τροφήν πάσῃ σαρκί; ὤ τοῦ θαύματος! θρόνος χερουβικός ἐδείχθη ἡ γαστήρ σου Θεοτόκε, Κεχαριτωμένη, πρέσβευε ὑπέρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν». (Καν. ἦχ. Β΄, Παρασκευή ἐσπέρας, ποίημα ἁγίου Ἀθανασίου Κωνσταντινουπόλεως τοῦ νέου).


        Αὐτή ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος, τῆς ὁποίας ἡ προαίρεση ὅλη εἶχε δοθεῖ στόν Κύριο καί τό θέλημά της ταυτιζόταν πλήρως πρός τό θέλημα του Θεοῦ, ἀνεδείχθη «ὁ πρῶτος ἄνθρωπος τῆς δημιουργίας», ὅπως ἐπισημαίνει ὁ Νικόλαος Καβάσιλας (Λόγος εἰς τήν Γέννησιν, 4, Π. Νέλλα, Ἡ Θεομήτωρ, σελ. 56).


        Ἀφορμή χαρᾶς, λοπόν, ἡ ἑορτή αὐτή, ἐνσταλάζουσα στίς καρδιές μας τή «δρόσο τοῦ οὐρανοῦ».


        Ἀλλά, προχωροῦμε, στό πνευματικό αὐτό ταξίδι καί φθάνουμε σέ ἕναν ἄλλο σταθμό Θεομητορικό, ὅπου θά ξεδιψάσει ἡ ψυχή μας ἀπό τό «ὕδωρ τό ζῶν»…


         Στίς 21 τοῦ μηνός Νοεμβρίου, ἑορτάζουμε τά ἱερά Εἰσόδεια τῆς Θεομήτορος, ἑορτή την ὁποία παραλάβαμε ἀπό τά λεγόμενα Ἀπόκρυφα Εὐαγγέλια. Δέν θά ἀναφερθοῦμε στά ἱστορικά τῆς ἑορτῆς, ἀλλά θά προσψαύσουμε εὐλαβικά κάτι ἐλάχιστο ἀπό τόν θεολογικό της πλοῦτο, ἀντλῶντας τά μηνύματα, πού συνιστοῦν γιά μᾶς  ἄρδευση πνευματική.  Θά πρέπει νά γνωρίζουμε, βεβαίως,  ὅτι τό γεγονός τῶν Εἰσοδείων εἰσάγει στή  νέα περίοδο σχέσεων τοῦ Θεοῦ μέ τούς  ἀνθρώπους καί, ὅπως ἔχει γραφεῖ  προετοιμάζεται ἡ διδασκαλία περί τῆς Χάριτος καί περί τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ. (Βλ. Γ. Φίλια, Οἱ θεομητορικές ἑορτές στή λατρεία τῆς Ἐκκλησίας,  ἐκδ. Γρηγόρη, σελ. 86). Ἐπ᾿ αὐτοῦ ὁ ἅγιος καί Ὁμολογητής Ταράσιος Κωνσταντινουπόλεως γράφει: «Ταύτην οἱ πιστοί ἑορτάσωμεν τήν πάντιμον ἑορτήν…τήν μυστικαῖς περιαστράπτουσαν τῷ κόσμῳ θεογνωσίαις, τήν ἐν τρισί  προσώποις μίαν θεότητα, Πατρός καί Υἱοῦ καί Πνεύματος, διδάξασαν παντοκρατορίαν». (Εἰς τήν εἴσοδον τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου, B΄MPG. 98,  1484 A). 


        Ἡ Θεοτόκος εἰσέρχεται στό ναό τοῦ Κυρίου «ὡς τριετίζουσα δάμαλις» καί ἐκεῖ προετοιμάζεται  γιά τήν μεγίστη ἀποστολή της, τήν ἐξαιρετική τιμή πού τῆς ἐπιφυλλάχθηκε μέσα στήν Ἱστορία, τό νά γίνει ἡ κατά σάρκα Μητέρα τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Θεοῦ.


        Μέσα στό Ναό, εἰσέρχεται ἡ ἤδη γενομένη Ναός τοῦ Θεοῦ, ὅπως λέει τό Κοντάκιο τῆς ἑορτῆς («ὁ καθαρώτατος Ναός τοῦ Σωτῆρος»). Ἐκεῖ, διά τῆς προσευχῆς, τῆς «ἱερᾶς ἠσυχίας» καί τῆς ὅλης πνευματικότητος πού ἀνέπτυξε ἔφθασε στή χαρισματική θέωση, τήν μακαρία κατάσταση τῶν Ἁγίων τοῦ Θεοῦ. Πῶς, ὅμως, ζοῦσε ἡ Παναγία μέσα στό Ναό, στά Ἅγια τῶν Ἁγίων; Μᾶς τό περιγράφει θαυμάσια σε μία ὁμιλία του ὁ θεόπτης καί ἐμπειρικός θεολόγος τῆς Ἐκκλησίας, ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς.


        «Ζοῦσε, λοιπόν,  σάν στόν παράδεισο και σε τόπο ἀνυψωμένο ἀπό τή γῆ, μᾶλλον δε σάν σέ ἐπουράνες αὐλές, ἀφοῦ τα ἄδυτα ἐκεῖνα ἦσαν καί αὐτῶν τύπος. Ζοῦσε διανύοντας βίον ἀπαράσκευο, ἀφρόντιστο, ἀμέριμνο, ἄμοιρο λύπης, ἀμέτοχο ἀγενῶν παθῶν, ἀνώτερον ἀπό αὐτήν τήν ἠδονή τήν ὄχι χωρίς ὀδύνη, ζώντας μόνο γιά τό Θεό, βλεπομένη μόνο ἀπό τό Θεό, τρεφομένη ἀπό τόν Θεό, τηρουμένη μόνο ἀπό τόν Θεό, πού ἐπρόκειτο νά σκηνώσει σέ μᾶς δι᾿ αὐτῆς, πάντως δέ καί αὐτή βλέποντας μόνο τόν Θεό, τόν Θεό κάνοντας τρυφή της, στόν Θεό διηνεκῶς ἀφιερωμένη». (Ὁμιλία ΝΓ΄ Εἰς τά Εἰσόδεια,  ΕΠΕ, 11, 323, μετάφρ. )


        Ἔτσι ἡ Παναγία μας,  κατέστη πρότυπον ὀρθοδόξου ἀσκητισμοῦ,  μεγάλη ὄντως θεωρητική Διδάσκαλος τῆς ἠσυχίας, πού δέν εἶναι μιά ἁπλή ἐξωτερική νηνεμία, ἀλλά ἔχει νά κάνει μέ τήν ὅλη διαδικασία καί τήν παραδεδομένη μέθοδο θεραπείας καί θεώσεως τοῦ ἀνθρώπου, μέ τή λεγομένη «νοητή σιγή», ὅπως καί πάλι ἀναφέρει ὁ θεοφόρος Παλαμᾶς,  πρᾶγμα πού ἐπιτυγχάνεται μέ αὐτό πού ὀνομάζεται νῆψη, κάθαρση ψυχῆς καί καρδίας κατά τούς Πατέρες, «ἐπιστήμη τῶν λογισμῶν» κατά τόν ἅγιο Ἰωάννη τῆς Κλίμακος,  καί πού ὁδηγεῖ στή μέθεξη τοῦ Θεοῦ «κατ᾿ αἴσθησιν ψυχῆς»…


        Ἐκεῖ ἔφθασε ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος, ἡ μετά ταῦτα κυοφορήσασα τόν Θεό τοῦ παντός!


        Γι᾿ αὐτό ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, προβάλλοντας ὡς πρότυπον ἀρετῆς καί πνευματικῆς τελειότητος τήν Παναγία, ἀφοῦ ἐκείνη κατεξοχήν ἔζησε τόν «κατ᾿ ἀρετήν βίον»,  καλεῖ ὅλους τούς πιστούς νά ὑμνήσουν τόν Κύριο καί Δημιουργό τοῦ παντός,  παραμερίζοντας κάθε τι τό βιολογικό καί κοσμικό, ὅπως λέγει καί ὁ χερουβικός ὕμνος τῆς Θ. Λειτουργίας, «πᾶσαν τήν βιοτικήν ἀποθώμεθα μέριμναν». Μόνο ἔτσι, ἐπισημαίνει ὁ ἱερός Δαμασκηνός, θά φωτισθοῦν ἀπό τό θεῖο Φῶς τοῦ Χριστοῦ καί θά μπορέσουν νά εἰσέλθουν ἀπό τό θεῖο καί ἀκατάληπτο γνόφο στό μυστικό ὄρος, τό πνευματικό. «Δεῦτε τοίνυν, ἀναβῶμεν πρός τό μυστικόν ὄρος καί τῶν βιοτικῶν καί ὑλικῶν ἐμφάσεων γεγονότες ὑπέρτεροι, καί τόν γνόφον ὑπεισελθόντες τόν θεῖον καί ἄληπτον, ἐν φωτί τῷ θείῳ γενόμενοι, τήν ἀπειροδύναμον ὑμνήσωμεν δύναμιν». (Ὁμιλ.10, MPG. 96, 753 C).

 

        Πρότυπον, λοιπόν, πνευματικῆς τελειότητος ἡ Θεοτόκος Μαρία, γιά ὅλους τούς Χριστιανούς. «Αὕτη παντός ἁγίου κορυφή καί τελείωσις», θά τονίσει καί πάλι ὁ ἁγιώτατος ποιμήν τῆς Θεσσαλονίκης, Γρηγοριος ὁ Παλαμᾶς.


        Καί αὐτή ἡ διαβεβαίωση πολύ μᾶς χαροποιεῖ, μᾶς δροσίζει καί μᾶς ἐνισχύει πνευματικά! Ἀλλά ταυτόχρονα μᾶς μεταδίδει μηνύματα πνευματικά! Μᾶς ὑποδεικνύει τήν ὁδό τῆς δικῆς μας «ναοποιήσεως» μέ τή συνδρομή τῆς θείας, ἀκτίστου Χάριτος, δηλαδή τοῦ πῶς θά γίνει ὁ ἄνθρωπος «ναός τοῦ Θεοῦ» κατά τή ρήση τοῦ Ἀποστόλου Παῦλου, πῶς θα καταστεῖ «ναοφόρος», ὅπως γράφει ὁ ἱερομάρτυς Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος, αὐτός πού ἔφερε ἐντός του τόν Θεό! Αὐτό, κυρίως προϋποθέτει τήν μεγάλη ἀρετή τῆς καθαρότητος! Σέ  ὅλα, στό νοῦ καί στήν καρδιά, στίς αἰσθήσεις καί τούς λογισμούς. Καί ὅπως ἡ Παναγία «τῇ καθαρότητι θέλγει Θεόν ἐνανθρωπῆσαι» ὅπως γράφει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ἀφοῦ μέ τή δική Του βοήθεια καί τόν δικό της ἀγῶνα κατόρθωσε νά ὑψωθεῖ στις κορυφές τῆς ἀπόλυτης καθαρότητος καί τοῦ ἀπολύτου πνευματικοῦ κάλλους, ἔτσι καί ἡ δική μας (ὅσο εἶναι ἀνθρωπίνως ἐφικτή) ἀγωνιστικότητα, πνευματικότητα καί καθαρότητα θά «θέλξει» καί θά ἐλκύσει  τόν Θεό νά ἔρθει νά κατοικήσει ἐν Χάριτι ἐντός μας… Καί τότε, μέ αὐτή τήν «ἐνοίκηση» τῆς Χάριτος, ὁ Κύριος μᾶς καθιστᾶ δικούς Του ναούς, δικά Του ἱερά καταγώγια, οἶκους τῆς ἀρετῆς, πραγματικές εἰκόνες καί ὁμοιώματά του.


         Πρός τόν θεῖο αὐτό στόχο θά μᾶς ἐνισχύσει, ἐπικαλουμένη, ἡ Θεοτόκος, ὁ ἔμψυχος θεῖος Ναός, ἡ Παναγία Μητέρα Του!


        Στίς 26, τοῦ μηνός Δεκεμβρίου, ἀμέσως μετά τήν θεία Γέννηση τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ, πάλι ἡ Ἐκκλησία μας τιμᾶ τήν Θεοτόκο μέ τήν ἑορτή τῆς «Συνάξεως», ὅπως λέγεται. Εἶναι ἡ τελευταία πηγή ἀναψυχῆς, ἐδῶ σ᾿ αὐτό τό νοερό ταξίδι.


        Συνηθίζει ἡ Ἐκκλησία, μετά ἀπο μία μεγάλη Δεσποτική ἑορτή, νά τιμᾶ τά πρόσωπα ἐκεῖνα πού διεδραμάτισαν ἕνα σπουδαῖο ρόλο στο τιμώμενο γεγονός. Αὐτό λαμβάνει χώρα καί στά Θεοφάνεια, μετά ἀπό τά ὁποῖα ἑορτάζετα ἡ Σύναξη τοῦ Τιμίου Προδρόμου καί Βαπτιστοῦ τοῦ Κυρίου, στόν Εὐαγγελισμό τῆς Θεοτόκου, τόν ὁποῖον ἀκολουθεῖ ἡ Σύναξη τοῦ Ἀρχαγγέλου Γαβριήλ (26 Μαρτίου), ὅπως ἐπίσης καί στήν Ὑπαπαντή τοῦ Κυρίου μέ τήν ἑπόμενη ἑορτή τοῦ δικαίου Συμεῶνος, τοῦ βαστάσαντος τόν Ὕψιστο Θεό.


        Κατά τήν ἑορτή τῆς Συνάξεως τῆς Θεοτόκου, «γίνεται σύναξις τῶν πιστῶν πρός τιμήν τῆς Θεοτόκου, ἥτις ὑπῆρξε το κύριον πρόσωπον τῆς μεγάλης ἑορτῆς τῆς Χριστοῦ Γεννήσεως». (ΘΗΕ, 11, 557).

 

        Ἡ ἑορτή αὐτή, λοιπόν, μᾶς φέρνει στήν ἱερά ἀνάμνηση τοῦ μεγίστου Μυστηρίου τῆς σωτηρίας μας, τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἐνανθρωπήσας Κύριος Ἰησοῦς Χριστός γιά μᾶς, ἀποτελεῖ τήν ὑψίστη ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ καί τήν ἔσχατη πραγμάτωση τοῦ ἀνθρώπου, τήν τελείωση τοῦ ἀνθρωπίνου προορισμοῦ! Ἡ Σάρκωση τοῦ Λόγου, εἶναι γεγονός διπλό. Ὁ Θεός προσλαμβάνει τήν ἀνθρώπινη φύση καί μέσα ἀπό αὐτήν ὁ ἄνθρωπος ζεῖ μέ τή θεία ζωή! Εἶναι γνωστή στούς μελετητές ἡ Πατερική ρήση: «Ἄνθωπος γίνεται Θεός, ἵνα Θεόν τόν Ἀδάμ ἀπεργάσηται». (Μ. Ἀθανάσιος, Ὑμνολογία). Δέν πρέπει δέ οἱ ὀρθόδοξοι νά ἀγνοοῦμε ὅτι ἡ ἐνσάρκωση τοῦ Λόγου εἶναι τό μοναδικό γεγονός τό ὁποῖο 1) ἀποκαλύπτει τόν Θεό, 2) τόν εἰσάγει στήν ἀνθρωπινη ἱστορία καί 3) τελειοποεῖ τον ἄνθρωπο. Αὐτό εἶναι τό «μόνον καινόν (καινούργιο) ὑπό τόν ἥλιον», κατά τή γνωστή διατύπωση τοῦ μεγάλου δογματολόγου τῆς Ἐκκλησίας μας, ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ.


        Σ᾿ αὐτό λοιπόν τό «Μέγα τῆς εὐσεβείας μυστήριον», ἡ   Παρθένος Μαρία, συνεργεῖ ὡς τό πλέον κατάλληλο  ὄργανο τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ, παρέχοντας τό κατά σάρκα, τήν  κτιστή φύση στόν ἄκτιστο Θεό! 


        Μόνο αὐτή ἦταν ἀπό ἀνθρωπίνης πλευρᾶς ἡ ἄξια γι᾿ αὐτήν τήν ἀποστολή, γι᾿ αὐτήν τήν ἐνεργό συμμετοχή στήν πραγματοποίηση τοῦ προαιωνίου σχεδίου τοῦ Θεοῦ γιά τή σωτηρία τοῦ κόσμου, λόγῳ τῆς μεγάλης ἁγιότητός της! Μόνη αὐτή κατέστη ἔνδυμα καί κατοικητήριο τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Λόγου τοῦ Θεοῦ! Ὀρθά ἐν προκειμένῳ ἔχουν γραφεῖ τά ἑξῆς: «Τό ὅτι ἐξελέγη αὕτη εἰς τό ὕψιστον λειτούργημα τῆς Μητρός τοῦ Θεοῦ, δέν ὑπῆρξε γεγονός τυχαῖον καί αὐθαίρετον. Μόνη ἡ Παρθένος Μαρία ἦτο ὁ ἀντάξιος τῆς θείας ἐνανθρωπήσεως ναός! Ὁ Θεός Λόγος ἀπέβλεπεν εἰς τήν ἔκπαγλον ὡραιότητα τῆς ψυχῆς της, ὥστε νά δανισθῇ ἐκ τῶν τιμίων αἱμάτων της τήν ἀνθρωπίνην αὐτοῦ φύσιν». (Ἀνδρ. Θεοδώρου, Ἡ περί Τριάδος καί Χριστοῦ διδασκαλία τῆς Παρακλητικῆς, Ἀθῆνα 1962, σελ. 33).

 

          Πρίν ἀπό την Παναγία, ὁ Θεός ἦταν για ὅλους ἀόρατος, θά πεῖ ὀ ἅγιος ἀρχιεπίσκοπος τῆς Θεσσαλονίκης Γρηγόριος, σέ μία ὁμιλία του στήν Κοίμηση τῆς Θεοτόκου.Τόν ἀπεκάλυψε, τόν ἔκανε ὁρατό ἡ Σάρκωσή του «ἐκ Παρθένου Μαρίας», ἡ ὁποία «ἐδάνισε τήν σάρκα» στόν Παντεχνήμονα Λόγο, ὅπως λέγουν τά τροπάρια τῆς Ἐκκλησίας μας.


        Ἡ Παναγία μας, μέ τήν «ὑπερέχουσαν» ἁγιότητά της ἔφερε τόν Θεό στή γῆ, ἀλλά καί μετέφερε ὡς γέφυρα (ὅπως λέμε στόν Ἀκάθιστο ὕμνο) τούς ἀνθρώπους ἀπό τή γῆ στόν οὐρανό!  Καί τά στοιχεία ἐκεῖνα τά ὁποῖα προσήλκυσαν τόν Θεό νά γεννηθεῖ ὡς ἄνθρωπος ἀπό αὐτήν, προσδιορίζονται ἀπό τήν πατερική μας γραμματεία ὡς ἑξῆς:


        «Βίος πανάμωμος, ζωή πάναγνος, ἄρνησις κακίας ἁπάσης, ψυχή καθαρωτέρα φωτός, σῶμα διά πάντων πνευματικόν, ἡλίου φαιδρότερον, οὐρανοῦ καθαρώτερον, θρόνων χερουβικῶν ἱερώτερον».(Ν. Καβάσιλα, Λόγος εἰς τόν Εὐαγγελισμόν,2,  Π. Νέλλα, Ἡ Θεομήτορ, σελ. 122-124).


         Ὀρθά, λοιπόν, ἡ Θεοτόκος χαρακτηρίζεται ἀπό τούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας ὡς «ἡ ἁγίων ἁγιωτέρα, καί ἱερῶν ἱερωτέρα, καί ὁσίων ὁσιωτέρα» (Ἁγίου Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ, Λόγος Β, MPG. 96, 729 Α). Αὐτή, μέ τήν ἐπί γῆς παρουσία της, ὅπως καί πάλι σημειώνει ὁ Νικόλαος Καβάσιλας, μετέτρεψε τή γῆ σέ οὐρανό, ἄδειασε τόν Ἅδη ἀπό τούς δεσμώτες, ἔκανε τούς ἀνθρώπους πολίτες τοῦ οὐρανοῦ, συνένωσε τούς ἀνθρώπους μέ τούς Ἀγγέλους…
Εὐφροσύνη ψυχῆς καί ἄρρητη μυστική χαρά προξενοῦν τά ἐγκώμια τοῦ μεγάλου θεοτοκόφιλου Ἁγίου καί κορυφαίου τῶν Κολλυβάδων, Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, ὁ ὁποῖος κατενόησε σέ βάθος τήν ὑψηλή ἀποστολή τῆς Θεοτόκου, ἀλλά καί τή μεγάλη της ἁγιότητα καί ἀπευθύνεται πρός αὐτήν δουλικῶς καί υἱικῶς, ἐκφράζοντας τό «ἀπαθές πάθος» του μέ αὐτά τά λόγια:  «Ὦ γλυκυτάτη καί πρᾶγμα καί ὄνομα Μαριάμ, τί πάθος εἶναι τοῦτο, ὅπου αἰσθάνομαι εἰς τόν ἑαυτόν μου; ἐγώ δεν ἠμπορῶ νά χορτάσω τους ἐπαίνους τῶν μεγαλείων σου! Ὅσον γάρ περισσότερον τά ἐπαινῶ, τόσον περισσότερον τά ὀρέγομαι, και ὁ πόθος μου ἐπ᾿ ἄπειρον προβαίνει, καί ἡ ἐπιθυμία μου ἀκόρεστος γίνεται, διό καί πάλιν ἐπιθυμῶ νά τά ἐπαινέσω»…


        Ἡ ψυχή μας, θά λάβει πρίν τό τέλος τοῦ πνευματικοῦ αὐτοῦ ταξιδίου ἀκόμη μία δροσοσταλίδα Χάριτος, ἀπό τήν ἀνάγνωση και ἐντρύφηση τῶν ἐγκωμίων τοῦ προειρημένου Ἁγίου, τοῦ σοφοῦ Νικοδήμου πρός τήν Ἀειπάρθενο Μαρία, τήν  κατά χάριν Μητέρα ὅλων τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν.


        «Ἐσένα οἱ τῶν θείων Γραφῶν ἔμπειροι, ἀποκαλοῦσιν ἀκροστιχίδα πάντων τῶν Προφητῶν πίνακα τῶν δύο διαθηκῶν∙ ὑπόθεσιν τῶν Ἀποστόλων∙ ὕλην τῶν Πατέρων καί Διδασκάλων∙ στερέωμα τῶν Μαρτύρων∙ παρηγορία τῶν Ὁσίων∙ τῆς νοερᾶς προσευχῆς διδάσκαλον∙  τῆς ταπεινώσεως εἰσηγήτριαν, τῆς ἀγάπης τῆς διπλῆς παράδειγμα ἔμψυχον…θαῦμα τῶν Ἀγγέλων, Θεοῦ ἀμίμητον μίμημα…ἐργαστήριον τῆς ἑνώσεως τῶν συνελθουσῶν ἐπί Χριστοῦ φύσεων…». (Ἀπό τήν ἑρμηνεία τῆς Ἐννάτης ὠδῆς).


        Νά πῶς δροσίζεται ἡ ψυχή ἀπό τά θεομητορικά νάματα! Ὅλοι οἱ πιστοί, λαμβάνουμε τήν «Ἀερμώνειον δρόσον» πού παρέχει ἡ Θεοτόκος, μέσα στά ἔγκατα τοῦ εἶναι μας, ἔχοντας ὑπόψη μας ὅτι « ἄν ἡ Μαρία ἔχει μιά θέση τόσο κεντρική στό δόγμα, τή λατρεία καί τήν εὐλάβεια τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι γιατί ἔπαιξε ἕνα ρόλο κεντρικό στήν οἰκονομία τῆς σωτηρίας. Διόρθωσε τήν Εὔα∙ μπόρεσε νά φανερώσει τόν ἄνθρωπο ὅπως τόν δημιούργησε ἀρχικά ὁ Θεός, νά δείξει ὅλη του τήν πρώτη ὀμορφιά καί δόξα. Καί, ἐνῶ δέν ἦταν ἡ ἴδια, παρά μόνο ἕνας ἄνθρωπος σάν ὅλους τούς ἄλλους, βυθισμένος καί αὐτός μέσα στήν κατάσταση τῆς φθορᾶς πού δημιούργησε ὁ ἐκτροχιασμός τῶν προπατόρων, μπόρεσε νά πραγματοποιήσει τό σκοπό, γιά τόν ὁποῖο ὁ ἄνθρωπος δημιουργήθηκε στήν ἀρχή, δηλαδή νά γίνει ἡ ὁδός, μέσα ἀπό τήν ὁποία ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ ἔκανε προσωπικά την εἴσοδό Του στόν κόσμο γιά νά δράσει μέσα στήν ἱστορία τῶν ἀνθρώπων σάν Θεάνθρωπος καί νά σώσει, δηλαδή νά ὁλοκληρώσει καί νά θεώσει τόν κόσμο». (Π. Νέλλα,  Ἡ Μητέρα τοῦ Θεοῦ καί ὁ θεοκεντρικός ἀνθρωπισμός, Σύναξη, 59, Ἰούλιος –Σεπτέμβριος 1996).


        Μέσα, λοιπόν, στή φοβερή δίνη τῶν ποικίλων θλίψεων καί πολυπλόκων προβληματισμῶν πού μᾶς συνέχουν κατά τήν ὄντως ζοφερή καί ἐρεβώδη ἐποχή μας, ἄς ἀξιοποιήσουμε τόν «ἔμψυχον θησαυρόν τοῦ Παμβασιλέως», τήν Παναγία  Παρθένο καί ἄς ζητήσουμε τήν μυστική ἐντός τοῦ εἶναι μας παρηγορία καί ἰατρεία της, ὅπως τό κάνουμε στό Μεγάλο Παρακλητικό Κανόνα πού ψάλλουμε: «Παράκλησιν ἐν ταῖς θλίψεσιν οἶδα καί τῶν νόσων ἰατρῶν σε γινώσκω»… Μπορεῖ νά μᾶς ἀναπαύσει, νά δροσίσει καί νά πληρώσει ἐσωτερικά τήν ὕπαρξή μας! Δέν εἶναι ἁπλά ἕνας ἅγιος ἄνθρωπος, ἀλλά εἶναι ἡ «Θεομήτωρ», ὅπως τήν ὀνομάζει ὁ ἅγιος ἐπίσκοπος τῆς Νύσσης Γρηγόριος καί  ἄλλοι Πατέρες ἀλλά καί ἡ Ὑμνολογία μας. Ἔχει παρρησία πρός τόν Υἱό της, τοῦ Ὁποίου ὑπάρχει κατά τόν Γρηγόριο Παλαμᾶ «ταμεῖον καί πρύτανης τοῦ πλούτου τῆς χρηστότητος»!


        Ἄς τήν φωνάζουμε σέ κάθε δυσκολία μας καί ἄς ἐπικαλούμαστε τό Ὑπερύμνητο ὄνομά της, προφέροντας συχνά τήν μικρή, ἀλλά τόσο ἰσχυρή προσευχή: «Ὑπεραγία Θεοτόκε σῶσον ἡμᾶς», ὅπως πράττουν καθημερινῶς καί ἀκαταπαύστως οἱ ὑμνητικοί ἐρωδιοί τοῦ Ἄθωνος, οἱ Ἁγιορεῖτες μοναχοί…


        Καί ἄς ἐλπίζουμε στήν δυνατή πρεσβεία καί τήν ἀκαταίσχυντη προστασία της!  Δέν θά ἔφθανε ποτέ κανείς Χριστιανός στή φοβερή ἀπόγνωση καί τήν δαιμονοκίνητη αὐτοχειρία, ἄν ἤλπιζε στό ἔλεος τοῦ Παντοδυνάμου Θεοῦ, πού προχέεται δαψιλῶς στόν κόσμο, μέσῳ τῶν δυνατῶν δεήσεων τῆς Παναγίας Μητέρας Του!
 

         Ἀπευθυνόμαστε καί ἐμεῖς πρός αὐτήν τήν «Ὑπερευλογημένην καί Δεδοξασμένην Μαριάμ», τελειώνοντας τήν παροῦσα ἀναφορά – πορεία πνευματικῆς ἀναψυχῆς, προφέροντας ὅσο γίνεται καρδιακά καί ὑπαρξιακά τά δοξολογητικά καί ἱκετευτικά λόγια τοῦ φλογεροῦ ἐκείνου  Κεφαλονίτου ἱεροκήρυκος, ἐπισκόπου Ἡλία Μηνιάτη:


      «Ἐλπίδα μου, καταφυγή μου, Μητέρα μου, ἕνα νεῦμα νά κάνεις πρός  τόν Υἱόν σου δι᾿ ἐμέ, ἐγώ εἶμαι σωσμένος. Μαρία, ὅποιος εἰς σέ ἐλπίζει, ἀδύνατον εἶναι νά χαθῇ».


ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ  2012.